Τετάρτη 31 Ιουλίου 2019

Σημείωμα

Λίγο πριν
αρχίσουν το τρεχαλητό
τα παπούτσια στα πόδια
άρπαξε βιαστικά
έτσι σαν αεράκι που βιάζεται
να αγκαλιάσει κλωνάρια
ένα στυλό κι ένα χαρτί
να γράψει ένα μήνυμα

''Σου αφήνω το βλέμμα μου
μόλις πλυθείς να δεις
το χαμόγελό σου
μια φέτα φιλιού
να μείνει στον ουρανίσκο σου
ψίχα από φλόγα της δροσιάς
ένα ποτήρι νερό
να ποτίσεις το άρωμα
της ζεστασιάς

α !! κι εκεί στο βάζο
με τις μικρές πινελιές
φόρτωσα τα χρώματα
βάλτα στην τσέπη
της καρδιάς

Παίρνω μόνο μαζί
την ψυχή μου
πως; να σ αφήσω

θα βρεθούμε
στο λιόγερμα ''



Διαβάζοντας ψυχή

Το πιο 
γλυκό παραμύθι
αυτό που... 
γυρίζω σε μένα
και είσαι εκεί !



Απο τον ήχο του μαστραπά

Κάθε φορά που έστρωνε το τραπέζι 
αλίμονο σ όποιον ξεχνούσε τον μαστραπά .
Θαρρείς και χόρευε η ανάσα της πάνω του,

γεννιόταν βάτραχοι που ξεπηδούσαν απ τα νερά
κοάζοντας το πιο γλυκό τραγούδι.
Τόσες χειμωνιές, καλοκαίρια, άνοιξες 

και χρυσοκόκκινα φύλλα είχαν περάσει μα εκείνη 
εκεί κολλημένη στο μαστραπά της
Εν τω μεταξύ κάτι κρυστάλλινα ακριβά κογιονάραν
το πείσμα της σε κείνο τον τσίγκινο μαστραπά 
μα τούτη, ζωή τον πότιζε του μίλαγε
για την πόλη και τούτο και τ άλλο 
κι αυτός αμήχανος ,χαμένος στη σιωπή του άκουγε
μη χαλώντας ποτέ το χατήρι της να κουβαλά
στα σπλάχνα το ξεδίψασμα του χρόνου .
Γιαγιά έφερα το μπουκάλι με το νερό εμφιαλωμένο 

και καθαρό ειναι τι θέλεις το κανάτι .
Γιαβρούμ γίνεται βρε φαΐ χωρίς κανάτι;
Τ αλάτι θα γαργαλάει στο λαιμό ,

το ξύδι θα φυσά απ τη μύτη
και το λεμόνι γκριμάτσες θα σου κάνει .
Άιντε κουζούμ τι μπουκάλι και τι καθάριο .
Ξέρεις βρε εμείς τι λέγαμε καθάριο;
Άμα ήτανε στρωμένο το τραπέζι κι ο παππούς

περίμενε τη ρακί του,τα ντολμαδάκια 
κόρδωναν στο γιαούρτι τους ,
ο Πετρής σβούριζε το πιάτο του
στους κεφτέδες κι Άννα βουτούσε το ψωμί της 

στο ζουμί της σαλάτας .
Κι η μάνα σου μια σταλιά βρε ήταν 

κι ήξερε πως η σκάφη του ζυμωτού
αλεύρωμα ήθελε πριν πέσει το ζυμάρι .
Μια φασαρία βρε ήταν το φαγί μας .
Γέλια , κουβέντες όλα στήσανε χορό 
κι αν το μεράκι έφτανε στην καρδιά 

κάθε πιρούνι έβγαζε τσιμουδιά .
Πέφταν στα μάτια οι ουρανοί τραγούδαγε

ο Παππούς και χόρταινε η ψυχή .
Το ρόλο του είχε ο μαστραπάς . 

Πότε μεθούσε με κρασί πότε απ το νερό
που έβγαζε το πηγάδι με χέρι αστραφτερό . 

Τούτο βρε ήταν καθαρό
Τι πιο καθαρό από της γης τη στράτα .

