Παρασκευή 31 Μαΐου 2019

Ηλιοβασίλεμα

Ξεστράτιζε ένα ακόμα απόγευμα 
Άφηνε τα χέρια του ουρανού ο ήλιος 
κι άρχισε να κατεβαίνει τα σκαλιά 
για τις ράχες του βουνού
στ αντίκρισμα της θάλασσας
Χτυπούσε τα βλέφαρα ανοιγοκλείνοντας 
τους  κύκλους του.
Πως μάζευε τα μάτια του κόσμου στη χούφτα του!! 
Γύριζαν στα λημέρια τους οι σκέψεις που άφηναν για λίγο το νου
βουτώντας στα κύματα, ανακατεύοντας τα μαλλιά της άμμου, 
παίζοντας με τα βότσαλα που έσπερναν χαρές. 
Μα δες ..πως ένα ηλιοβασίλεμα άρχισε σιγά σιγά 
να κλείνει την πόρτα της μέρας .
Σαν άλλος στρατηλάτης όριζε τις φορεσιές της φωνής
γράμμωνε τα νερά των αισθημάτων στο χάρτη,
που έσερνε  το δρόσο του άνεμου .
Χάραζε το δρόμο της κοίμησης .
Κείνης της γλυκιάς θεάς που νύχτωνε στα μάγουλα γαλήνη
σκορπώντας τη μυρουδιά του γιασεμιού στις αυλές των ψυχών
ω!! χρυσοκόκκινο μου βέλος πως τραγουδάς 
ατόφιο το κόσμημα της πνοής! 


Αντίλαλος


Τώρα λοιπόν που η ίδια βροχή 
πονάει τα σωθικά μας 
θα προσπαθήσουμε 
να αγναντέψουμε το πέλαγο
μοιράζοντας τη θάλασσα;
θα περάσουμε το σπασμένο γιοφύρι
να στήσουμε τον μισοτελειωμένο δρόμο;
Κοχλάζουν οι καιροί σ αναμμένο καζάνι
κι ότι μας μένει στο νερό να ρίξουμε τη φωτιά
Οι σπόροι περιμένουν 
το χώμα νότισε δάκρυα 
να αναστηθούν ρίζες μιας φωτεινής Ανατολής
Αχιλλέα φόρεσε τον ήλιο 
Δήμητρα δέσε στην ζώνη σου το χθες να μην ξεχάσεις
Μηνά πάρε στις πλάτες τ ανοιχτήρι του ουρανού
Σοφία σκόρπισε τις φωνές στο δείλι κόκκινο να ακουστεί
Σωκράτη μίλα στις αυλές το ξύπνημα να πάρουν
Δανάη χαμήλωσε το βλέμμα σου να υψωθούν ψυχές 
Κι εσύ μικρή μου άνοιξη μείνε στο πλάι μας 
να σε κοιτούμε δυο μάτια παιδικά 
το βιός κι αντίλαλος γύρω μας να γυρνά
να μην μας σπάσουν τα φτερά 
Οι ορίζοντες μας μακρινοί μα μες το βλέμμα σου 
μια ανάσα ο κόπος και μια η αντοχή !


Πέμπτη 30 Μαΐου 2019

Σταλιές συναισθημάτων

Ανάλαφρα
που ξύπνησε το χάδι
Δεμένο καθώς ήταν 
στα μαλλιά σου 
έμοιαζε κορδέλα του ήλιου
Τύλιξα τα μάτια μου
κι αστέρωσε το βλέμμα σου
και πως 
σαν μπάλα ο κόσμος
χώρεσε στη χούφτα μου 
μια τόση δα δροσοσταλιά αυγής !


Ποίηση

Ρώτησα ένα χελιδόνι 
τι ειναι ποίηση 
κι έχτισε τη φωλιά του
μια μαργαρίτα 
κι άπλωσε τα φύλλα της 
στον ήλιο 
μια πέτρα κι έσφιξε 
αγκαλιά τη γη
τη θάλασσα 
και χόρεψε στα κύματα
τον ουρανό 
και μέθυσε στα σύννεφα

το άδικο 
κι άνθισε κλώνος ελιάς
το όνειρο 
κι ήπιε το μύρο των άστρων
τον έρωτα 
κι αγάπησε το βέλος της ροδιάς
την αγάπη 
κι έδειξε τον ορίζοντα 
το γέλιο 
και γέννησε παπαρούνα 
το δάκρυ 
κι έγινε δροσοσταλιά 
ένα παιδί 
και μου χαμογέλασε 

κι ύστερα ρώτησα 
την ψυχή 

ο ήχος των αγγέλων
που φτερουγά
γέννημα 
των ψιθύρων σου!



