Σάββατο 31 Αυγούστου 2019
Οδοιπορικό
Γωνία Αριστοτέλους και Βασ. Ηρακλείου
Κόσμος πηγαινοέρχεται φορτωμένος
στις ράχες τις σκέψεις .
Άλλες ακούγονται βαριά
σαν να μην μπορούν να αντέξουν
το νηστικό τραπέζι .
Άλλες προσπερνούν κουβαλώντας
τα καλούδια των ημερών
σμίγοντας το χέρι της συνήθειας
σε μια τρελή χαρά .
Κείνα τα μικρούλια ζωή φωνάζουν
κι έτσι πάνω στο πλακάκι του καιρού
παίζουν κουτσό τα γέλια .
Αθώα γέλια κρατούν στο χέρι την κούκλα
και ζωή της δίνουν , την κοιμίζουν την νανουρίζουν
την μαλώνουν κι εκείνη ασάλευτη αφήνεται
στα χέρια τους να γνωρίσει τον κόσμο τους .
Καινούργια αυτοκινητάκια που ξεκινούν
τα ταξίδια αναμειγνύοντας την σκέψη του αγοριού
με τις ρόδες που γρήγορα κυλούν στη μικρή τους άνοιξη
Η μικρή Ζασμίνα δεν πήρε φίλους στα χέρια
μα χαμογελά που κρατά το χέρι της μαμάς
και τρέχει στο άπλωμα του λεύτερου πεζοδρομίου .
Δεν έχει καπνούς μονάχα ήλιο δεν έχει κρότους
μονάχα ακούει το τραγούδι της θάλασσας .
Ο νεαρός κιθαρίστας που παίζει στη γωνιά
έχει αφεθεί στον κόσμο του κι αυτός ο μουσικός του
δρόμος κυλιέται στο χορτάρι , κάθεται στα παγκάκια
κι από κει πετά στις φωλιές των περιστεριών
και γίνεται τραγούδι . Αγκαλιάζει τον έρωτα
πίνει τη γύρη των λουλουδιών , μεθά στο κύμα της αγάπης
γεννιέται κι ανασταίνεται στις γειτονιές
που ανθίζουν οι ανεμώνες,ένα μικρό ντλίν ντλόγκ
σαν καμπανάκι γεμίζει το τάσι του ψωμιού
και ίσως να χει κι ένα ποτήρι κρασί
να τσουγκρίσει το πέρασμα του χρόνου .
Τόσα χρώματα ριγμένα στο πάγκο των ημερών
τόσα συναισθήματα αφημένα να κυκλοφορούν λεύτερα
δίχως όρια δίχως σύνορα . Κι αλήθεια πως ένωσαν
οι δρόμοι τις διαφορές κι άνοιξαν ένα κύκλο
να δέσουν τα καμώματα στις φυλλωσιές των ματιών .
Μα να που εκείνο το ποδοβολητό απ το κουτσό
των μικρών θεών ακούγεται να ξυπνά τον ουρανό
Δες γαλανέ δες πως σμίξαν στο φως σου
τόσες ανταύγειες . Ουράνιο τόξο που γέμισε
στα πέταλα μιας στιγμής . Γέλα ουρανέ γέλα
πετούν τα όνειρα μια αυριανή να δώσουν τα χέρια
Γέλα παιδί ,παίξε μουσική να ζεσταθούν τα ασύνορα
θα ρθει καιρός που ολα θα ναι αλλιώς
Μονάχα πίστευε βαθιά πως ότι μας χαρίστηκε
ειναι γεμάτο ομορφιά κι αν ειναι δύσκολοι καιροί
φτάνει το ένα δάχτυλο να σπάει τη ρωγμή
και τα άλλα να σταθούν σε ήλιο να αναστηθούν!
Κόσμος πηγαινοέρχεται φορτωμένος
στις ράχες τις σκέψεις .
Άλλες ακούγονται βαριά
σαν να μην μπορούν να αντέξουν
το νηστικό τραπέζι .
Άλλες προσπερνούν κουβαλώντας
τα καλούδια των ημερών
σμίγοντας το χέρι της συνήθειας
σε μια τρελή χαρά .
Κείνα τα μικρούλια ζωή φωνάζουν
κι έτσι πάνω στο πλακάκι του καιρού
παίζουν κουτσό τα γέλια .
Αθώα γέλια κρατούν στο χέρι την κούκλα
και ζωή της δίνουν , την κοιμίζουν την νανουρίζουν
την μαλώνουν κι εκείνη ασάλευτη αφήνεται
στα χέρια τους να γνωρίσει τον κόσμο τους .
