Μένω εκεί
που κατοικούν γερμένες ηλιαχτίδες
στο μήκος του άστεγου χειμώνα
Στο δρόμο που μιλούν οι συννεφιές
στης άνοιξης το ολόφωτο της στόμα
Mένω εκεί
στις άγουρες και άβολες σκιές
που αιμορραγούν στα κάλπικα χαμογέλα
με ένα ψεγάδι της φωτιάς
που σπέρνει ίχνος ζεστασιάς
Μένω εκεί
που η άπνοια ριγά σε σκαλοπάτια σκοτεινά
κι αφήνουν άθεοι θεοί
να κουβεντιάζει η αλήθεια
σε ενός παιδιού αθώου το φιλί
Μένω εκεί
που κάθε πόλεμος μισεί
ειρήνης ζεστό το χάδι για να δει
κι ανήμπορα γυρίζει σε άδειους δρόμους
με γεμάτη ανθρώπινη πνοή
Μένω εκεί
που οι σαλτιμπάγκοι κουβαλούν
δώρα από άχρωμους παλμούς
και γίνεται η χαρά οδηγός
σε ένα φυντάνι γιασεμιού μοσχοβολά το βιός
Για αυτό σου λέω μη με ψάχνεις
σε άχρωμους καιρούς
μένω όπου η αγάπη στήνει γη
κει που η βολή το θρόνο της δεν έχει βρει
κι αναζητά αυτό το κάτι
που ομορφαίνει την αυγή!