Τετάρτη 29 Μαΐου 2019

Στην κρύπτη του ήλιου

Σε έβλεπα να κοιμάσαι 
κρυμμένος πίσω απ τον ήλιο
Τα μάτια σου μικρά
κλεισμένα κοχύλια
στραφτάλιζαν
στα βλέμμα του ουρανού
Πετάριζαν τα βλέφαρα
καθώς τα χρώματα των άστρων
περνούσαν στις ρωγμές τους
φωτίζοντας το υγρό θαλασσί
Σαν αντανάκλαση στα νερά μου
έπλεαν οι ζεστές σου βαρκάδες
πιτσιλώντας τα λουλουδένια
πουκάμισα των ονείρων

 απόλυτη σιγή ..
ακούς πως κελαρύζει η ψυχή;



Αναγέννηση

Τόσες φορές 
μέτρησα την ομορφιά
νύχτες ξάστερες
μέρες με αστέρια
και κάθε χάραμα
μια καινούργια
ζωή της
χαρίζεται
στις χούφτες

να καρπίσουν
οι σπόροι
που με δεντρολίβανο
και δυόσμο
χτίζουν τη μυρουδιά
στη μουσική
που γεννά
τα μάτια που γελούν!



Τρίτη 28 Μαΐου 2019

Να ξυπνούσαμε ενα πρωι

Να ξυπνούσαμε λέει 
ένα πρωί και να μασταν όλοι άνθρωποι 
Να βουτυρώναμε ίσα τη φέτα του σπιτικού ψωμιού
μονάχα για το κρασί της μοιρασιάς
Να αγκαλιάζαμε την κούπα του καφέ
μονάχα για τη ζεστασιά που χει ο κόπος 
Να τρώγαμε απ το πιάτο 
την ελιά για να γευτούμε το χώμα που την ανάθρεψε
Να πνίγαμε το δάκρυ του αλλουνού
σε ενα φιλί με ρόγα σταφυλιού 
Να τα νε λέει μια βραδιά, μεγάλοι
να κοιμόμασταν και να ξυπνούσαμε παιδιά
που χουν την φλόγα στην ματιά 
και κρύσταλλο αλήθεια κι ανασαιμιά 
να τανε λέει πουλια οι άνθρωποι 
να μαθαιναν γλυκολαλιά απο της γλώσσας 
το φιλί σε δύση και ανατολή 
σε ενα δεντρόσπιτο να φύλαγε η αγκαλιά
να ταν το ονειρο κοινό που θα γελούσε τον καιρό!




Δευτέρα 27 Μαΐου 2019

Στη μικρή μας πλατεία

Όχι φίλε μου 
δεν απογοητεύει
η Δημοκρατία
μήτε ο κόσμος 
είναι άβουλος και βουβός  
Εμείς που τη δέσαμε 
κόμπο στο χέρι 
την κλείσαμε σαν ρήτορες
στη μικρή μας πλατεία
την απογοητευσαμε 
αφού πότε δεν λύθηκε 
στη γλώσσα των πολλών .
Δεν τα καταφέραμε φίλε 
για αυτό 
και δεν τα παρατάμε !

Λουστρίνι

Γυάλιζαν τόσο
που πάνω τους
χόρταινε ο καιρός
την πλάνη

γυαλιστερά παπούτσια
φορτωμένα χρυσόσκονη

μα πως κείνη η λιακάδα
σφούγγιζε το λουστρίνι
κι ανάσαινε το ματ
στο δέρμα της αλήθειας

να προσέχεις
άνθρωπε
δεν ξεθωριάζει ο ήλιος

φορτώνει τα ρέματα
στις πλάτες του ωκεανού
να δει ηλιόσπορο !




Ελλάδα


Σάββατο 25 Μαΐου 2019

Σαν ψίθυρος μπαλάντας

Αν βάσταξε ο δρόμος
ειναι γιατί γερά θεμέλια
χαμήλωναν τις ρίζες στο χώμα
Ασπρίσαμε σαν κύκνοι
που φτερουγούν
στη μιλιά της θάλασσας
μετρώντας την απουσία
στον κορμό του άπιαστου
Σφιχταγκαλιάσαμε
τη μυρουδιά του βασιλικού
γυμνοί από τα άψυχα
κουβαλώντας μονάχα
το λευκό κορμί της δροσιάς
Κι εσυ που μιλάς
κρατώντας στον ουρανίσκο
την άρπα του ατέλειωτου
κι εγω που χτυπώ στα χείλη
τη φωτιά του νερού
ζευγάδες που θρέψανε τα κύματα
κι οργώνουν ουρανό
Ζυμώνοντας ζεστό φιλί
στα περιβόλια της καρδιάς
σαν ψίθυρος μπαλάντας
με ένα τριαντάφυλλο στο στόμα
κι ένα κόκκινο πουλί
να κελαηδά ανατολή !