Καινούργια αυτοκινητάκια που ξεκινούν
τα ταξίδια αναμειγνύοντας την σκέψη του αγοριού
με τις ρόδες που γρήγορα κυλούν στη μικρή τους άνοιξη
Η μικρή Ζασμίνα δεν πήρε φίλους στα χέρια
μα χαμογελά που κρατά το χέρι της μαμάς
και τρέχει στο άπλωμα του λεύτερου πεζοδρομίου .
Δεν έχει καπνούς μονάχα ήλιο δεν έχει κρότους
μονάχα ακούει το τραγούδι της θάλασσας .
Ο νεαρός κιθαρίστας που παίζει στη γωνιά
έχει αφεθεί στον κόσμο του κι αυτός ο μουσικός του
δρόμος κυλιέται στο χορτάρι , κάθεται στα παγκάκια
κι από κει πετά στις φωλιές των περιστεριών
και γίνεται τραγούδι . Αγκαλιάζει τον έρωτα
πίνει τη γύρη των λουλουδιών , μεθά στο κύμα της αγάπης
γεννιέται κι ανασταίνεται στις γειτονιές
που ανθίζουν οι ανεμώνες,ένα μικρό ντλίν ντλόγκ
σαν καμπανάκι γεμίζει το τάσι του ψωμιού
και ίσως να χει κι ένα ποτήρι κρασί
να τσουγκρίσει το πέρασμα του χρόνου .
Τόσα χρώματα ριγμένα στο πάγκο των ημερών
τόσα συναισθήματα αφημένα να κυκλοφορούν λεύτερα
δίχως όρια δίχως σύνορα . Κι αλήθεια πως ένωσαν
οι δρόμοι τις διαφορές κι άνοιξαν ένα κύκλο
να δέσουν τα καμώματα στις φυλλωσιές των ματιών .
Μα να που εκείνο το ποδοβολητό απ το κουτσό
των μικρών θεών ακούγεται να ξυπνά τον ουρανό
Δες γαλανέ δες πως σμίξαν στο φως σου
τόσες ανταύγειες . Ουράνιο τόξο που γέμισε
στα πέταλα μιας στιγμής . Γέλα ουρανέ γέλα
πετούν τα όνειρα μια αυριανή να δώσουν τα χέρια
Γέλα παιδί ,παίξε μουσική να ζεσταθούν τα ασύνορα
θα ρθει καιρός που ολα θα ναι αλλιώς
Μονάχα πίστευε βαθιά πως ότι μας χαρίστηκε
ειναι γεμάτο ομορφιά κι αν ειναι δύσκολοι καιροί
φτάνει το ένα δάχτυλο να σπάει τη ρωγμή
και τα άλλα να σταθούν σε ήλιο να αναστηθούν!
Παρασκευή 30 Αυγούστου 2019
Επιστροφη στο σπίτι
Γύρισα σπίτι
Γνώριμη κλειδαριά ήπιε τις βέργες
του νερού της άνοιξε.
Έβαλα το χέρι στις τσέπες .
Κέρματα λίγα ψιλά από κεινα τα χέρια
που πέφταν σαν χαρτιά στα πεζοδρόμια .
Κρύα αδιάφορα βήματα ,σκουπίδια τα πέταξα .
Βελόνες φουρκέτες κάποια παιδικά μάτια
τα στόλισα στα μαλλιά μου .
Χτυπά το τηλέφωνο μια άλλη γραμμή θα απαντήσει
στο χρόνο. Σώπασε ησύχασα .
Συνέχισα το ψάξιμο κόρνες αυτοκινήτων ήχοι
που τρομάζουν τον αέρα και σταματά το τραγούδι του .
Επιτέλους τ ακούω . Καθαρό σαν εκείνα τα ρούχα
της απέναντι αυλής όμορφα που πετούν.
Σινιάλα στο φεγγάρι να ρίξει το βλέμμα του
κομμένο σε φέτες καρπουζιού να δροσιστούν
τα χείλη του γείτονα να πέσει ένα χαμόγελο.
Βγήκα στο μπαλκόνι .
Η γειτονιά έπιασε το κουβεντολόι .
Γλυκιά ζεστασιά ανθρώπων.
Τι κάνεις; καλά . Σώθηκε ο κόσμος .
Δύό λέξεις σύνορα να μην περάσει ο παγωμένος δρόμος .
Άνοιξα το ράδιο κι άλλες φωνές μουσικές
που στρώθηκαν στον καναπέ κι άρχισαν να λικνίζουν
το σώμα της γαλήνης . Γέφυρες που πλατσουρίζουν
στον ουρανό κι ανοίγουν τα φτερά της θάλασσας .