Αει γιαβρούμ θαρρείς μόνο ένα κανάτι ειναι; 
Να τα άκουγες καμιά φορά το πως μιλεί 
για κεινα που έμειναν εκεί ,
να σεργιανίζει στα σοκάκια που γιόρταζαν οι χαρές , 

στα γλέντια της αυλής .
α!! να βλεπες δυο δυο τα κουβαλούσε ο Κερίμ

σαν γιόμιζαν ούζο να πιουν με τον Νικόλα πασά .
Τρανός ράφτης και με λεφτά ..χαλάλι του όμως .
Το βελόνι του έντυσε και φτωχά και αρχοντικά

κι όπου δεν είχαν την κλωστή μήτε πανί τούτος 
τα μπάλωνε από την τσέπη που έδενε ακριβή νομή .
Μα σαν βρισκόταν με τον Κερίμ φτωχόπαιδο

της γειτονιάς ήταν αργιάνι πουλούσε 
να γιομίσει την παγωνιέρα ,μα τούτος 
ο μαστραπάς θαρρείς κι ένωνε τα σωθικά τους. 
Στα δυο βρε τα ποτήρια τους κι όλα ήταν δικά τους .
Ολόκληρο κουβάρι βρε ειναι τούτος ο μαστραπάς
απ όπου και να τον πιάσεις μια ιστορία θα σου πει .
Γιαγιά έρχονται ο μπαμπάς και η μαμά πήραν

και τον Μηνά απ το σχολείο
Άιντε ..άιντε κουρασμένοι θα ναι . 

Κουζούμ τα πιρούνια βάλε κι εγώ φέρνω
ζεστό το πλιγούρι να φάμε . 
Και νερό μην ξεχάσεις το νερό .
Ναι γιαγιά φέρνω το μαστραπά !








Στιγμες //

Είναι κάτι στιγμές
που θαρρείς πως αν
απλώσεις τα χέρια 
θα κόψεις 
μια φέτα φεγγάρι
κι εκεί 
στα ακροδάχτυλα 
θα γεννηθούν 
τ αστέρια 
να κυκλώσουν 
τον κόσμο σου 


ειναι κάτι στιγμές
που όλες 
οι έγνοιες μου 
ακούν 
στο όνομά σου !



Τρίτη 30 Ιουλίου 2019

Βήματα καρδιάς

Όπου βαδίζουν ζεστές οι σκέψεις
να χωρά το βλέμμα
Στα ακρογιάλια κοιμούνται τα βότσαλα

με το τραγούδι των κοχυλιών 
πόσο όμορφο ειναι να νιώθεις, 

να ακούς...τη μουσική τους!


Απρόσμενα

Τόσος άνεμος
πως έδεσε στα φύλλα μου
την έγνοια σου

σε μια γουλιά
ολάκερη θάλασσα
αγάπης!
 


Δευτέρα 29 Ιουλίου 2019

Κεινα που βλέπει η καρδιά ο νους δεν τα χωρά

Ξυπνητούρια Δευτέρας 
αχ αυτό το πρωινό 
περνά μες τα μάτια μου
γαργαλώντας όλες μου τις αισθήσεις 
Πρασινίζουν τα φύλλα μου
ανάβει το κερί μου κι αγιόκλημα μοσχοβολά
Απρόσμενος επισκέπτης μια πεταλούδα 
που βάλθηκε να ξεμυαλίσει το δώμα 
Οι πιτσιλιές μιλούν ασταμάτητα 
βάφοντας πινελιές στους τοίχους 
Ανέμελη κορδωμένη πιτσιρίκα 
κουβαλά την ομορφιά της 
χτυπώντας τα φτερά 
Ολόφρεσκα χρώματα της φύσης 
ολούθε να τραγουδά το μίλι της χαράς 
Πρίμο σεκόντο το λάλημα 
της καφεκίτρινης πριμαντόνας
που συντροφεύει το κάθε άνοιγμα της μέρας .
Χορός κυμάτων στη στεριά 
Χύθηκε ο ήλιος ανοίγοντας το στέρνο 
μοσχοβολώντας θάλασσα κάλμα 
Στο πατητήρι της σκέψης μεθά γαλάζια φορεσιά
μπρούσκο κρασί καλοκαιριού 
στέλνει του δρόσου το φιλί κι ανθίζει η ανατολή
Κείνα που βλέπει η καρδιά ο νους δε τα χωρά
Ακούς ..ανάλαφρο τ αγέρι την ομορφιά σου κουβαλά
να ναι ο πηγαιμός κεράσι που σπάει στα χείλη 
κόκκινο ποτάμι να πλημμυρίσει η καρδιά 
απ άκρη σ άκρη χαμόγελο να χει στις τσέπες 
κι ηλιοανθούς στο βλέμμα αγκαλιά !