Φάρος

Ακόμη
κι αν σου πουν
πως στέγνωσε η θάλασσα
εσύ να κοιτάς
το βλέμμα του φάρου
φωτίζει
τα νερά της αλήθειας
κόβοντας
τους καπνούς !


Αντικριστά του ρόδου

Νωρίς 
που ξημέρωσε 
ίσα που πρόλαβε 
η άνοιξη να φορέσει
το λιαστό της φόρεμα
Αγουροξυπνημένες 
μελωδίες καλούν 
τα καναρίνια
Κι όπως το πέλμα 
ανέβηκε στο όρος της ψυχής
ηχώ το κάλεσμα 
μιας πρωινιάτικης γιορτής

Λύσε τα μάτια

άσε με
να περισσέψω
στον κήπο σου
την ομορφιά του ρόδου !

Παρασκευή 24 Μαΐου 2019

Απομεινάρια

Τόσος καπνός
τόσος βυθός
σπουδή
σαν άσπονδη γνώση
αντηλιά
πνιγμένη στα άπατα
κουρνιασμένη βοήθεια
και μια επανάληψη
που γελά πάλι
στο  αίμα

Λίγος ύπνος
έμεινε ακόμη
και
κάποια χρόνια
για
να ξυπνήσεις

θα φωνάξεις; 



Κέρματα

Κομμάτιασαν τα κέρματα 
να τα μοιράσουν 
Άρχισαν να τα βάφουν 
να μη φανεί το κενό
μπλε , κίτρινα ..ροζ.. πορτοκαλί 
Ακόμα κι αυτό το ξεθωριασμένο 
κόκκινο που στα χέρια τους ξέφτιζε 
Και πως . όλα ζώστηκαν 
στο μελανό 
μπαίνοντας στις τσέπες 
της Ιστορίας !




Ανισόπεδες σκέψεις


Τι άραγε ζητάμε;
Θέλουμε τους πρόσφυγες
αλλά όχι στον χώρο μας
Μοιράζουμε ψωμί
αλλά μας τρώει η κόρα ή ή ψίχα
Ζητάμε την ειρήνη
οι μισοί στον κρόκο της ανατολής
κι άλλοι μισοί στη δύση
στο ασπράδι προσεγμένοι.
Μιλάμε για αλήθεια
μας πως μας βόλεψε του χρόνου η συνήθεια .
Κατηγορούμε τ αύριο που μας κλέψαν
άμοιροι κι ανεύθυνοι εμείς
στην πλώρη που μας δέσαν
Μικρές του κόσμου διαδρομές
τα μάτια μας στοιχίζουν
μα δες πως κουβεντιάζουν σε στιγμές
πως σαν θα βγουν οι αιτίες
τις αφορμές πάλι θε να ραπίζουν
Τι θέλουμε να αλλάξουμε
το θεαθήναι της σκιάς
ή να ρθει ένα ξημέρωμα
που η προβιά θα κρύβει
το χρώμα μιας ροδιάς
Το δήθεν μας το χάρισαν
το τάχα να γευτούμε
μα που αρμενίζουν τα όνειρα
και στόχο δεν κρατούνε
Αντιλαλεί η σιωπή στις βροχές
κουνά τις ανηφόρες
μα πες μου κόσμε που γυρνάς
να δέσω τις σφεντόνες .
'Ολοι ένα γύρω μια γιορτή
μέσα από  το κορμί μας
που να βρει η άνοιξη μια θέση
να δέσει την ζωή μας
Κι αφού εγώ ακροβατώ
κι εσύ στάχυ γυρεύεις
δός μου το χέρι σου να δω
πως πέντε δάχτυλα ενώνουν την παλάμη
κι ύστερα πάμε τη ζωή  απ την αρχή
κι έλα να ζήσουμε σαν άνθρωποι θνητοί
σπάζοντας της αλυσίδας το κελί
μαζί να δούμε του ήλιου το ποτάμι !