Γέλια , φωνές από μπαλκόνι σε μπαλκόνι
να παίζουν οι στιγμές χαρούμενα .
Άπλωσα το βλέμμα στα άστρα .
Χαμήλωσαν συστηθήκαμε όπως οι άνθρωποι
που ξέρουν να μιλούν στη σιωπή .
Γέλασα . Πάλι χτυπά το τηλέφωνο .
Αγαπημένη φίλη
Ειπες θα πετάξω κι έφυγες
τα χάρισα
ραντίζοντας το φιλί
που θα σε βρει
προχώρησε τόσο ο άνεμος
γυρευοντας τους ωμους
και τότε έριξα
την καρδιά στη θάλασσα
΄΄μη μου κρυώσεις΄΄
Πετα και χάνεται εκεινο που ξεχνιέται
κείνο η μνήμη το κεντα πλέκει χρωματιστά πουλιά
και κάθε αυγή γεννιέται !
Θα μείνεις σου είπα και σε έσπειρα
βαθιά μεσα στη γή μου
Βαδίζεις στα ψηλά λευκά βουνά
κι εγω στη φούχτα σ έχω
ακριβό τριαντάφυλλο του ουρανού μου
Όλα όσα χωρούσαν
στην κόκκινη τσέπητα χάρισα
ραντίζοντας το φιλί
που θα σε βρει
προχώρησε τόσο ο άνεμος
γυρευοντας τους ωμους
και τότε έριξα
την καρδιά στη θάλασσα
΄΄μη μου κρυώσεις΄΄
Πετα και χάνεται εκεινο που ξεχνιέται
κείνο η μνήμη το κεντα πλέκει χρωματιστά πουλιά
και κάθε αυγή γεννιέται !
Πέμπτη 29 Αυγούστου 2019
Γκράφιτι
Μια γωνιά
Μονάχα μια γωνιά
που γραφε στον τοίχο
άνθρωπος
κι αυτή νοτισμένη
απ τα χαλίκια του ουρανού
απ τα χαλίκια του ουρανού
σκονισμένη
στο φρέσκο αέρα
ξεφλουδισμένη
στο κάψιμο του ήλιου
βαμμένη
στη φωτιά της ψυχής
μια γωνιά
πως να φανεί
ανάμεσα σε τίτλους
με πολλά πατώματα
πως μικραινες έτσι κόσμε
κι ούτε που είδες
την αψηλή ροδιά!
Τετάρτη 28 Αυγούστου 2019
Χωρίς συστάσεις
Ένα απέραντο γιατί
να ρουθουνίζει εκεί
ανάμεσα στα μάτια μου
να πίνει το χυμό τους
Να περπατάει πάνω μου
σέρνοντας την μικρή αχιβάδα
που είχα στολίσει
στα μαλλιά της νύχτας
Να ακουμπά στα χείλη μου
τριαντάφυλλο
με ματωμένο χάδι
Περνά στα δάχτυλα μου
διαβήτης που μετρά
τους κύκλους της ανάσας μου
που ρωτά το βλέμμα του διπλανού
αν εχει ένα τσιγάρο
να τυλιχτεί στους καπνούς
που ναι εγώ έτσι έμαθα να δίνομαι
δίχως μάτια χωρίς συστάσεις πόλεων
με γυμνά τα κλαριά των δέντρων
κρατώντας στη φούστα
λίγα χρωματιστά λιβάδια
Ένα γιατί χωρίς αιτία
ημιτελές
όπως τα έργα δίχως νόημα
το άγευστο κουκούτσι
που γεύτηκε η άνοιξη
ένα άσβηστο
νεκρό χειροφίλημα
στο πέτο .
Τίνος;
Ποιος κερδίζει;
να ρουθουνίζει εκεί
ανάμεσα στα μάτια μου
να πίνει το χυμό τους
Να περπατάει πάνω μου
σέρνοντας την μικρή αχιβάδα
που είχα στολίσει
στα μαλλιά της νύχτας
Να ακουμπά στα χείλη μου
τριαντάφυλλο
με ματωμένο χάδι
Περνά στα δάχτυλα μου
διαβήτης που μετρά
τους κύκλους της ανάσας μου
που ρωτά το βλέμμα του διπλανού
αν εχει ένα τσιγάρο
να τυλιχτεί στους καπνούς
που ναι εγώ έτσι έμαθα να δίνομαι
δίχως μάτια χωρίς συστάσεις πόλεων
με γυμνά τα κλαριά των δέντρων
κρατώντας στη φούστα
λίγα χρωματιστά λιβάδια
Ένα γιατί χωρίς αιτία
ημιτελές
όπως τα έργα δίχως νόημα
το άγευστο κουκούτσι
που γεύτηκε η άνοιξη
ένα άσβηστο
νεκρό χειροφίλημα
στο πέτο .