Κυριακή 28 Ιουλίου 2019

Άτιτλο

Όταν έμαθα
να ακούω τη σιωπή
λάτρεψα 
τη φωνή σου!

Αύρα

Είναι 
εκείνος ο αγέρας 
που με φέρνει 
στο πρόσωπό σου 
αφήνω τα κρίνα 
να ψιθυρίζουν
κι έτσι απαλά 
κρατώ το βλέμμα
σαν θάλασσα 
που περπατά 
στη σκιά της στεριάς 
μυρίζοντας 
τα φύλλα της αύρας
στα μυστικά της άνοιξης !



Γητευτής της κορυφής

Διάλεξε το δικό του τρόπο
να περπατά στα σύνορα του κόσμου
Μύρισε τα πεύκα , το τριφύλλι
κι αγνάντευε στο πέλαο
που χρώματα δεν έχουν τα κύματα
Ακούς μονάχα τις φωνές τους
κείνες που κρυμμένες
πίσω από τις γρίλιες
κουβεντιάζουν το άγνωστο .
Πληρώνουν το τίμημα της δύσης
και ανάβουν το σπίρτο
της προσμονής .
Μήτε τον ένοιαζε
το στράβωμα του σύννεφου
μήτε τ αγιάζι που φώλιασε
στις φτέρνες του καιρού  .
Όλα είχαν τον λόγο της ύπαρξης
Κι αν δεν κατάφερνε
να φανούν κείνες
οι μικρές περικοκλάδες
που στόλιζαν τα πέταλα
πάντα ένα αστέρι 
θα έφτανε στο βλέμμα τους.
Έφτανε ένα ηλιοτρόπιο
να ζεσταίνει τη μέρα
κι ένα κομμάτι φεγγαριού
να στεριώνει σαν  φέτα στο περβάζι
του ουρανού .
Έτσι κι αλλιώς το φιλί του
έσταζε πάντα στα χείλη
που το διψούσαν
κι ο λόγος του στη σκέψη 
της κόκκινης κλωστής
Σαν γητευτής κορυφής
που μοίραζε τη μυρουδιά του κάμπου
στο ανάχωμα που ζύγωνε
το ύψος ..της ψυχής !


Παρασκευή 26 Ιουλίου 2019

Άτιτλο

Θα θελα μια φορά
να μπω στα μάτια σου
να δω τι βλέπεις
να δω .. που
που αφήνω την ψυχή μου
την ώρα που πετούν
διάφανα τα πουλιά !


Πέμπτη 25 Ιουλίου 2019

Ρωγμές του μοβ

Και τώρα τι .. ψελισσες 

άναψε το ανεμάκι
τα γαλάζια του φώτα


τίποτα να .. είμαι εδώ είπα 


κι ήρθε νωπός ο ήλιος
να ενώσει το φιλί !



Περνώντας τα κύματα

Να ναι άραγε
τούτες οι μικρές καμπάνες
που ξυπνούν
στο ζύγιασμα του χρόνου

τα ξεχασμένα βήματα
που βρήκαν την πόρτα
των παπουτσιών ανοιχτή

να ναι τούτο το νιο λιόγερμα
που μηνά τα χρώματα
του αυγερινού
ξαστέρωμα στη συννεφιά

και τούτο τ ανάλαφρο αγέρι
ποια μυρωδιά το πότισε
κι άνθισαν περιστέρια

ακούς τον ήχο;

τον βάφτισα στα χέρια μου
μόνο γιατί τον λάτρεψα
στα φύλλα των λουλουδιών
στις πλατείες των άστρων
στα έδρανα της σιωπής
στις μιλιές των πουλιών
στα ροδοκόκκινα μήλα
που φύλαγαν τον κήπο
στα μικρά χορτάρια
που παίζανε οι πασχαλιές
στο βράχο του κυκλάμινου
ραντίζοντας με κύματα το χώμα
στα κρυμμένα φύλλα
που δένανε τα στάχυα
φωτιά στη φωτιά
να σβήνει το νερό