Τετάρτη 22 Μαΐου 2019

Βαρκαρόλα του ήλιου

Κι άνθισε τόσο ζεστά τούτο το πρωινό
Οι πετούνιες στην κουπαστή ζυγιάζουν 
την πνοή του ανέμου .
Οι άνθρωποι περνούν σαν ξυπόλυτα 
χαμόγελα που ξύπνησαν στο φιλί του αυγερινού 
Κομψοντυμένες φιγουρες που φόρεσε η άνοιξη 
Ζεστές καλημέρες που πετούν απο καρδιές 
που κόκκινα φτερά φορούν 
Η μικρή βαρκαρόλα του ήλιου ανοιγοκλείνει
το μάτι στα νιούτσικα φυντάνια .
Κι οτι φρέσκο μυρίζει ειναι η ευωδιά 
της άνοιξης του κόκκινου βυθού 
Γιομάτη λευκά άλογα κουδουνίζει η ψυχή 
κι ο αχός των λουλουδιών λογιών λογιών 
ήχους σκορπά καρπούς να δώσει νότες 
Και που σε κοιτώ να σεργιανίζεις 
ανοίγω φτερα αγέρι γίνομαι 
να σου χαρίσω αγκαλιά.
Θωρώ σε ομορφιά στο γαλανό σου 
πέταγμα φιλί στέλνω στον ουρανό σου! 



Τρίτη 21 Μαΐου 2019

Έγνοια

Κάπου εκεί 
στο φεγγάρι
άφησα
τις αποσκευές
της ψυχής μου

αν τις βρεις
σκεπάσου
''μη κρυώσεις '


Άγγιγμα

Λίγες σταγόνες έπεσαν μόνο 
κι εκείνο το πέλαγο 
πόσο σφιχτά τις αγκάλιασε 
Είναι όμορφο 
να περπατάς στον ήλιο 
σπουδάζοντας τα νερά του !


Τι με ρωτάς πως να σου πω

Με ρωτάς να σου πω τι ειναι η αγάπη
Να κοίτα .. να βλέπεις τα πουλιά
να πετούν λεύτερα και να μετράς τα πεταρίσματα τους
να κοιτάς κείνο το μικρό κομπάκι στα κλωνάρια της γαρδένιας
κι εσύ να ευχαριστείς το χώμα που κράτησε τον κλώνο
βλέπεις τούτο το μικρό ζωγραφιστό χαμόγελο;
κάποιος ευτυχισμένος το ζωγράφισε κι εσύ χαίρεσαι
που σκέφτεσαι τη χαρά του
να μετράς τα κύματα κι ατέλειωτα να φαίνονται στη θάλασσα
έτσι που μάνα τους να γίνεσαι να τα προσέχεις
να παίζεις στις καρδιές των φίλων σαν ένα ξεπεταρούδι
που μέσα του βαστά πολύτιμα πετράδια
να νιώθεις αυτό το χτυποκάρδι κάθε που ξυπνά ο ήλιος
κι ευγνώμονας να χαίρεσαι τον ουρανό
να ξέρεις πως ακόμα κι η σιωπή σου βρίσκει την κουπαστή
στο καράβι μιας σκέψης μιας ψυχής .
να χεις την έγνοια σου φορτωμένη με ομορφιά
μη και γεράσει ο καιρός μόνος και λυπημένος
Να ακούς ένα γέλιο και να χορεύεις στην ευτυχία
γιατί κάποιος ξεγελά τον ίσκιο της ζωής
να ακούς ένα τραγούδι κι απάνω του
να μοιάζεις κιβωτός στα πέρατα του κόσμου
Να γελάς κρατώντας στα μάτια το δάκρυ
μη και φανεί η ρωγμή κι αντίκρυ σου κουρνιάσει η λύπη
Ατέλειωτα να δίνεις κι ένα περίσσεμα να σου ζητά
να ξεκλειδώσεις το κουτί για αυτό που έμεινε εκεί
φυτρώνει μια ανάσα , απλώνει ρίζες χρώματα
γίνεται μάνα , αδερφή , έρωτας, φίλος , ζεστή αμμουδιά
που απάνω της γράφουν κοχύλια κι άστρα βγάζουν φωτιά
Εγκυμονούσα αγρυπνά στης νύχτας το φιλί
και κάθε μέρα φέρνει στον κόσμο ένα παιδί
Τόσα πολλά που ειναι η αγάπη τόσα και τόσα άλλα
Να ξυπνάς το πρωί απλώνοντας τα χέρια
να της χαρίσεις σώμα , νου , ψυχή κι όλο να της χρωστάς
Πως να ιστορήσω μάτια μου .. το ατέλειωτο καρδιάς !




Δευτέρα 20 Μαΐου 2019

Ξεναγός

Ξεναγούσα 
τον ήλιο 
όταν είδα 
το φως σου

άρχισα
να του μιλώ 
για σένα 

πως.. 
ξέντυσε τα φύλλα μου
άγγιξε τους βολβούς μου
και ξεδίπλωσε .. την άνοιξη !


