Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2019

Ακροβάτης της γης

Έδεσες τα μάτια μου πάνω σου
τα πόδια μου έγιναν φύλλα
που ανέμιζαν στη θωριά του ουρανού
Άφησα απαλά τα χέρια μου
να σχηματίσουν
έναν λυγερόκορμο μίσχο
που να βαστά τις ελπίδες μου
Οι μουσικές στη διαπασών
ορμήνευαν τα λόγια 


Γύρευε η γύρη το φουστάνι
να κρεμαστούν μύριοι σπόροι
φανέρωμα ζεστού λυτρωμού 


Ποιος λόγιαζε πια
τα ματωμένα γόνατα
πάνω τους χόρευαν αρμυρίκια
κι ανάμεσα στο φως
και στο γιόμα γεννήθηκα
ακούγοντας το σκοτάδι
να γεννά τον ήλιο

γιόμισε το δωμάτιο
κόκκινες πεταλούδες
γνώρισα τα κομμάτια μου
κι άρχισα να πετώ
σαν μόλις να φύτρωσα
με ένα τσαμπί στο στόμα
ρόγα στις ρόγες του παντού
βυζαίνοντας την άκρη
του ρόδου !



Διάλογος

-Μεγαλώνεις ..μεγαλώνεις μάτια μου
και να που θα κάνεις την πρώτη σου παρέλαση
πρωτάκι και είσαι μέσα στην άγια χαρά
χαρούμενος κουνάς το σημαιάκι σου
-Γιαγιά κοίτα η σημαία μας πως κυματίζει
γιαγιά έχουμε γιορτή γιορτάζει η πατρίδα
θα μου πεις την ιστορία;
-Ναι αγάπη μου έλα στην αγκαλιά μου
θα σου πω την ιστορία που δε θα μάθεις
ίσως ποτέ απ τα βιβλία.
Πριν πάρα πάρα πολλά χρόνια οι Έλληνες,
ο κόσμος ,γυναίκες άντρες ακόμη και παιδιά 
γίνανε ασπίδες για να φυλάξουν την Ελλάδα μας.
Χάθηκαν πολλοί άλλοι στα βουνά ,άλλοι γιατί
δεν είχαν να φάνε κι άλλοι γιατί πολέμησαν 
με τους Ιταλούς με όπλα τους πιστόλια ..πέτρες ..
θέλαν την πατρίδα τους.Νίκησαν κι έτσι η Ελλάδα
έμεινε στα χέρια των Ελλήνων
παύση ……………
Κάπου εδώ κολλάν οι σκέψεις ..στα χέρια των Ελλήνων
ποιών Ελλήνων; ποιο έμεινε; ποιους Έλληνες ;
κάθε μέρα κι ένα κομμάτι της χώρας μου πουλιέται δίχως ίχνος ενοχής τι μένει; κρεμάστηκε η αξιοπρέπεια της 
στο παζάρι κι οι πωλητές της με τη χούφτα ανοιχτή
ποιοι Έλληνες; και τι να πολεμήσουν ;
πως πολεμάς το αθέατο και με ποια ψυχή ;
πώς να τα πεις αυτά σε ένα παιδί ;
πώς να εξηγήσεις πως οι παράτες δεν τιμούν τους νεκρούς
πως τα τανκς δε λειτουργούν χωρίς ανθρώπους
πως η πείνα που θέριζε τότε τον κόσμο
άνοιξε τα πλοκάμια της στις μέρες μας, 
πως οι άνθρωποι τότε σκότωναν και σκοτώνονταν
για την ελευθερία αυτή που σήμερα εξοστρακίστηκε 
από τα επανωτά βόλια των αφεντάδων μας ,
πως οι αυτοκτονίες είναι έργα που γίνονται 
με την απόγνωση που πρόσφεραν 
μια χούφτα Έλληνες στους Έλληνες ..
πώς να πάρει η ευχή ..πως;
-Εεεεε γιαγιά σου μιλάω ξεχάστηκες;
-Ναι αγάπη μου ξεχάστηκα .. εσύ να θυμάσαι πως η γιορτή
είναι των ανθρώπων που ακόμη διψούν για ελευθερία
είναι για να μην ξεχνούν οι Έλληνες ποιοι είναι
μη χάσουν τη ρίζα της ελιάς στο κέρμα κάποιας ζητιανιάς
-Τότε γιαγιά γιατί κάνουμε παρέλαση;
-Για να δουν οι άλλες χώρες κι άλλος κόσμος ποιοι είμαστε
και γιατί κάποιοι θέλουν να φορέσουν τα καινούργια
κουστούμια που πήραν και για να δείξουν ότι είναι αρχηγοί
-Πώς να σου δώσω να καταλάβεις καρδούλα μου
πως η Ελλάδα μας θα είναι ευτυχισμένη 
όταν τα παιδάκια της έχουν να φάνε, 
πως γίνεται δυνατή όταν στη αυλή του κάθε σχολειού
πετούν περιστέρια , όταν στο σχολειό μαθαίνουμε
να κρατιόμαστε χέρι χέρι όλοι μαζί, 
όταν δεν κρυώνουν τα παιδιά μέσα σ αυτό ,
όταν η μαμά και ο μπαμπάς έχουν δουλειά
και τους βλέπεις χαρούμενους,
όταν και εσύ μεγαλώσεις και γίνεις μπαμπάς 
και θα παίζεις με τα παιδιά σου μιλώντας 
για την Ελλάδα και θα τους λες με καμάρι 
πόσο περήφανος είσαι που είσαι Έλληνας 
χωρίς να βουρκώνουν τα μάτια σου όπως τα δικά μου
για αυτήν την Ελλάδα την όμορφη Ελλάδα για αυτήν
που θα γελά …
-Γιαγιά κλαις ;
-Όχι μωρό μου ένα σκουπιδάκι μπήκε στα μάτια μου
……..έλα κανε μου μια αγκαλιά!