Τίνος;
Ποιος κερδίζει;
Τρίτη 27 Αυγούστου 2019
Στο μίλημα του Αυγερινού
Μια κόκκινη μπάλα έγινα
κρεμασμένη στα δάχτυλα
του Αυγερινού .
Στο μίλημα του μήνυσα
Όταν περνάς στα χνάρια σου
χαμόγελα να σκορπάς
στις αυλές του κόσμου
σεργιάνι στις σκεπές τους
Έτσι πως λίγο απ τα άσπρο
στολίστηκαν μοιάζουν
ζεστά τραπεζώματα
στο φίλεμα του ουρανού
Να τραγουδήσεις πάνω απ τα φύλλα
λυγερόκορμες κυράδες μηλιές
να σπείρουν το φιλί τους
Μην ξεχάσεις να ανάψεις το φως
στο δώμα που πλαγιάζουν ψυχές
κι απ το καντήλι των ματιών
φλόγισε το νούφαρο της αγάπης
Κι αν φτάσεις κει στο νοιάζομαι
δώσε μου ένα φύσημα
να αφεθώ στη σκέψη που με κουβαλά
επάνω της να αφήσω
τις πούλιες της έγνοιας μου
να περπατούν σα ρόδα που μιλούν
Έχουν το μπλε της θάλασσας
της θαλπωρής το αγέρι
κι ένα φτερό από πουλί
που απλώνεται
σαν χούφτα σε άλλο χέρι !
κρεμασμένη στα δάχτυλα
του Αυγερινού .
Στο μίλημα του μήνυσα
Όταν περνάς στα χνάρια σου
χαμόγελα να σκορπάς
στις αυλές του κόσμου
σεργιάνι στις σκεπές τους
Έτσι πως λίγο απ τα άσπρο
στολίστηκαν μοιάζουν
ζεστά τραπεζώματα
στο φίλεμα του ουρανού
Να τραγουδήσεις πάνω απ τα φύλλα
λυγερόκορμες κυράδες μηλιές
να σπείρουν το φιλί τους
Μην ξεχάσεις να ανάψεις το φως
στο δώμα που πλαγιάζουν ψυχές
κι απ το καντήλι των ματιών
φλόγισε το νούφαρο της αγάπης
Κι αν φτάσεις κει στο νοιάζομαι
δώσε μου ένα φύσημα
να αφεθώ στη σκέψη που με κουβαλά
επάνω της να αφήσω
τις πούλιες της έγνοιας μου
να περπατούν σα ρόδα που μιλούν
Έχουν το μπλε της θάλασσας
της θαλπωρής το αγέρι
κι ένα φτερό από πουλί
που απλώνεται
σαν χούφτα σε άλλο χέρι !
Δευτέρα 26 Αυγούστου 2019
Σήμαντρα
Κι έρχονται κείνες οι χρυσαφένιες
κολυμπήθρες με νεύμα σου μιλούν
που ολα ειναι δικά σου
Πετούν οι ξύστρες του ουρανού
και βάφουν τα μολύβια
θαλασσί χάντρες , κόκκινα κοχύλια
κίτρινες παπαρούνες
α!! ποιος μπορεί να σταυρώσει
τούτα που ο χτύπος μυρίζει .
Απλώνεις τα χέρια κι αυτά άνεμος
σβουρίζουν απ άκρη σ άκρη
αναζητώντας το κούμπωμα των δαχτύλων
Μια πινελιά κι έφτασαν τ άστρα
να γαργαλούν το πέλμα .
Κουβέντα με τα στήθη να ακουστεί
η μουσική στην όχθη την αντικρινή
να δέσει ο κάβος του καραβιού
Λαμπιόνια κουδουνίζουν
σα σήμαντρα που ακολουθούν
τα ίχνη που πατάς
Αργαλειοί υφαίνουν τ ασημοσέντονο
να ξαποστάσει ο δρόμος της δροσιάς
Αγρυπνά τ ακέντητο σημάδι
τυπώνοντας το μενταγιόν
της κόκκινης ροδιάς
Σκορπά το μίλι σκόνη στο εργαστήρι
της στιγμής όλα γεννιούνται
στο δίχτυ της λαχτάρας
στο πέρασμα της προσμονής
Πόσα κρύβει η αγκαλιά
σαν νοιώθει τ ακριβά!!