Κυριακή 19 Μαΐου 2019

Χνάρια και βήματα

Κι ως τα τώρα
γράφει η Ιστορία
τις μαυρισμένες σελίδες της
με το ίδιο μελάνι

κι ως τα σήμερα
μουτζουρώνουν οι χρόνοι
τα ασκέπαστα κομμάτια της
που άβολα βρέθηκαν

κι ως το αύριο
ως το άγνωστο το μερτικό
θα αποζητά το δροσερό λυχνάρι
που ήλιο θα φεγγοβολά
και μια σταλιά απόσταγμα θυμάρι

ως το τότε η άγκυρα θάλασσα
δε θα βρει
αν δεν γνωρίσει ωκεανούς
που χτίζουν γη
από απάνεμους καιρούς

Σπρώχνει τον ήλιο η παπαρούνα 
το μονοπάτι φως να ανθεί !

Θύμισες

Γεμίσαμε σελίδες από μνήμες 
έτσι ζεσταινόμαστε 
στα χνώτα που βάσταγαν 
καρυοφύλλι και πόνο 
έτσι λιγότερο ένοχοι και αθώοι 
Κείνες τις μυρωμένες Πατρίδες
που αγέννητα γνωρίσαμε 
βυζαίνοντας τη γλώσσα 
των άδολων φιλιών τους 
Πόντος , Μικρά Ασία , Κύπρος 
λαγούμια που ανθίζουν 
κι ακόμα λαλούν οι βιαστές 
Αγύρτες μοιράζουν ξένες φορεσιές 
γνωρίσματα της πούλιας 
και μάτια του Αυγερινού 
Δεν ξεχνώ 
κι αυτή η πίκρα ποτίζει ήλιο !

Ένας τόσος δα αφρός

Ακολούθησα το κύμα 
ένας αφρός του ήμουν
Γύρεψα τη σπηλιά
που ζέσταινε το φως
Αγκάλιασα με το λευκό μου
φόρεμα τα ακριβά της γρανάζια
ανάγλυφες φωνές που μαρτυρούσαν
το πέρασμα των καιρών
Η σκοτεινιά της γλυκό νανούρισμα
αρχαίας μάνας
Άφησα το πρώτο μου ριχτάρι
στην αγκαλιά της
να φεγγίζει το βλέμμα της
Υγρό νοτισμένο αλμύρα
γέμιζε το κορμί μου απ άκρη σ άκρη
Προχώρησα αργά αργά
να γευτώ όλες τις μυστικές ανάσες της
Απλώθηκα στο γαλανό να ενωθώ
με τη θάλασσα μου
α!! και πως ένας τόσο δα αφρός
κουβάλησε στις πλάτες
τόσους αιώνες ομορφιάς!



Ζέφυρου πνοή

Κι ήταν εκείνο
το κελάηδισμα
που μου ψιθύρισε
τον ερχομό σου
έπιασε η λαχτάρα μου
κονδύλι να ζωγραφίσει
τα γελαστά ερωτηματικά μου
να ατενίσει στο βλέμμα σου
περιμένοντας το
στην προβλήτα της αγάπης μου

κι όταν
συναντηθούμε
θα γνωρίσεις άραγε
κείνο το τρεχαλητό
της καρδιάς μου
που πιλαλώντας σαν άτι
ήθελε να ναι εκεί
στο γέλιο , στο δάκρυ
στη φωνή στην ματιά
σε κείνο το άγγιγμα
των μαλλιών σου
να ακουμπά τον ζέφυρο
στα χείλη σου

θα νιώθεις άραγε
αγαπημένε
όλα τα εκεί που ήμουν
πριν δω τα μάτια σου
και πόσα μαζί
χώρεσαν οι αιώνες
μονάχα
για να φυσά την ανάσα
στο στόμα σου σαν μέντα
να περπατά στους δρόμους σου
πατώντας στις μύτες
μη τρομάξει το απαλό σου βήμα

να σποριάζει τον κήπο σου
μη μαραθούν τα φύλλα
απ τα άγρια χέρια του καιρού
να πίνει μονορούφι τον ήλιο
ροδίζοντας την κάθε δύση σου
να ξεχορταριάζει τους θυμούς σου
μπήγοντας τα δάχτυλα στην άνθιση

άραγε λογιάζεις αγαπημένε
τις ώρες της αγρύπνιας μου
πόσες αράδες ανομολόγητα
λόγια σου φώναξα
πόσους χειμώνες τα φορώ
ηλιόλουστα του στέρνου 
κύματα που στολίστηκαν
την ομορφιά της θάλασσας

και ετούτη .. ετούτη η στιγμή
στο τότε στο τώρα
σαν άνοιξη αμάραντη μυρίζει!