έτσι που

να γευτούν οι πινελιές
την ομορφιά του δυόσμου
να βρουν ηλιόπετρες παιδιά
να παίζουν μπίκο τη χαρά

κλωνάρια να ανταμώσουν
στις ελιές άγρυπνες λευτεριές
που δένουν κόμπο αντοχή

λυχνάρι να χει το γιατί
φως ένα γαϊτάνι σε γιορτή
φλόγα του στέρνου δυνατή

να σβήνει κάθε αστραπή

και πως να έλειπε η ζωή
αφού η φωνή ειναι εκεί
ψιθύρισμα σε κάθε αυγή

ειναι η αγάπη δυνατή !







Τετάρτη 24 Ιουλίου 2019

Μικρός Βοριάς

Ίσως 
τα λόγια του μικρού βοριά
να τα κλεβε η βροχή
να τα φορούσαν στέφανο
της νύχτας τα κοράλλια
να κρέμονταν 
σε ένα κατάρτι σα ψυχή 
μη στάξει ομίχλη στο φιλί
και χάσει αυτή το χνάρι

Μακρύς ο δρόμος
κι η θάλασσα γοργά κυλά
μα σαν ακούει του αγεριού
την γνώριμη φλογέρα
φορά κορδέλα στα μαλλιά
στη γύμνια της κοχύλια
κι οι σπίθες απ το στήθος της
δένονται δαχτυλίδια .

Τα λόγια του 
προσκέφαλο της τα περνά 
κι ανοίγουν πεταλούδες
μήνυμα να του στείλουν
πως κάθε λέξη που θα βγει
θα στέλνει με αγάπη 
όπου εκείνος κι αν βρεθεί
διπλό το κόκκινο φιλί !



Δρόμος πηγής

Με ρωτάς να σου πω τι ειναι Ελευθερία 
ειναι να είσαι ο εαυτός σου
σε όποιο μετερίζι σε όποιο στασίδι
να πέφτεις σαν πέτρα
να σπας στο κενό κι ύστερα
να γίνεσαι αέρας
να σπάς τα σύννεφα της βροχής
με τα δάχτυλα
να ραντίζεις τον ήλιο σου
να μην στεγνώνουν τα μάτια
Ελευθερία ειναι να ακούς
να βλέπεις μα να μιλάς με την καρδιά σου
Να αγαπάς μ αυτήν δίχως να νοιάζεσαι αν σ αγαπούν
να δίνεις κι ατέλειωτα να χρωστάς
στον αέρα που αναπνέεις
στα χείλη που φιλάς στον έρωτα της αγκαλιάς
στα λουλούδια στις μουσικές στα βότσαλα
Να δύεις και να ανατέλεις γνωρίζοντας
μόνο τα κύτταρα της δικής σου πηγής
Να πνίγεσαι στα βαθιά και να ξέρεις
πως το χέρι σου το κύμα κρατά
Ελευθερία μάτια μου ειναι
μια θάλασσα απ αγάπη
Αντέχεις ; αντέχεις να αγαπάς;
 


Δίαυλος

- Διαβάζεις;

- Όχι αναπνέω τις σκέψεις σου

σιωπή

    με πόσες λέξεις 

γεννιούνται ' τα χρώματα !


Άχρονος χρόνος

Οι ώρες περνούν 
Κι οι μελωδίες της καρδιάς μου 
μένουν στάσιμες
βυζαίνοντας τα φύλλα της
πρωτόγαλα φιλιού
στην εγνοια σου !



Τρίτη 23 Ιουλίου 2019

Ζύγι κηρήθρας

Να ακουμπάς 
σε κείνα τα όμορφα στρωσίδια 
που πα στο μαξιλάρι τους 
γεννήσανε πουλιά 
κι έμαθε να τραγουδά 
το φεγγάρι 

σε κείνα τα δέντρα 
που φώλιασε ροδόσταμο
ζύγιασε το δίχτυ της κηρήθρας
κι άπλωσε η κιθάρα 
τις πιο ζεστές της μουσικές
χορό να στήσουν τ άστρα 

άκου  απ τα παράθυρα του ουρανού 

πόσα τραγούδια παίζει η καρδιά 
να ακούει η θάλασσα τα βράδια
σαν όμορφα χτυπά στα βράχια 
κυοφορεί η αμμουδιά λευκά στολίδια 
να βρει ο ήλιος όνειρα φωτεινά ! 