Να ακούγονται άραγε τα τρεχαλητά
απ το γελαστό φεγγάρι ;
κολυμπήθρες με νεύμα σου μιλούν
που ολα ειναι δικά σου
Πετούν οι ξύστρες του ουρανού
και βάφουν τα μολύβια
θαλασσί χάντρες , κόκκινα κοχύλια
κίτρινες παπαρούνες
α!! ποιος μπορεί να σταυρώσει
τούτα που ο χτύπος μυρίζει .
Απλώνεις τα χέρια κι αυτά άνεμος
σβουρίζουν απ άκρη σ άκρη
αναζητώντας το κούμπωμα των δαχτύλων
Μια πινελιά κι έφτασαν τ άστρα
να γαργαλούν το πέλμα .
Κουβέντα με τα στήθη να ακουστεί
η μουσική στην όχθη την αντικρινή
να δέσει ο κάβος του καραβιού
Λαμπιόνια κουδουνίζουν
σα σήμαντρα που ακολουθούν
τα ίχνη που πατάς
Αργαλειοί υφαίνουν τ ασημοσέντονο
να ξαποστάσει ο δρόμος της δροσιάς
Αγρυπνά τ ακέντητο σημάδι
τυπώνοντας το μενταγιόν
της κόκκινης ροδιάς
Σκορπά το μίλι σκόνη στο εργαστήρι
της στιγμής όλα γεννιούνται
στο δίχτυ της λαχτάρας
στο πέρασμα της προσμονής
Πόσα κρύβει η αγκαλιά
σαν νοιώθει τ ακριβά!!
Να ακούγονται άραγε τα τρεχαλητά
απ το γελαστό φεγγάρι ;
Κυριακή 25 Αυγούστου 2019
Σάββατο 24 Αυγούστου 2019
Λευκή σκια
Κι ειναι εκείνα τα μάτια
που συναντήθηκαν αθέατα στη χαραυγή
και γέλασε ο ήλιος
Σαν αντανάκλαση κοιτούν
από τα βάθη της καρδιάς
Τ ακούω την ώρα που μιλώ
φτερούγισμα κόκκινης παπαρούνας
Ανατέλλω Αύγουστος
γεννιέσαι φυλλωσιά καλοκαιριού
Γίνομαι κήπος να περάσεις
κι ανθίζεις κρινολούλουδο του λιβαδιού
Λευκή μου σκιά Ρόδο μου ανοιχτό
τρεις λέξεις σου ταιριάζουν
'' Άστρο της γης '' αμάραντο ψυχής!
που συναντήθηκαν αθέατα στη χαραυγή
και γέλασε ο ήλιος
Σαν αντανάκλαση κοιτούν
από τα βάθη της καρδιάς
Τ ακούω την ώρα που μιλώ
φτερούγισμα κόκκινης παπαρούνας
Ανατέλλω Αύγουστος
γεννιέσαι φυλλωσιά καλοκαιριού
Γίνομαι κήπος να περάσεις
κι ανθίζεις κρινολούλουδο του λιβαδιού
Λευκή μου σκιά Ρόδο μου ανοιχτό
τρεις λέξεις σου ταιριάζουν
'' Άστρο της γης '' αμάραντο ψυχής!
Παρασκευή 23 Αυγούστου 2019
Ατέρμονο ταξίδι
Όμορφα που ειναι.... ν αγαπάς
ένα χαμόγελο .. σπάει το φράγμα
Κυλάς...στο κανάλι της αγάπης
γόνδολα .. μια αγκαλιά..κι αρχίζει το ταξίδι
Ο γονδολιέρης έρωτας..κάνει κουπί τραγουδώντας
τη μελωδία της φωτιάς..της πύρινης γλώσσας
που ξεπηδά .. από τα σπάργανα της ψυχής
χύνεται σαν λάβα στα κύτταρα ..στο νου
σε τυλίγει με βελούδινη ανέμη
κι ο ιστός της αραχνοΰφαντο χάδι
Πυξίδα σου δυο γλάροι ..να σου θυμίζουν
το λευκό της γαλήνης ..το πέταγμα των ονείρων
το τιτίβισμα.. τους ψίθυρους καρδιάς
Ένα φιλί ...κι ο κόσμος όλος
στο ακρωτήρι των χειλιών
αγκυροβόλι ανάσας δροσοσταλίδας
Το κύμα παίζει πιάνο ..νότες ζωής
πότε απαλές ..πότε δυνατές..άγριες..θυμωμένες
μα σαν δυο χέρια πλέκουν τα δάχτυλα σφιχτά
μοιάζουν με χελιδόνια π ανοίγουν τα φτερά
στων πεθυμιών τα άβατα να στήσουνε πανιά
Η νύχτα σέρνει τ άστρα της
σε ένα χορό μαγικό φορώντας τους διαμαντόπετρες
να φωτίζουν τα μονοπάτια του δρόμου της
το φεγγάρι .. ασημένια σκιά
ο φύλακας άγγελος των στιγμών..να μη χαθεί τίποτε
τις κρατά στις χούφτες τις ρίχνει στο ακριβό του δισάκι
κεντημένο με πούλιες χρυσές..χάντρες ...αναμνήσεις
απέραντο ... ατέρμονο ταξίδι...