Σάββατο 18 Μαΐου 2019

Ρόδο

Ότι λάτρεψα 
ήταν ένα ποτήρι
κόκκινο κρασί
στο ανέφελο της αγάπης
το ήπια
σαν δροσερό ρόδο
που έσπερνε
τα φύλλα του
στον άνεμο
απλόχερα στη ζεστασιά
Στη μυρουδιά του
γιόρτασα την άνοιξη
κι έτσι έμαθα
να μιλώ στα αγέραστα χρόνια

δεν υπάρχει ζωή χωρίς νότα
μα ακόμα κι απ την σιωπή της
μαθαίνεις να τραγουδάς!



Παρασκευή 17 Μαΐου 2019

Αντάμωμα λύτρωσης

Tόσα τα χρώματα
που μήτε στα μάτια μου 
μπόρεσαν να σταθούν
Προχώρησαν στο δέρμα μου 
στα μαλλιά μου 
στα χείλη , στον ουρανίσκο
στα δάχτυλα που έπαιζαν
στο θρόισμα της πεταλούδας
όλα ..σαν ένα χρυσοκόκκινο 
που μόλις βύθιζε τα πόδια του 
στη θάλασσα .
Τούτη τη στιγμή 
ρίγησαν τα φύλλα μου
σείστηκαν οι ρίζες της ψυχής μου 
κι οτι έμενε στο απέραντο 
ήταν εκείνη η λευκή γραμμή 
που άφηνε το σμήνος των πουλιών
να ξεχωρίζει το πέταγμα 
μέχρι το αντάμωμα της λύτρωσης 
Κείνης της σιγής που ερχόταν με κρότο
να τραγουδήσει στον κύκλο 
των διάφανων αστεριών!


Το τραγούδι του αγεριού

Κι άρχισε να σφυρίζει μες τα αυτιά του ο αγέρας 
Σταμάτησε για λίγο το βήμα να ακούσει τα μελλούμενα του
κι ένα τουμπερλέκι που ξεμύτισε
απ το πουθενά , κρατώντας στα χέρια του
ένα παιδί του σπανε τη σιωπή. 


-Ει .. όχι εδώ πάνε πιο κάτω
τα λόγια ενός γεματούτσικου σκούφου
που ζέσταινε την κυριλάτη καράφλα
ακούστηκαν σαν βαριές πατημασιές
που επιβλητικά χτυπούσαν την άσφαλτο
Το μαγαζί στρωμένο με τα λευκά τραπεζομάντηλα
και το βάζο με τα ψεύτικα λουλούδια
δεν άντεχαν τούτο τον ''άγριο '' ρυθμό
της μουσικής που βάραινε την άσφαλτο


-Πάψε φώναξε στ' αγέρι θέλω να ακούσω
Στην σιγή του χόρευαν εκείνες οι άτιμες σκέψεις
που καμιά φορά θέλεις να τις χτυπήσεις σαν χταπόδι
να πάψουν να σου μαρτυρούν αλήθειες .
''Δε θες βρε αδερφέ δε γέννησες εσύ όλο τον κόσμο''
Να λοιπόν τι μας πειράζει .. ο άλλος δρόμος
αυτός που όλο μέσα στα πόδια μας μπλέκεται
και δε λέει να κάτσει στη γωνιά του
να πάρει αυτά που του ανήκουν
να δει πια πως δεν μπορεί να σουλατσάρει
εκεί που δεν τον σπέρνουν .
Δεν βλέπει τις γκρί γραβάτες; δεν ακούει τον αλλιώτικο ήχο;
κι αυτό το παιδί πρέπει .. πρέπει να μάθει
να ξεχωρίζει την πραμάτεια του με άδεια χέρια
ξυπόλητα πως να βαδίσει στο ακριβό χαλί
'-Φιλαράκο θα μου μάθεις να παίζω;
ξεστόμισε το στόμα του 


Ένα ρεσάλτο σαν πειρατής που μόλις κούρσεψε
τον κόσμο κι ένα ύφος νικητή βρέθηκε στο πλάι του .


Μικρός δάσκαλος κι αγέννητος παλιός μαθητής
βρέθηκαν να γρατζουνούν την ίδια νότα .


Περίμενε του πε ο μεγάλος μαθητής
κι άρχισε να τρέχει πίσω στην βιτρίνα του μαγαζιού .
Λαχανιασμένος στάθηκε στην εξώπορτα
αντικρίζοντας κατάματα τον ατσαλάκωτο σκούφο.
Πάλι τ ' αγέρι σβουρίζει στα γύρω του


- Συγνώμη κύριε ακούτε τ ' αγέρι; 


- Αχ μα ναι .. λυσσομανά ο άνεμος 


- Γελώντας του ρώτησε; το τραγούδι του τ ' ακούτε ;

Τι όμορφα που στρώθηκε το τουμπερλέκι στις νότες του!