Δευτέρα 22 Ιουλίου 2019

Μυρωδιά Ανατολής

Μάζεψα το γαλάζιο 
σε μια χούφτα φύλλα 
άνοιξε την ποδιά της καρδιάς 
σπόροι να πεταχτούν 
χαμόγελα να ανθίσουν 
Μυρίζει τόσο 

όμορφα η Ανατολή
κι απ τον καθρέφτη της 
κρεμιέται ένα φιλί!


Κυριακή 21 Ιουλίου 2019

Ρόδινο άγγιγμα

Καλοκαίρι
ηλιοβασίλεμα
η πόλη γαληνεύει
Το θρόισμα των φύλλων
μελωδία στο στόμα της σιγής
ψηλώνει το είναι μου
στο άπιαστο
Γυρίζοντας το μέτωπο
στην πλεξούδα της θάλασσας
φορώ στις πλάτες
το φεγγάρι
ανεμίζω σαν ήχος
στροβιλίζομαι σαν σύννεφο
Πυροβολώ
με τα φτερά μου τη σιωπή
γεννιέμαι σαν άστρο
σε βρίσκω να παιχνιδίζεις
μετρώντας το άγγιγμα
στα ακροδάχτυλα
αθέατη φλόγα
κόκκινο τριαντάφυλλο
στο φως του ουρανού μου!







Άκου σε με

Άκου σε με
άκουσε μέσα από τις στάλες της βροχής
νιώσε τα λόγια να στάζουν στο μέτωπό σου
δροσοσταλιές που καρτερούν το φως
δέσε τη στιγμή
στα δάχτυλα που μπλέκουν στη χούφτα σου
σαν μικρά περιστέρια που αναζητούν
την ζεστασιά στη φωλιά της αγάπης
άκου σε με
είμαι εγώ που σου μιλώ μέσα από σένα
χτυπώ τις χορδές της κιθάρας σου
κι αντλώ τον ήχο της απ την πνοή σου
μίλα μου να μ ακούς
να τραγουδώ μέσα απ τα χείλη σου!



Γλυκό φιλί

Τι τους ένωνε;
Μια εικόνα , ένα τραγούδι
ένας στίχος ,ένα λευκό πετράδι
που μόλις είχε φορέσει τα καλά του
στο πέτο κι εκείνο
το ένα γαρούφαλο που άνθιζε στο στέρνο.
Η πόρτα της καρδιάς ανοιχτή
φυλαγμένα στην αγκαλιά της χαμόγελα
να πλέξουν οι στιγμές μαγιάτικο στεφάνι.
Ένα τσιγάρο ένα φιλί κι άρχισε
εκείνο το τρεχαλητό του λόγου
να πει ξέφτερνα τα μυστικά
που χρόνια μόνα τους μιλούσαν .
Τρεις γειτονιές τόσο μακριά
που τόσο κοντινά αγκάλιαζαν τον ήλιο.
Κουβέντες σαν απλωμένα ασπρόρουχα
που χε κεράσει το φεγγάρι φως για να βρει
η χαραυγή . Χρειάστηκαν μόνο λίγα λεπτά
να δέσουν τα χέρια κι άνοιξε το γαϊτάνι
των χρωμάτων . Τι να πρωτοακούσεις
το γέλιο των ματιών το σπινθήρισμα της
μικρής παύσης , το ακορντεόν
στο λίκνισμα των δακτύλων;
Όλα ένας κήπος δροσιάς που γέμισε
νότες ζεστασιάς να ξεφαντώσει ο χρόνος.
Γουλιά γουλιά η μέθεξη σαν το παλιό κρασί
που ακουμπά στον ουρανίσκο να ξεδιψά η ζωή.
Κι αν δεις την ψίχα όμοιους σπόρους εχει
τι κι αν η ζύμη αλλάζει η μυρουδιά γελά
σε πέλαγα σε γη και σε βουνά.
Φτάνει στο μοίρασμα να βρεις ίσους
τους κόκκους της γιορτής .
Το πεζοδρόμιο μέτραγε τα βήματα
η ώρα γυναίκα που γεννούσε
άσπιλη κόρη ακριβή που ονόμασε φιλία
Αντικριστά ένα παγωτό έλιωσε κάθε απόσταση
ένα γλυκό σε κούπα γίνηκε μια αγκαλιά
κι ένα προφιτερόλ άφηνε μισοτελειωμένο
το δρόμο της φυγής να βρουν τα αηδόνια
το πάρκο της επιστροφής !



