Έδεσες τα μάτια μου πάνω σου
τα πόδια μου έγιναν φύλλα
που ανέμιζαν στη θωριά του ουρανού
Άφησα απαλά τα χέρια μου
να σχηματίσουν
έναν λυγερόκορμο μίσχο
που να βαστά τις ελπίδες μου
Οι μουσικές στη διαπασών
ορμήνευαν τα λόγια
Γύρευε η γύρη το φουστάνι
να κρεμαστούν μύριοι σπόροι
φανέρωμα ζεστού λυτρωμού
Ποιος λόγιαζε πια
τα ματωμένα γόνατα
πάνω τους χόρευαν αρμυρίκια
κι ανάμεσα στο φως
και στο γιόμα γεννήθηκα
ακούγοντας το σκοτάδι
να γεννά τον ήλιο
γιόμισε το δωμάτιο
κόκκινες πεταλούδες
γνώρισα τα κομμάτια μου
κι άρχισα να πετώ
σαν μόλις να φύτρωσα
με ένα τσαμπί στο στόμα
ρόγα στις ρόγες του παντού
βυζαίνοντας την άκρη
του ρόδου !
τα πόδια μου έγιναν φύλλα
που ανέμιζαν στη θωριά του ουρανού
Άφησα απαλά τα χέρια μου
να σχηματίσουν
έναν λυγερόκορμο μίσχο
που να βαστά τις ελπίδες μου
Οι μουσικές στη διαπασών
ορμήνευαν τα λόγια
Γύρευε η γύρη το φουστάνι
να κρεμαστούν μύριοι σπόροι
φανέρωμα ζεστού λυτρωμού
Ποιος λόγιαζε πια
τα ματωμένα γόνατα
πάνω τους χόρευαν αρμυρίκια
κι ανάμεσα στο φως
και στο γιόμα γεννήθηκα
ακούγοντας το σκοτάδι
να γεννά τον ήλιο
γιόμισε το δωμάτιο
κόκκινες πεταλούδες
γνώρισα τα κομμάτια μου
κι άρχισα να πετώ
σαν μόλις να φύτρωσα
με ένα τσαμπί στο στόμα
ρόγα στις ρόγες του παντού
βυζαίνοντας την άκρη
του ρόδου !