Μπρούσκο φιλί

Κι όσο εσύ
υποταγή
θα μοιράζεις αγκάθια
εγώ
θα περπατώ στον άνεμο
θα γίνομαι θύελλα
στο στεγνό σου λιμάνι
βροχή
στην μνήμης
τα αποξηραμένα φύλλα
μαΐστρος
που κουβεντιάζει
στο όνομα της απανεμιάς
ζεστό ψωμί
να μοιράζομαι
στα χέρια τα ραγισμένα
πιοτί
μπρούσκο φιλί στης μοναξιάς
το άδειο κελί
μέχρι που..
να σπάσω
να κοπώ
να ξεγυμνωθώ
κι ύστερα πάλι
να αναστηθώ
έτσι ..
όπως γεννήθηκα
'' ελπίδα ''


Τετάρτη 15 Μαΐου 2019

Ταξίδι στον κόκκινο μύλο


Φορέσαμε δυο παπούτσια στα χέρια
κι αρχίσαμε να περπατάμε
τίποτε δεν θα εμπόδιζε το ταξίδι
Ο ναύτης μόλις είχε καμακώσει ΄
ένα γερό κατάρτι
κι η χώρα φορούσε την ασπίδα της
Πάει καιρός που χε πλέξει την πανοπλία της
πηλός και δάκρυ είχαν στεριώσει στα πλευρά της
Κι εκείνες οι χαραμάδες που γέρνανε στ αμπάρι της
μολύβια και θάλασσες κουβαλούσαν
Άνοιξε τα πανιά του ο ήλιος
τι κι αν λίγοι φαινόταν οι ακροβάτες
τα διαπιστευτήρια τους τα χανε δώσει στη ζωή
Μήτε τ αγιάζι μήτε η φουρτούνα τα τσάκισε
Λύγισαν τα γόνατα της υπομονής για λίγο
μα κείνο τ απέραντο φύσαγε στα σωθικά της
Το κατάστρωμα μύριζε ξύλο οξιάς
κι όπως λογίζαμε τα όνειρα ακόμη τραγουδούσαν
Δέσαμε τα κουπιά στα πόδια
κι ότι γλυκολαλούσε ήταν εκείνο
το τραγούδι της συντροφικότητας
Χρόνια τώρα χουχούλιαζε στον κόκκινο μύλο
αχ !! και να άκουες πως μοσχοβολάν
τα αρμυρίκια σαν δίπλα τους περάσεις
μ ' ολάνυχτη καρδιά!


Ήθελα να πω

Ήθελα να πω
για τον ήλιο ,την αγάπη
την αγκαλιά,την ομορφιά
την ζεστασιά ,την ειρήνη
την αλληλεγγύη ,το χαμόγελο
κι όλες οι λέξεις
κλείστηκαν σε μία 

   παιδί !

Γλυκοχάραμα

Ήσυχοι δρόμοι 
Αβίαστα ξεχωρίζει 
τα χρώματα του το χάραμα .
Μικρές πεδιάδες 
ανοίγουν τα πέταλα 
κοσμήματα της γης
αρώματα στο γύρω του αγεριου
Βοούν οι συναυλίες των πουλιών
Το θρόισμα των φύλλων 
αρπάζει την ηρεμία 
Υποχωρεί σπασμένη η ομίχλη
να σεργιανίσει άπλετο φως 
Πέπλο στην πλεύση του νου 
ο ήχος της φυσαρμόνικας 
που παίζει ο κωπηλάτης του στέρνου
ζεσταίνοντας τη φωνή 
να φτάσει στο ξύπνημα του ονείρου 
ένα απαλό φιλί . 
Μύρισε η μέρα γιασεμί !



Δευτέρα 13 Μαΐου 2019

Κάποτε 
θα αποδίδουμε δικαιοσύνη
κρατώντας στη φούχτα 
τον ήχο μιας δροσοσταλιάς 
ζυγίζοντας το πέλαγο
στα μέτρα των πολλών
μετρώντας τα κύματα 
μ' ένα άστρο ή μ' ένα γιασεμί !