Έγνοιας φιλί

Κι ως ήθελε
να διώξει τη συννεφιά
έγινε ανεμάκι
φύτεψε στους ώμους
τα φύλλα του δάσους 
στο στέρνο 
την κόκκινη πνοή
σφύριξε το κίτρινο αστέρι
το ξέφωτο να ανταμώσει
ύστερα
γίνηκε ροδιά
να γλυκάνει τους σπόρους
της μουτρωμένης μέρας
χώρεσε στο τάσι
γλυκόπιοτο φιλί
να τρατάρει την αυλή
γίνηκε
λουλούδι , πουλί
τρυφεράδα , αγκαλιά
γέλασε σαν ψυχή 
της έγνοιας το φιλί

πως άναψε ο ήλιος
παίζοντας στη βροχή!

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2019

Άτιτλο

Τίποτε να μην πεις 
Μήτε ο ουρανός μήτε η γη μιλούν 
ξέρουν πόσο .. αγαπιούνται !

Φως

Ψιθύρισα 
τις σιωπές των χρωμάτων
στα αυτιά κουφού καιρού 
Κι έτσι έμεινα απο- στατης 
των άχρωμων στενών 
βαδίζοντας με πείσμα 
στο δρόμο για το ξάγναντο !

Σκίτσο γραφής

Εκεί στη σιωπή σου σε ακούω
ακουμπισμένη στον βράχο 
που παίζουν τα νυχτοπούλια
τα λόγια σου μηνύματα 
που σκορπούν τα κύματα
Δίπλα στα αρμυρίκια που νοτίζουν
τα βλέφαρα του φθινόπωρου 
γνώρισα το απόλυτο φιλί της γαλήνης
Σε κράτησα στη χούφτα μου 
σαν από σπόρο που μόλις με γεννούσε 
Το τραγούδι σου ένα με την πληγή μου
μοναχικό κι απόκοσμο γεμάτο από φωνές  
που άλλοτε κρύβονταν μη βρουν τη σάρκα τους 
κι άλλοτε χόρευαν αφήνοντας λεύτερες τις ψυχές
να γελάσουν με τα σκερτσόζικα παιδιά του ανέμου 
Έτσι μέσα μου προχώρησες σαν μια στάλα νερό 
ένα μεγάλο βουνό που γητεύει τ άστρα 
Τα τρύπια γρόσια που σου χάρισαν δανείστηκα 
να μάθω πόσο κοστίζει η άνοιξη 
κι έπειτα πλάι σου έμαθα την διδασκαλία των παιδιών 
Τα φρούτα των χυμών τους ανάστησαν τα δέντρα 
να μυηθεί ο άγνωστος παράδεισος στα μάτια τους 
κι ύστερα απλά σε μια φέτα ψωμί χόρτασα 
την πείνα των μικρών μυρμηγκιών 
Σε έμαθα να τραγουδάς με τη φωνή των φύλλων 
στο θρόισμα των μίσχων 
κι έτσι τα βράδια σωπαίνουν τα αγκάθια!




Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2019

Αξόδευτα

Αδιαπραγματευτη 
αυτή η εμπιστοσύνη 
μήτε δανείζεται μήτε σκορπιέται 
Μονάχα σα ρόδο 
σε δυο δάχτυλα χαρίζεται 
σαν πως να γνώριζε το χώμα 
την ώρα που πέρα απ τα μάτια 
κοιτά η καρδιά !


Απόστημα

Πώς να σπάσει ; ποιος να το σπάσει;
αφού έμαθες να το φοβάσαι
Το κοιτάς σαν χιονόμπαλα να κατρακυλάει
στον κήπο σου ..να σου παγώνει τα λουλούδια
να καίει τις ρίζες τους .. κι έμαθες μόνο να το κοιτάς
Μέτρα το μπόι του ..δες πόσο μικρό γίνεται
όταν αναμετριέται με τα χρυσοκόκκινα 
φύλλα του φθινόπωρου,
πόσο τρομάζει στα δάχτυλα της μουσικής
συρρικνώνεται στο άνθος της ομορφιάς
μοιάζει κουκκίδα μπροστά στο σεβασμό
στο βλέμμα που κοιτά κατάματα,
στην αλμύρα που γεννιέται απ το κοχύλι της ψυχής .
Ένα απόστημα που άφησες να μεγαλώνει
περνώντας πλάι του χτενίζοντας το νου
στον ωχαδερφισμό ,στο έτσι είναι ο κόσμος
Ποιος κόσμος; ποιος δρόμος;
δεν είσαι εσύ; δεν είμαι εγώ;
τρύπιο κι άδειο παλτό τούτη η δικαιολογία
μα έμαθες να το φοράς σαν να ναι άλλος

αφορμή κι εκείνο η αιτία.
Για δες λοιπόν.. ο ουρανός στα μάτια κοιτά τη γη
κι εκείνη αν θα καρπίσει θα ναι γιατί
απ το δικό του το βυθό ένοιωσε ζεστασιά
απ της βροχής τα άγουρα φιλιά πίνει και ξεδιψά
Για δες πως στήθηκαν στις κορυφές αδόξαστοι θεοί
μα πάντα οι θνητοί γεύονταν μέλι και ρακή
Όταν κλωτσάς τον ήλιο στερεύει το βουνό
Πάψε λοιπόν το απόστημα να το κοιτάς
κι εγώ μαζί σου σε έναν ουρανό ψάχνω να βρω
αμόνι και σταυρό να κάψουμε το σάπιο να τρέξει
το νερό από πηγάδι που έχει ανθρώπινο κορμό!



Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2019

Με τα μάτια χαμηλά

Μίλα μου μίλα μου για κείνο το χθες
το αμούστακο που γύριζε στους δρόμους
κρατώντας το καρυοφύλλι
Τα αντρειωμένα κορμιά που ύψωναν
το λάβαρα της λευτεριάς κορφή σε κορφή
Το αμπέχονο που βάραινε στους ώμους του
λευκός χιονιάς μα ξήλωνε τις μπότες της υποταγής
Πες μου για τούτες τις γυναίκες που βύζαξαν τον ήλιο
σε ένα χορτάρι παγερό μα είχαν στανιό τους το χορό
για κείνα τα ατρόμητα πουλιά που χανε μέσα τα φτερά
μίλα μου για τος σταυραετούς που παν το ΟΧΙ
σπάζοντας κάλπικους καιρούς
Μα αν ειναι κάτι να φέρεις από χτες 

ένα λουλούδι δώσε μου να αφήσω φόρο τιμής
για κείνους ,κι ένα τραγούδι 
δεν τους κλαίνε της τόλμης τους  νεκρούς
κοιτούν ψηλά και χαιρετούν τους Γερανούς !