γη που σηκώνει τα χέρια ψηλά
ουρανός που κατεβαίνει πέταλα σκαλιά
να ενωθούν ... σφιχτά ..μια αγκαλιά
αγάπης πίνακας με φόντο ....δυο λεύτερα πουλιά!
ένα χαμόγελο .. σπάει το φράγμα
Κυλάς...στο κανάλι της αγάπης
γόνδολα .. μια αγκαλιά..κι αρχίζει το ταξίδι
Ο γονδολιέρης έρωτας..κάνει κουπί τραγουδώντας
τη μελωδία της φωτιάς..της πύρινης γλώσσας
που ξεπηδά .. από τα σπάργανα της ψυχής
χύνεται σαν λάβα στα κύτταρα ..στο νου
σε τυλίγει με βελούδινη ανέμη
κι ο ιστός της αραχνοΰφαντο χάδι
Πυξίδα σου δυο γλάροι ..να σου θυμίζουν
το λευκό της γαλήνης ..το πέταγμα των ονείρων
το τιτίβισμα.. τους ψίθυρους καρδιάς
Ένα φιλί ...κι ο κόσμος όλος
στο ακρωτήρι των χειλιών
αγκυροβόλι ανάσας δροσοσταλίδας
Το κύμα παίζει πιάνο ..νότες ζωής
πότε απαλές ..πότε δυνατές..άγριες..θυμωμένες
μα σαν δυο χέρια πλέκουν τα δάχτυλα σφιχτά
μοιάζουν με χελιδόνια π ανοίγουν τα φτερά
στων πεθυμιών τα άβατα να στήσουνε πανιά
Η νύχτα σέρνει τ άστρα της
σε ένα χορό μαγικό φορώντας τους διαμαντόπετρες
να φωτίζουν τα μονοπάτια του δρόμου της
το φεγγάρι .. ασημένια σκιά
ο φύλακας άγγελος των στιγμών..να μη χαθεί τίποτε
τις κρατά στις χούφτες τις ρίχνει στο ακριβό του δισάκι
κεντημένο με πούλιες χρυσές..χάντρες ...αναμνήσεις
απέραντο ... ατέρμονο ταξίδι...
γη που σηκώνει τα χέρια ψηλά
ουρανός που κατεβαίνει πέταλα σκαλιά
να ενωθούν ... σφιχτά ..μια αγκαλιά
αγάπης πίνακας με φόντο ....δυο λεύτερα πουλιά!
Πέμπτη 22 Αυγούστου 2019
Ρόδινη λιακάδα
Είναι εκείνο το απροσδιόριστο
χρυσοκόκκινο
που βλέπεις να χαμηλώνει
και δεν ξέρεις πως να το πεις
πληγή που λάβδανο γυρεύει
χρυσαφένιο στάχυ που μόλις βρήκε
το άπλετο των ματιών
λιακάδα που ρόδισε να χωρέσει
στα πέταλα της καρδιάς
ή μήπως απλά η χούφτα της σελήνης
που μάζεψε τα χρώματα της ζεστασιάς
να αρχίσει ο χορός των συναισθημάτων
στο δικό της μπαλκόνι .
Χορεύουμε;
χρυσοκόκκινο
που βλέπεις να χαμηλώνει
και δεν ξέρεις πως να το πεις
πληγή που λάβδανο γυρεύει
χρυσαφένιο στάχυ που μόλις βρήκε
το άπλετο των ματιών
λιακάδα που ρόδισε να χωρέσει
στα πέταλα της καρδιάς
ή μήπως απλά η χούφτα της σελήνης
που μάζεψε τα χρώματα της ζεστασιάς
να αρχίσει ο χορός των συναισθημάτων
στο δικό της μπαλκόνι .
Χορεύουμε;
Λύχνος ψυχής
Είπα να σου χαρίσω
ένα χαμόγελο
κι άνθισε λουλούδι
μια στάλα φως
κι άνοιξε ηλιαχτίδα
ένα ρόδο
κι άνοιξε πέταλα ένα φιλί
ψιθύρισα δυο λέξεις
και γίνηκαν τραγούδι
Άπλωσα τα χέρια
και γέμισε μια αγκαλιά
τα κρέμασα όλα
στα ακροδάχτυλα
Φύσηξα
να χωθούν στις τσέπες
της καρδιάς
να ναι γλυκός
ο πηγαιμός της μέρας
και τούτο το λυχνάρι
όμορφα που ζωγράφισε ουρανό!