Με ρωτάς να σου πω τι ειναι Ελευθερία
ειναι να είσαι ο εαυτός σου
σε όποιο μετερίζι σε όποιο στασίδι
Να πέφτεις σαν πέτρα
να σπας στο κενό κι ύστερα
να γίνεσαι αέρας
να ξεδιπλώνεις  τα σύννεφα της βροχής
με τα δάχτυλα
να ραντίζεις τον ήλιο σου
να μην στεγνώνουν τα μάτια
Ελευθερία ειναι να ακούς 
να βλέπεις μα να μιλάς με την καρδιά σου
Να αγαπάς μ αυτήν δίχως να νοιάζεσαι αν σ αγαπούν
να δίνεις κι ατέλειωτα να χρωστάς
στον αέρα που αναπνέεις 
στα χείλη που φιλάς στον έρωτα της αγκαλιάς
στα λουλούδια στις μουσικές στα βότσαλα
Να δύεις και να ανατέλλεις γνωρίζοντας
μόνο τα κύτταρα της δικής σου πηγής
Να πνίγεσαι στα βαθιά και να ξέρεις
πως το χέρι σου το κύμα κρατά
Ελευθερία μάτια μου ειναι
μια θάλασσα απ αγάπη
Αντέχεις ; αντέχεις να αγαπάς;



Είδωλα

Παραποιημένες ζωές
μετάλλαξη
Εγωκεντρισμός του κέρδους
μιας αυλής σταγόνας
Παρανόηση .. πλήγματα
Ψεύτικες ελευθερίες
καθρέφτες που ομορφαίνουν
την ασχήμια
χειροκροτώντας το είδωλο

Ω !! αγαπημένο είδωλο
κι αν σπας
σε φτιάχνουν τα καλούπια

Σβούρες που αναζητούν
τη δύναμη στο λάθος
να πριονίσουν την ανάσα

Χλευασμός  στο ακατανόητο
να πάρει μπόι η μορφή
Γνώση ..στερνή τροφή
γρήγορα αναμασούν την φλούδα
φτύνοντας τον καρπό σου

Μιζέρια .. μιζέρια αξιών
και πως τα δάχτυλο
να βρει το δαχτυλίδι

Πώς να αλλάξει
τούτος ο κόσμος Κερέμ
ακόμη και ο πόλεμος
πλούτος της φτώχειας γίνεται
ο θάνατος μικρή πομπή
λάβαρο να χουν οι μικροί

Μαρμαρωμένε βασιλιά
που το όνειρο
και που η λησμονιά
τελώνες , φαρισαίοι
κλέβουν αδίστακτα ζωή
μοιράζοντας άδεια ψυχή

μα άκου 
τα κύμβαλα μοιράζουνε φωτιές 
θα ρθούνε μέρες καρπερές 
να αδράξουν απ τ' αδράχτι 
λάβα στ' αντίκρισμα της ομορφιάς 
μονάχα στο γελεκάκι
πλέξε τους κόμπους ανθρωπιάς !  



Κυριακή 12 Μαΐου 2019

Φύλακας άγγελος

Έρχεται εκείνο το δειλινό 
και κλέβει τα μάτια
θυμίσει πως μόνο η μέρα κλείνει
το όνειρο συνεχίζει τη ρότα του
Κι ίσως όσο μεγαλώνουμε
να μικραίνουν οι χαρές
σαν πολύτιμα σμαράγδια
κι οι απογοητεύσεις , οι πίκρες
να κρέμονται πιο εύκολα στα δίχτυα μας
Βλέπεις οι λεπτομέρειες πια κεντάνε
το φόρεμα της ζωής
Μα τίποτε δεν τελειώνει
όσο υπάρχει μέσα μας .
Γιατί αμέτρητα είναι τα άστρα
ατέλειωτος ο ουρανός
απέραντη η θάλασσα
γιατί μετά τη βροχή
βγαίνει ουράνιο τόξο
γιατί η αγάπη δεν έχει χρόνο
τόπο, ώρα, σημαία, όρια ,σύνορα
Δεν έχει τέλος η αγάπη
μήτε η ομορφιά ξεριζωμό
Και το όνειρο μοιάζει με φυσαλίδα
που σπα και γεννά συγχρόνως
βάφει τα χείλη κι αναζητά
λευκό ορίζοντα να μεγαλώσει
να στήσει με τα δάχτυλα τη γη του
Όμορφο βράδυ κι οι σκέψεις μου
μικρά βήματα που πλάι σου τριγυρνούν
Να κοιτάς ψηλά .
πάντα ένα αστέρι σαν φύλακας άγγελος
θα φορά τα μάτια μου ..να σε προσέχει!



Κόκκινα χέρια

Μη φοβάσαι
τα ματωμένα χέρια
ειναι
που έσκαψαν
βαθιά στην ψυχή
μέχρι
που να φυτρώσουν
στα δάχτυλα
τριαντάφυλλα !