Απόσταγμα

Τίποτε πιο ζεστό
από μια ανάσα
που δεν 

γνωρίζει αποστάσεις
κι έτσι τυφλά 

πέρα απ τα μάτια
κεντά 

με κόκκινη κλωστή
να ροδίσει το φεγγάρι

σβήσε 

τα φώτα ουρανέ  
φέγγουν .. ψυχές !


Διαφορές

Η ώρα
που έγραφα ήταν 5
η ώρα
που διάβαζες ήταν 8
να έβλεπες άραγε
τι είδα;

α!να έπαιρνες τα μάτια μου
να έκρυβα το βλέμμα σου!


Αναζήτηση

Υπερεκτίμηση του νου  
υποτίμηση της ψυχής
μέσος όρος αόριστο 

Κούφιος δρόμος 
σε άνυδρη γη 

χάθηκε ο άνθρωπος 

δανεικό κενό 

Γυρίζω στη μήτρα του τίποτα 
να γεννηθώ μηδενικό 
στα μάτια της μιας ανατολής ! 


Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2019

Αδιαίρετο

Κάθε
που θα φεύγεις
από σένα
να με παίρνεις
μαζί σου
έτσι
που να μπορώ
να νιώθω
απ την αρχή
το γιατί
σε ξεχώρισα!


Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2019

Απέχω

Απέχω
απ την γραφή της ομοιοπαθητικής
λαγνείας λέξεων
την σκουριά πεπαλαιωμένων ιδεών
της διαβούλευσης του έρωτα
από τον λόγο του κενού
στ αντάμωμα ενός άδειου δειλινού
από τις σοφιστείες της ζωής
εκεί που οι ανάσες γράφουν κανείς

μετρώ τον ήλιο με τα δάχτυλα
αφουγκράζομαι τους άστεγους ήχους
πεινώ με το στόμα της μιας μπουκιάς
διψώ στα πεζοδρόμια της φλαμουριάς
γυμνή δένομαι στα κομμάτια της καρδιάς
λατρεύω το ξάστερο φως της ερημιάς

υμνώ τον έρωτα στα μύχια της ψυχής
κι ότι αγαπώ πάνω μου το χω
σταυρό μου κι οδηγό
μ αυτό τον κόσμο να κοιτώ
σαν να ναι τριαντάφυλλο
που χει στα στήθια βάλσαμο
στα φύλλα του γέλιο του κρίνου παιδικό!


Κρυφή αναγνώστρια

Άκου κοπελιά μου 
από αντιγραφές δεν γίνονται ποιήματα
από κλειδαρότρυπες δεν βγαίνουν συναισθήματα 
κι από έρωτες της μιας βδομάδας 
δεν γεννιέται αγάπη .
Πάψε λοιπόν να παραποιείς και να ματώνεις λέξεις 
που δεν γνώρισες και δεν ένιωσες ποτέ
Άλλο το αλισβερίσι για τo εγώ σου
άλλο ο έρωτας της ανάγκης 
που κρέμασες  φο μπιζού στο λαιμό σου
κι αλλο να ζεις μοναχα για τον ανθρωπό σου
Ασχολήσου με ότι μπορείς 
γιατί καμιά φορά και η σιωπή σπάει 
να την προσέχεις ! 

Ένα εγω κομμένο στα δυό

Και τι θαρρείς ειναι ευτυχία ε;
Ένα πρωινό φιλί
να σπρώχνει κείνες
τις δυσκολίες της μέρας
που τσαλαβουτούν στο νου
και δένουν σα φύκια την ομορφιά

Ένα περπάτημα στο ίδιο βήμα
κι ας μην αφήνει ίχνη
να χει το σγουρό γαργάλημα
της άμμου κι ας λείπει η θάλασσα

Ένα μουρμουρητό απ τα χείλη
να ακούς τα νούφαρα να τραγουδούν
στη λίμνη των ματιών

Να κοιτάς τα πουλιά να ισορροπούν
στα σχοινιά στο ίδιο βλέμμα
κι εσύ γέφυρες να βλέπεις
να περνάς στο όνειρο

Ένας αχνιστός καφές αντικριστός
που να κοιτά το ηλιοβασίλεμα
σε δυο χούφτες ενωμένες
που το κρατούν στην μοιρασιά τους

Ευτυχία να τώρα τούτη τη στιγμή
που τα μάτια μου σου δίνω
να κλέψω το γέλιο σου!




Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2019

Φεγγαρολουσμένοι

Είναι κείνα τα τραγούδια
που σκέφτονται

οι μουσικές που τα μιλάνε

αυτοί οι μεθυσμένοι
από τη γύρη του μελιού

οι άλλοι που φόρεσαν
στα μάτια τη σελήνη

είμαστε κι εμείς οι όλοι
ισόβιοι ονειροπόλοι

στης καληνύχτας το φιλί
χαμόγελο της μέρας
να κεντάμε !

Γράμματα

Ακόμη κι αν ποτέ
δε φτάσουν
τα γράμματα στ ακρογιάλι
συνεχίζει ο ήλιος
να τα ακολουθεί
σπουδάζοντας
μόνο
την ομορφιά
της θάλασσας
κάτι από μπλε
κάτι από κοραλλί
έτσι όπως φορτώνει
το χάραμα
το φως σε ένα φιλί.. ζωή!




Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2019

Συγνώμη μαργαρίτα μα ειναι που αιμορραγεί ο νους και το φιλί σου λάβδανο κι άρνηση στην υποταγή .

Κι αφού αρχίσαμε να μαδάμε την μαργαρίτα 
ας δούμε που βρίσκεται το γλυκόφιλο . 
Τώρα θα μου πεις τι φταίει η μαργαρίτα .
Ετούτη δεν μετρά φυλλωσιά , χρώμα μήτε ξετσίπωτη 
γυρνάει να ξεμυαλίσει το χορτάρι. 
Περίσσεψε η υποκρισία και βρήκε τρόπο να σταθεί 
η εκάστοτε εξουσία .Τι σας ενοχλεί κύριοι των ηθικών ,
άγραφων νόμων. Η βουλιμία σας για δόξα 
αχόρταγα τη λατρεία της γυρεύει. 
Προστάτες των παιδιών γυρνάτε και από άδειο βυζί 
το γάλα αναζητάτε . 
Να σας θυμίσω λοιπόν πονόψυχοι διαβάτες 
Η πορνογραφία των παιδιών ,
καλά κρατεί και τρέμει το μυαλό μου ποιος 
θα φυλάξει το παιδί. 
Το αλκοόλ στην εφηβεία πλασάρετε με ύφος και μαγεία. 
Τα παιδιά που θέλετε να αγκαλιάσετε 
δεν γνωρίζουν χρώμα και εθνικότητα . 
Δεν άκουσα να κελαηδάτε με κραυγή στον πόλεμο
και στη σφαγή.
Στα χαζοκούτια που κερνάτε να διασκεδάσει το παιδί ,
τα όπλα και τα αρχηγιλίκια προσταντζα δίνουν
στο άδικο με οφειλή . 
Το μπούλιγκ στα σχολειά γίνεται μόδα 
με μίνι φούστα και φτερά .
Κι αν πάμε και στα πιο ψηλά πτυχία ανεργίας 
διαβάζουν δυνατά. Μπρος στα φανάρια επαίτες
άχρωμες ψυχές γυρεύουν για να δουν 
του μεγαλείου σας τις τρύπιες ενοχές .
Ένα παιδί το γέλιο του να κρατήσει με το στανιό 
και άγχος προσπαθεί και εισιτήριο του δίνεται 
το άπραγο και το αδιάβατο στο δρόμο του 
να βρει κι αν ειναι να σωθεί το αλισβερίσι 
έχει κλωτσήσει στα σπλάχνα του ένα ατελείωτο γιατί.
Λοιπόν κύριοι της λύκαινας και της φωτιάς 
με πόση υποκρισία γελάτε στο άδικο δείχνοντας 
για τρομοκράτη μια ταινία που ποσοστά 
θα πάρετε για τα δικά σας μερτικά που κρεμιούνται 
σε ένα ρόλο που αδιάκοπα κι ασύστολα σας κυβερνά .
Κι αυτή η μαργαρίτα πως να χωρέσει τόσα φονικά .
Ευτυχώς που από το χώμα γεννιέται άλλος μίσχος 
να απλώσει δίχτυα στη σάπια σας ψαριά. 
Κι ακόμα κελαηδούν πουλιά να παίζουν 
μελωδίες σε χέρια παιδικά !

