γυμνά κι ανάλαφρα κοιμούνται
γίνονται ψυχές στην κούνια του φεγγαριού
φορούν το χρυσαφένιο τους φόρεμα
κι αρχίζουν τον χορό σαν πως να αγαπιούνται
ζεσταίνουν τραγούδια , φιλιώνουν τα όνειρα
χαδι και τρυφεράδα να ανασαίνει ο ουρανός !
πως να λυτρώσουν
έναν ουρανό
πλέξε
τα χέρια σου
αγάπη
δείξε το φως σου
κόκκινο πουλί
κελάηδησε
ειρήνη
ελπίδα να κρατά
ελιάς κλαρί
να αναστηθεί
χαμόγελο
που χει στα χέρια
το παιδί !
και μια μουσική
που χόρευε στον αέρα
έφτανε να σεργιανίσει
το γύρω του κόσμου
με τα δικά της μάτια
Τα ροδοπέταλα
κρέμονταν στα βλέφαρα
σαν μικρά κοχύλια
που μόλις είχαν αναδυθεί
από τα σπλάχνα της θάλασσας
υγραίνονταν στο σώμα της
Εκείνη σαν άλλος καθρέφτης
του εαυτού , ψυχή κι αγάπη
το χρυσοκόκκινο φιλί
έσπερνε στο βλέμμα του ουρανού!
τις πινελιές της ψυχής
Στρώνουν τις βαφές
οι νύχτες της σιωπής
κι ανταμώνουν στην πηγή
αγγίζοντας τα δάχτυλα
που ήλιο φωνάζουν
Να θυμάσαι
τίποτε πιότερο
απ τη μοσχοβολιά της
Αμάραντος ανθός
που τρέχει σαν το άτι
κι αν κουραστεί στη λίμνη
ξαποσταίνει κι ένα τραγούδι
νούφαρο το χέρι της κρατά
να σηκωθεί με δίχως μπόι
μονάχα με τις ρίζες
που δένουνε στη γη
Ατόφιο ακατέργαστο διαμάντι
το βιός της .
Άστην να μιλά στο πέρασμα
του κύκνου .
Δεν θέλει τούτη γιρλάντες
και στολίδια
γεννήθηκε απ τη βροχή
γελά σε ήχο και σιγή
κι έχει στην αγκαλιά της
σπόρους να περπατούν τα κύματα
και να πετά το χώμα .
Να κοίτα πως άνθισε ένα φιλί
και γλύκανε το γιασεμί !