Τρία λεπτά

Να λιώσει ο πάγος
να απλώσει φωτιά
περνά το βήμα βιαστικά
ξενοκοιτά , αλαργευει , γυρνά
τι κρατά;
αγκάθια ή λουλουδικά
τη μια φορτώνει άγια μυρουδιά
την άλλη ματώνει
που να ναι η αλήθεια
που παίζει η ψευτιά; 

τρία λεπτά
μάθημα γης
διάλειμμα μια στιγμής
που σπάει το γέλιο
και δάκρυ κερνά
να μάθω, να δεις
πουλιά στην άκρη της γης
κι εσύ που μακραίνεις
γλυκιά ζεστασιά
ποια όαση ψάχνεις
που κλείνεις τα χέρια
κι ανοίγεις φτερά
τα κρίνα γελούν
οι βιολέτες μιλούν
ο κήπος ανθίζει
εκεί που μάτια ψυχής
θέλουν να δουν

τρία λεπτά
τρία κεριά
ν ανάβει το φως
να καίει η δροσιά
κατάδυση
να περάσει η φλόγα
απ το νου στην καρδιά
αν με μάθεις μη μου πεις
βάφει το βλέμμα χρώματα 
στους ήχους της σιωπής!



Σάββατο 20 Ιουλίου 2019

Τυχαία συνάντηση

Μόλις είχε τελειώσει η ταινία
Ένα χαρούμενο σκηνικό έμενε ακόμα στα χείλη
να φέγγει το σκοτεινό διάδρομο
Βγήκε έξω να κλέψει λίγη μυρουδιά υάκινθου .
Γέμισαν τα πνευμόνια της
μικρές μεθυσμένες πεταλούδες
που ξεδιψούσαν στα νερά της

Τον είδε από μακριά ,να γελά με τα καμώματα
του αντικρινού καπέλου που έμενε σε ένα ψιλό κορμί
Ξαφνικά τα βλέμματα συναντήθηκαν
σαν και λες είχαν κουμπώσει
οι μαγνήτες στην άκρια των ματιών

Μια τρελή αμηχανία κουνούσε το μαντήλι της
γελώντας με τα λικνίσματα της στάσης του χρόνου .
Επιτέλους εκείνος έσπασε τη σιωπή
Λίγες κουβέντες παλιές και νέες
-Τι κάνεις,πως είσαι, τα σταθερά καθημερινά
παπούτσια της συνήθειας
Που χάθηκες τη ρώτησε ;κι αμέσως μετά ,
έτσι που να μην μπορεί να απλώσει τα πόδια του το κενό
ξέρεις; η Μαρία με ρωτούσε που να σαι .
Στεναχωρήθηκε με τη φυγή σου .
-Με λίγες κουβέντες του εξήγησε
που ήταν τι έκανε ,ζωγραφιές που φώναζαν
χωρίς να μιλάνε .
Την θέση του λόγου είχαν πάρει πια τα μάτια
μόνο που απότομα ξύπνησε από τα χείλη της
ένα παλιό παράπονο και δίχως να προλάβει
να του κρατήσει το χέρι ακούστηκε .
-Καλά όλοι οι άλλοι .Πότε έσπασαν τον πάγο στα δάχτυλα
πότε στέγνωναν τις στάλες στα κόκκινα φύλλα
μα εσύ ..εσύ ήσουν το καλοκαίρι μου , εσύ με ήξερες
Ήξερες σου είχα εμπιστευτεί ..εσύ .. ήξερες
Πόσες βιτρίνες κόστισαν τα μικρά μου τσαλακωμένα
πέταλα ,γιατί;
Βάραιναν τα μάτια του
- να πάρει ευχή πάψε να κοιτάς το πάτωμα .
Η ίδια αμηχανία αυτή τη φορά με βαριά
βήματα . Πρέπει να φύγω του είπε .
Χώρισαν και πάλι με σπασμένο χαμόγελο