Άτιτλο

Ταξιδεύοντας άκουγα τα κύματα
δεν έβγαζα τα λόγια τους
έτσι έγινα θάλασσα
να βλέπω τα μυστικά της ψυχής τους
Αθόρυβα ..πλάγιασα στη μουσική τους 

κι έμαθα να σ ακούω !

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2019

Πίσω από τις γρίλιες

Βράδιασε .. κι η μυρουδιά
από φρεσκοραντισμένες
ζεστές μολόχες ηχούν στα αυτιά
Περπατώ στο πλάι σου κι έτσι
βαδίζω στον άνεμο
παίζω πίσω από τις γρίλιες
των ματιών σαν άλλο παιδί
που φόρεσε την καινούργια ποδιά
του ουρανού .
Γελάς που δε μ ακούς ,
γελώ που δε σε βλέπω
και που εμείς πάντα συναντίόμαστε
Ο κόσμος θαρρείς για να γελά γίνηκε
να ακουμπά το ξέφωτο στα χείλη του
Ένα κομμάτι ουρανού
γράφτηκε στις φλέβες 
έτσι που αύριο σαν περπατήσουμε
δίχως τα ίχνη μας το ίδιο πέλμα να φοράμε
Μικρές ανταύγειες που ανταμώνουν
στο σκίρτημα να ζωγραφίσουν την αγκαλιά
ανάμεσα στις νιφάδες των χτύπων
και τη ζεστασιά της άσβηστης φλόγας
Κοίτα πως πέφτει ήσυχη η νύχτα
σαν νότα στο πιάνο της ψυχής
σαν μόλις ένα πεφταστέρι 
να χύθηκε στις χούφτες ! 



Λυτά κλειδιά

Ναι το ξέρω
δεν παλευονται ευκολα
τα δεδομένα
μα εχει τόση χαρά
να προσπαθεις να ξεφύγεις
απ τη συνήθεια !



Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2019

Γαλάζιες σπίθες

Κι έτσι σιγά σιγά ένα ένα έμπαιναν στη θέση τους 
Έσβησε απ τα μάτια τον καπνό του τσιγάρου 
καίγοντας τα περασμένα με δυο φιλιά, 
και προχώρησε σε κεινα τα μικρά ξανθά 
στοργικά σοκάκια που φυσούσαν τις γαλάζιες σπίθες.
Εκεί κατέβαινε στο βυθό του βουνού . 
Κι ανέμελα έχωνε τα δάχτυλα στα μαλλιά 
να διώξει τις άκαρπες σκέψεις. 
Λιμάνια που μύριζαν ζουμπούλια και βασιλικό . 
Σιγοτραγουδούσε το φεγγάρι κι η νότα γινόταν φλέβα. 
Μακριά απ το γνώριμο του όλου ζέσταινε η ανάσα για δυο.
Την συναντούσε στα πόδια της λίμνης
Τα μάτια της γαλαζοπρασινα κύματα που έσπερναν
κήπους μαργαριτάρια κι εκείνος ο τυχερός,που μέσα τους 
περνούσε το χέρι του να αγκαλιάσει το βλέμμα της .
Ο καιρός τροβαδούρος σιωπής έπαιζε τη λύρα του 
σπουδάζοντας κάθε κίνηση,μην τρομάξουν 
κεινα τα βλαστάρια ανάμεσα στις καλαμιές . 
Ίσως η εποχή να τρόμαζε τις σκιές των ανθρώπων 
κι έπαιρνε ο άνεμος το χρώμα το μαβί . 
Σκουροτράχηλος χρόνος μα τούτος εδώ ο μικρός όρμος ,
δάγκωνε την σκουριά και φύτευε τα χρώματα .
Τούτο το μεταξένιο πορφυρό έστρωνε την πνοή του
να βρουν τα βήματα το ρυθμό της καρδιάς .
Χόρευαν με το πέλμα να σιγοντάρει την υγρή αγκαλιά, 
μιλούσαν με τις στάλες της βροχής .
Πως αλλιώς ; ο κήπος είχε στο νου του σεβασμό 
στα δάχτυλα κλωνάρια από θυμάρι 
κι εκείνο το βαλσάκι μόνο για αγάπη μιλά!

Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2019

Σταγόνες φθινόπωρου

Άρχισα να γράφω διαβάζοντας
ή μήπως να μιλώ και να βλέπω
μπερδεύτηκα .. μπερδεύτηκα σου λέω.
Έκλεισα τις πόρτες
μη και το αεράκι που πλανιόταν στο δωμάτιο
κρύωνε τις λέξεις .
Γυμνές μακριά από τα ξένα χείλη καθώς ήταν ,
τις τύλιξα με το βλέμμα του ήλιου
κι αυτός άρχισε να θολώνει στο θάμπος τους .
Άρπαξα απ το χέρι την τελεία τραβώντας την στην άκρη
Μόνο κόμματα ήθελα, να μ αφήνουν να ανασαίνω λίγο
καθώς απολάμβανα γουλιά γουλιά ετούτο το πιοτί.
Τα μάτια μου μπουσουλώντας στο λευκό χαλί
παιχνίδιζαν με κείνα τα μπαλόνια
που ένα ένα έπιαναν οι αισθήσεις μου .
Η μουσική πλανιόταν στα χέρια μου
χωρίς νότες σαν άυλη μελωδία
που κρυφά τρυπώνει στο δέρμα μου
Πως μου έκαναν το χατίρι οι σιωπές κι έπαψαν
να χορεύουν.
Ακροβατούσε στα βλέφαρα μου μια πεταλούδα.
Χτυπώντας τα φτερά της φωτογράφιζε το γύρω
με πιτσιλιές που έβαφαν τους τοίχους .
Κι εγώ σαν άλλος εργάτης μάζευα τα χρώματα
να χτίσω το λιόγερμα με τις σταξιές του φθινόπωρου
και.. α! θεέ μου πόσο σου μοιάζουν!


Αποτυπώματα

Δεν είδες δεν είδα
ας προχωρήσουμε λοιπόν

τυφλοί , γυμνοί από εμάς

ίσως να βρούμε μαζί
το φως
που ονειρευόμαστε !


Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2019

Αναπάντητα

Ναι θες να το παραδεχτώ 
να το φωνάξω
Ναι .. φταίω
φταίω γιατί δεν μίλησα
Γιατί σιώπησα
γιατί άφησα τόσα αγκάθια
να μεγαλώνουν στον κήπο
Ναι στέριωσα τις φωνές
κι αυτές ταφόπλακα
μου δόθηκαν
Ναι φταίω
που πείσμωσα
στο ναρκοπέδιο της ψευτιάς
κι ανάστησα το λάβαρο της αλήθειας
Ναι φταίω που ξυπνώ με όνειρα
και κοιμάμαι στις στάχτες
Ναι φταίω που λαχτάρησα
το καινούργιο
που τόσο παλιό
μου χαρίστηκε
Ναι φταίω που ακόμα
πατώ την πέτρινη άσφαλτο
ζητώντας
οι πατούσες μου
να αγγίξουν το χώμα
Ναι φταίω
που γεύτηκα το θάνατο
και ήπια τη ζωή
Ναι φταίω για όλα

Εσύ;

Μίλα!