ένα χαμόγελο
κι άνθισε λουλούδι
μια στάλα φως
κι άνοιξε ηλιαχτίδα
ένα ρόδο
κι άνοιξε πέταλα ένα φιλί
ψιθύρισα δυο λέξεις
και γίνηκαν τραγούδι
Άπλωσα τα χέρια
και γέμισε μια αγκαλιά
τα κρέμασα όλα
στα ακροδάχτυλα
Φύσηξα
να χωθούν στις τσέπες
της καρδιάς
να ναι γλυκός
ο πηγαιμός της μέρας
και τούτο το λυχνάρι
όμορφα που ζωγράφισε ουρανό!
Τετάρτη 21 Αυγούστου 2019
Χρωματα και μουσικές
Λάλησαν τ αηδόνια το τραγούδι
φόρεσαν τα άσπρα κρίνα και γιασεμιά
κι απ το φιλί του Αποσπερίτη
γέμισε φως η γειτονιά .
Θα παίξω φλάουτο και βιόλα
ζέστανε λύρα και κιθάρα
γέλια να βγάλουν οι ουρανοί
μέσα από χτύπους και πνοή
Να έρθει γαϊτάνι με λαχτάρα
κύκλο να δέσει αγκαλιάς
στο πρωτοξύπνημα μοιράζουν
ήλιους οι νότες της καρδιάς
κι απ το φιλί του Αποσπερίτη
γέμισε φως η γειτονιά .
Θα παίξω φλάουτο και βιόλα
ζέστανε λύρα και κιθάρα
γέλια να βγάλουν οι ουρανοί
μέσα από χτύπους και πνοή
Να έρθει γαϊτάνι με λαχτάρα
κύκλο να δέσει αγκαλιάς
στο πρωτοξύπνημα μοιράζουν
ήλιους οι νότες της καρδιάς
Ξυπόλητα που ναι τα χέρια
στήνουν χορό της ανθρωπιάς!
Τρίτη 20 Αυγούστου 2019
'Ονειρο
Να τ αγαπάς το όνειρο
μικρο παιδί ειναι
που μεγαλώνει στα χέρια σου
Θηλάζει απ το βυζί της χρυσαλλίδας
πεινά στην ψίχα της λαχτάρας
διψά στο άγουρο φιλί της έγνοιας
γεύεται τον πόθο των ματιών
σπάει στο πλήθος των μεγάρων
χάνεται στα σύννεφα της βροχής
Να τ αγαπάς το όνειρο
πιότερο από σένα να γεννά εσένα
να σου χαμογελά στο γέλιο σου
να μεθά στα χείλη σου
δικό σου τ όνειρο κυνήγατο
κι ας τρέχει απ τη βιασύνη του νου
γέρνει η καρδιά στη ζυγαριά του
Να τ αγαπάς το όνειρο
για να μπορούν να ακούν οι χτύποι
πως μιλά η αγάπη
χρειάζονται δυο χέρια
να πετάξουν τα χελιδόνια
κείνο που φωλιά στο στέρνο
μικρο παιδί ειναι
που μεγαλώνει στα χέρια σου
Θηλάζει απ το βυζί της χρυσαλλίδας
πεινά στην ψίχα της λαχτάρας
διψά στο άγουρο φιλί της έγνοιας
γεύεται τον πόθο των ματιών
σπάει στο πλήθος των μεγάρων
χάνεται στα σύννεφα της βροχής
Να τ αγαπάς το όνειρο
πιότερο από σένα να γεννά εσένα
να σου χαμογελά στο γέλιο σου
να μεθά στα χείλη σου
δικό σου τ όνειρο κυνήγατο
κι ας τρέχει απ τη βιασύνη του νου
γέρνει η καρδιά στη ζυγαριά του
Να τ αγαπάς το όνειρο
για να μπορούν να ακούν οι χτύποι
πως μιλά η αγάπη
χρειάζονται δυο χέρια
να πετάξουν τα χελιδόνια
κείνο που φωλιά στο στέρνο
μένει .. δε χάνεται !