Απέναντι μόλις είχε στολιστεί μια τριανταφυλλιά
με τρίχρωμα ξεπεταρούδια .
Τα μάτια της γέμισαν λουλούδια
και βάζοντας το χέρι στην τσέπη
έπιασε πάλι το ακριβό της χαμόγελο .
Α!! βρε ζωή της ψιθύρισε ,
ξέχασες πως η άνοιξη με γέννησε
και η νονά μου ειν ηλιαχτίδα;
θαρρούσες πως θα χαθώ στη σιγή του χρόνου ;
Στη θάλασσα της ψυχής γεννήθηκα
κι ανέβηκα τα κύματα της μέχρι να βρω τα χείλη
να μείνω εκεί σαν μια εποχή που ήπιε τον ήλιο
σε αμάραντο ποτήρι και τριγυρνά σε κάθε αυγή
τρυγώντας σου τη γύρη!


Παρασκευή 19 Ιουλίου 2019

Άτιτλο

Τόσες πολλές φωνές 
τόσες μελωδίες 
κι ούτε που καταφέραμε
να γράψουμε 
ένα τραγούδι !

Σπασμενες αποστάσεις

Είπαμε
τόσα
μα τόσα πολλά
και πάλι μόνοι
ακουστήκαμε

ευτυχώς

που όταν
χωριζόμαστε
η απουσία σου
φορά την ψυχή μου
κι η σκιά μου
σκεπάζεται  με τα
..μάτια σου! 


Πληθυντικός αριθμός

Μοιρασιά ζητά ο κόσμος
σε κεινα που δεν βλέπεις
σε κεινα που δεν ακούς
γιατί μεγάλωσες
να σαι ..ένας
''άνθρωπε ''
γιατί ανδρώθηκες
στη μοναξιά του εγώ
μα το γέλιο
δε ζητά πολλούς
κι ειναι εύκολος ο δρόμος
του γέλιου
μα κοίτα
πόσα χέρια πρέπει να απλωθούν
να μοιραστεί ο πόνος
πόσα δάκρυα
ζητούν να αναστηθούν
στις θάλασσες
βλέπεις κόσμε
μπορείς; 

στο εγώ μου
ζεσταίνεται το γέλιο μου
στο εμείς μου
πως ..με πονάνε οι πληγές μου! 


Πέμπτη 18 Ιουλίου 2019

Μεθυσμένα μπουμπούκια

Ήσυχα που κυλά ο ουρανός
μόνο οι φυλλωσιές των άστρων
ακούγονται να παίζουν με τα φώτα τους .
Κι εκείνες οι σκέψεις μου
πως στόλισαν τα μαλλιά σου
μικρά μεθυσμένα μπουμπούκια
από θαλασσινό πιοτί
που σιγοτραγουδούν
τη μελωδία της αγάπης !


Αρνιέμαι να μεγαλώσω

Αρνήθηκα να γίνω 
αυτό που εκείνοι ήθελαν 
κι έτσι απλά , ορθάνοιχτα 
άφησα τα πλευρά μου 
κι έμεινα στο λευκό
για κείνους να τραγουδώ! 

Άγνωστη καμπάνα

Να ταν μήπως κείνες οι στάλες
που χόρευαν στην κουπαστή
μηνύματα που ξύπναγαν τη λήθη
της φορεσιάς το ναύλο να ακουστεί

μπας και διψάσει η ανάγκη για ψωμί
και βγει στους δρόμους να φανεί
το άγουρο το βλέμμα με σπίθας το κερί
να ανάψει πυροτέχνημα να φωτιστεί η γη

κι εσύ που μέσα μου χτυπάς
σαν άγνωστη δική καμπάνα
παίρνεις το μονοπάτι που βαστώ
δένεις στα μάτια  ήλιου το σταυρό

Ωραίες που ναι οι μυρτιές ήσυχα αντηχούν
σαν στήνουν πυροφάνι το νόστο σαν καλούν
να κουδουνίσουν οι ανοιχτές γιορτές
που χύθηκαν στο χώμα ρίζες γεννήσανε πνοές

να με θωρείς της άνοιξης κελί
που δραπετεύει σε ένα φιλί της χαραυγής
να σε βαφτίζω ανατολή ζωσμένη στο λιοπύρι
κι όλα να στάζουν μια κόκκινη βροχή

που γίνηκε ζωή κι έσπασε συνήθειας το ποτήρι !