Το άλλο μισό του ουρανού

Σε ένιωσα .. σε ένιωσα 
έσταξε η θηλή μου το γάλα σου 
αυτό που στο βυζί σου φύλαγες
να ταΐσεις το μικρό σου αστέρι 
Είδα να σε αρμέγουν χιλιάδες φονικά 
κι εσύ να αντιστέκεσαι κόβοντας το στήθος 
Στα χέρια μου πέτρωσε η ζύμη που κρατούσες 
να μοιράσεις το χόρτασμα στα μάτια της πείνας 
κι από το στόμα σου έβγαιναν κόμποι μαγιάς 
να ακούσουν τα ψηλά βουνά 
Άκουσα το βουβό σου κλάμα στις φλέβες 
στάλες που λούζαν το κορμί μου καίγανε τα αγκάθια 
κι εσύ ψιθύριζες φωνήεντα του ήλιου 
Γεύτηκα το σάπιο κουκούτσι ελιάς στο στόμα 
πικρό κειμήλιο από την γειτονιά που έπαιζες 
κι εσύ θυμώσουν τα χρυσαφένια μαλλιά 
της λευτεριάς κι άνθιζαν οι βράχοι 
Άγγιξα το μπαρουτιασμένο σου φόρεμα 
στη γλώσσα της φωτιάς που έσβηνε τα μάτια μου
κοιτούσες την έρημο χτενίζοντας παπαρούνες 
Σε ένιωσα σε ένιωσα στην κραυγή μου 
την ώρα που έπεφτε στο χώμα η αγάπη 
κι εσύ εσύ αγέρωχη ερωμένη φιλούσες τη ζωή 
Γονάτισα στα πόδια σου υμνώντας τη γέννα σου 
το βλέμμα σου ορθώθηκε στα πέρατα της ψυχής μου 
κι εκείνο το τραγούδι με κρότο καρφώθηκε 
στο ανάχωμα που έσπερνε το ύψος σου .. Γυναίκα !




Μικρές εκμυστηρευσεις

Και ξέρεις τι φτάνει;
να αγαπάς σαν έφηβη 
που εδεσε τα μαλλιά της στο φως
την ώρα που πρώτη φορά
καρφίτσωνε στο στηθος το ρόδο 
σαν πεταλούδα 
που πριν σκάσει απ το κουκούλι της 
ειχε μυρίσει τη γλάστρα με τα γιασεμί .
Ανάβει το φως της μέρας
και κάτω απ την ομίχλη του φθινόπωρου 
σκάει μια γλώσσα ήλιου . 
Σαν χειροφίλημα 
στ ανεγγιχο χάδι που επλασε τη θάλασσα !

Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2019

Άτιτλο

Έσπασες

ναι έσπασες

από αυτό που λένε

'' άποψη ''

την άκουγες

την μύριζες

την έβλεπες

κι όταν την άγγιξες

την γεύτηκες

‘’ κόπηκες ''



Σπασμένες κιμωλίες

Ατέλειωτα τρέχει ο χρόνος 
κι ουτε ένα κελί δε βρήκε 
να κλείσει τους  καπνούς 
να δέσει στην πέτρα
τους σταυρούς του 
ή έστω να σβήσει ένα δάκρυ 

ατέλειωτα γυρίζει πίσω 
με χέρια γεμάτα αίμα 
χωρίς κεφάλι 
και άδειος απο μνήμη

Μικρή ανθρωπότητα 
μητε που κράτησες 
δυο φύλλα ελιάς
να κρεμάσεις τον ήλιο

πως να φυλάξεις το παιδί ;


Νωπά γράμματα

Σκαλίζοντας ρίζες που πότισε ο ιδρώτας
γεννιούνται σβόλοι 
να αναθρέψουν του ήλιου παιδιά !

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2019

Ατιτλο

Ξέρεις τι βαρέθηκα βρε κόσμε 
την υποκρισία σου !

Κόκκινη κλωστή

Πόσο μ αρέσουν
τα μικρά λόγια 

τρυφερά και γεμάτα
αυτά που κοντά
παντελονάκια φορούν
κι έτσι σαν παιδικά ρολόγια
ακούγονται 

Λύνουν τους κόμπους
δένονται στις άκρες
κι αφήνονται
στα νήματα της ψυχής
να διαλέξουν
αν κόψουν στα χέρια
ή αν σαν αργαλειός
θα ζέψουν το βελόνι
να πλέξουν την εσάρπα
που ατέλειωτα χτυπά!