Δευτέρα 19 Αυγούστου 2019
Άχραντες φυλλωσιές
να χτυπούν ατάραχα
ήσυχα βελούδινα
Μικρές σπίθες γέλιων
κρυστάλλινα βόλια
που ανάμεσα τους δροσερή
πνοή μέντας γυρνούσε
Γλυκοέπεφτε ο ήλιος στα νερά
και ρόδιζε η αυλή
Σφούγγιζαν τα αστέρια το φως
την αύρα του δρόσου
Φιλί φιλί ανέβαινε το φεγγάρι
τα σκαλιά κι ο ήχος του
μελωδία από κείνες
που άστεγα πλευρίζουν
τα χρώματα του χτύπου
Το χνώτο της σιγής
άγγιζε σαν χάδι τα χείλη
ανέγγιχτα αγκαλιάστηκαν
έτσι πως μόνο οι σιωπές μιλούν
Που μένεις όνειρο ρώτησα
Γέλασες..γέλασα
Πόσο μεγάλωσα μέσα σου
και γίνηκα παιδί
ίσα που η αγάπη καθαρά να μιλά
Ζεστά που φόρεσε η νύχτα τ αστέρια της !
Γωνία του καιρού και του χαμού
Και καμιά φορά γινόταν ελέφαντας
κι η προβοσκίδα του έφτανε ίσα με τα νερά του ήλιου
και μόνο τότε δεν τον έβλεπες να ραντίζει
το λυχνάρι του Αλαντίν .
Ξόδεψαν τόσο κόπο να τον πουν λύκο και πρόβατο
που μήτε μια θωριά δεν ρίξανε μπας κι άνθρωπος ντυνόταν
Έχωνε τα μάτια στη γύρη να χει να κουβεντιάζει
τα λουλούδια στο δικό τους στρατόπεδο .
Ερμηνείες κι ορμήνιες παντού μα τα άσφαιρα ποιος κυνηγά;
Ποιος να λατρέψει ήλιο δεμένο σ άγρια σπαθιά
Κι ήρθαν σωτήρες θάνατοι σαλτιμπάγκοι και θεοί
να του πουλήσουν άσπρη στο δράμι να λιγώσει η ψυχή
Κάλιο σ αδράχτι σάπιο να γυρνάς παρά να σου ζεσταίνει
άδειο κρεβάτι το στρώμα της απανθρωπιάς
Κι ήρθαν κι οι νόμοι άστεγοι σκεπή για τα γυμνά γιατί
άρρωστο να τον πούνε μα μάταιη η ίαση και κόλαση η υποταγή .
Ρουφούσε τον αέρα και στις μυτιές έπινε γη
μα ξέβαφε η μέρα κι η νύχτα πρόδιδε της πίκρας το φιλί .
Γέλα λοιπόν παλιάτσε κι σπάσε τη σιωπή
τα δάκρυα λογιών λογιών γωνία του καιρού και του χαμού
σ άδικο βήμα κι ανάλαφρα κυλούν κι αν τα γνωρίσεις
και τα δεις μάτια φορούν της ψυχής !
κι η προβοσκίδα του έφτανε ίσα με τα νερά του ήλιου
και μόνο τότε δεν τον έβλεπες να ραντίζει
το λυχνάρι του Αλαντίν .
Ξόδεψαν τόσο κόπο να τον πουν λύκο και πρόβατο
που μήτε μια θωριά δεν ρίξανε μπας κι άνθρωπος ντυνόταν
Έχωνε τα μάτια στη γύρη να χει να κουβεντιάζει
τα λουλούδια στο δικό τους στρατόπεδο .
Ερμηνείες κι ορμήνιες παντού μα τα άσφαιρα ποιος κυνηγά;
Ποιος να λατρέψει ήλιο δεμένο σ άγρια σπαθιά
Κι ήρθαν σωτήρες θάνατοι σαλτιμπάγκοι και θεοί
να του πουλήσουν άσπρη στο δράμι να λιγώσει η ψυχή
Κάλιο σ αδράχτι σάπιο να γυρνάς παρά να σου ζεσταίνει
άδειο κρεβάτι το στρώμα της απανθρωπιάς
Κι ήρθαν κι οι νόμοι άστεγοι σκεπή για τα γυμνά γιατί
άρρωστο να τον πούνε μα μάταιη η ίαση και κόλαση η υποταγή .
Ρουφούσε τον αέρα και στις μυτιές έπινε γη
μα ξέβαφε η μέρα κι η νύχτα πρόδιδε της πίκρας το φιλί .
Γέλα λοιπόν παλιάτσε κι σπάσε τη σιωπή
τα δάκρυα λογιών λογιών γωνία του καιρού και του χαμού
σ άδικο βήμα κι ανάλαφρα κυλούν κι αν τα γνωρίσεις
και τα δεις μάτια φορούν της ψυχής !
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)