Σπορά αγράμπελης

Ραντισμένο 
το φως 
ζεσταίνει τα μάτια 

να αφουγκραστούν
το μήνυμα 
της ανατολής 

στις πέργκολες
της βουκαμβίλιας
στα στάχυα της φωτιάς

υφάντρες αχτίδες 
στολίζουν το πέλαγο
στους χτύπους της ροδιάς

κει που τ ανεμάκι 
μυρίζει σπορά αγράμπελης 
ρουφώντας τη ζάχαρη

...της αγάπης!


Τρίτη 16 Ιουλίου 2019

Ακροβάτης

Και να γυρίζεις 
ακούς ;
να μυρίζεις τις γειτονιές
στη γλάστρα του ανθόμελου
να θωπεύει
ο άνεμος τα φτερά σου
Σαν ακροβάτης
θα ακολουθώ
τη γραμμή του ουρανού
να σκεπάζω το γείσο
του κόσμου
στα βλέφαρά σου
α! και πως χτυπάνε
οι καμπάνες του ήλιου
ακούς;



Μπλέ ανεμώνη

Κι εφτασε μια στιγμή να γνωρίσω 
τον κόσμο
ενα μικρό κρίνο πεταξε 
στα βλέφαρα 
την ωρα που κοιτούσα 
το ατέλειωτο 
που σπόρος του γεννιόμουν

κι αυτό το γαλάζιο 
πως εσπασε στα χέρια 
ζυγώνοντας τα πλευρα 
της καρδιάς μου 
στη μελωδία που μόνο
πουλιά λαλούν !



Δευτέρα 15 Ιουλίου 2019

Άτιτλο

Να μπορούσε να εξηγήσει κανείς
τι ειναι η αγάπη
μα πως να ιστορήσεις τ ατέλειωτο !




Ψυχή

Κι όταν με ρώτησαν 
ποιος ποιεί;
ο ποιητής είπα 
το παιδί
ο ζωγράφος 
ο γλύπτης 
ο μουσικός 
ο καλλιτέχνης 
ο τραγουδοποιός 
ο δημιουργός 

ο άνθρωπος 

φτάνει να αγαπά !

Παρουσία

Κι αν μια μέρα πάψω να μιλώ 
θα ναι γιατί τόσο τραγούδησα 
που έκλεισε η φωνή μου 
στο αγκάλιασμα των χεριών μας 

εκεί στην άκρη του βυθού 
στα λόγια της σιωπής 
καμιά νότα μας δε λείπει !


Σάββατο 13 Ιουλίου 2019

Κόκκοι αγάπης

Τόσο που ξεχαστήκαμε οι άνθρωποι
στην άμμο ,που με ένα πούπουλο
γράμματα του ουρανού μη πάψει η ματιά
ζωγραφίζουμε το όνειρο
κι απάνω στο κενό φλερτάρουμε αγάπη 

Κι εχει τόση γλύκα ο κόπος 
σπυρί σπυρί να χτίζεις το όνειρο 
στη θάλασσα της ,μουσκεύοντας 
τα δάχτυλα απ τ 'άγγιγμα της 
με ρόδινα τα χείλη στο άρωμά της!  


Παρασκευή 12 Ιουλίου 2019

Λιβαδι κοκκινης σποράς

Τα αστέρια τραγουδάνε τις νύχτες 
φιλοξενούν τις μουσικές
στη χούφτα του ουρανού
τρατάρουν γλυκομίλητα φιλιά
Οι άνθρωποι αγκαλιάζονται
ψυχή με ψυχή , στόμα με στόμα
με ρόδινα ρούχα πετούν
Εσύ; πως έκλεισες την πόρτα
του ασημένιου φεγγαριού
Φύτεψες το όνειρο να καρπίσει αγάπη;
Ζεστά που θέλει το σκοτάδι να μιλάς
να χει λόγο να βγαίνει απ τη χαραμάδα.. το φως !

Λευτερη ψυχή

Τα κελιά μάτια μου 
είναι στην καρδιά που βλέπει κάγκελα
λευτέρωσε τα πουλιά της
να πετάξει το βλέμμα με χρώματα!