Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2018


Ώσπου κατάλαβα ότι όσο και να γεννιέται
η αγάπη δυναμώνει μέσα στην αγάπη

Μου το λέγε η φωνή στο άπιαστο βλέμμα σου

Για κάθε αγάπη υπάρχει ένα α και ένα η
τα εισχωρούμενα είναι αυτά που την γεμίζουν

Στο πεντάγραμμο της καρδιάς σου υποκλίνομαι
οι μεγαλύτεροι συνθέτες ανήμποροι 
να γράφουν τόσο όμορφα τραγούδια

Τόσες μουσικές σε μια χούφτα κόκκινους χτύπους

Ένα μικρό ρεφρέν οι στάλες  της ψυχής σου 
που αγγίζουν τα πλήκτρα  της καρδιάς μου

Αντανάκλαση και ηχώ  … ένα!






Ανόθευτα γεννιέται η ψίχα 
στο φως να πλάσει το ζυμάρι του κόσμου 
Μύρισε η Ανατολή γλυκό φιλί!

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2018

Δεν υπάρχει απόσταση 
στον τόπο της ψυχής!

Ανισόπεδες διαβάσεις 

Αγανακτείς με κάποιους ανθρώπους
Αγανακτείς με τα ευκολοφόρετα λόγια που σκορπούν
δίχως στάλα σκέψης . Αγανακτείς για τις ανέπαφες
κι ασκότιστες λογικές.
Βρέθηκε λέει μια καθαρίστρια με πλαστό απολυτήριο.
Ω! τι μέγα ατόπημα . Στην χώρα των υπαρκτών δοσίλογων,
στον τόπο όπου το ρουσφέτι σφράγισε την αξία,
εκεί που αποκαλύφθηκαν τα μη αναγνωρισμένα πτυχία γιατρών
που όριζαν για το πόσο και αν ζήσει κανείς , εκεί που ορίζεται
η φτώχεια από παχυλούς μισθούς , εκεί όπου το δίλημμα είσαι άνθρωπος
ή υπάνθρωπος ορίζεται με σφραγίδες πολυτελείας.
ω! τι κακό που μας βρήκε. Η αλήθεια ειναι πως τώρα κοιμάμαι ήσυχη.
Μπορώ να κατανοήσω πλήρως το δάκρυ των πολιτικών
που βρίσκονται σε άμοιρη θέση.
Μπορώ να δω με άλλο μάτι την αδέκαστη δικαιοσύνη να πρατει το έργο της
με πλήρη ελεύθερη σκέψη και άμεμπτο σεβασμό στο καθήκον της .
Μπορώ να ελπίζω ακόμα πως θα ρθουν καλύτερες μέρες
αφού έσπασε το απόστημα και επιτέλους αρχίζει η κάθαρση
Μπορώ να πάψω να φοβάμαι για τα παιδιά αφού τώρα πια θα ζουν 
σε έναν κόσμο αγγελικά πλασμένο . Πιάστηκαν οι μπαμπούλες.
Και η καθαρίστρια ειναι μέσα κι ο κουλουρτζής κι ο λαχειοπώλης .
Τέλος πια . Μείναν τα γιαταγάνια να μας καθαρίζουν 
απο τους κατα τους καθαρούς , βρομιάρηδες πρόσφυγες.
Μείναν οι φορτωμένες βαλίτσες να μοιράζουν τα φακελάκια της ζωής
Μείναν οι προστάτες να συνοδεύουν το γκρίζο στα παιδιά
Α! και για να μην ξεχνώ κι εκείνη η απυρόβλητη στολή που φορά στο πηλήκιο
την αρχοντιά της μικρότητας και του ξέρεις ποιος είμαι εγώ .
Ε αει σιχτίρ κύριοι που θα λεγε κι η γιαγιά μου .
Υποτιμάτε την νοημοσύνη μας με τα φιογκάκια σας .
Ρίξτε και μια ματιά στους δρόμους . Ποιος δικάστηκε για τόσα χαρτόνια
ποιος πλήρωσε της καρέκλα σας το τίμημα . 
Κατεβήτε από τον θώκο και δείτε τι σημαίνει ζωή .
Εσας , εσας τους κύριους και τις κυρίες της εδρας λέω
Δικάσατε ποτε και ποιόν για τις 100 ανθρώπινες ζωές που κάηκαν;
Μήπως αποφασίσατε για τα άδικο χαμό των παιδιών που ροκανίζει
η εν οψι νόμου φασιστική νεοναζί Χρυσή αυγή; 
Λεύτερος ο φονιάς και φταίει το μαχαίρι είστε
Ποιος άραγε θα δικάσει τους δικαστές , τους τελώνες και φαρισαίους
που ανενόχλητοι , ανίδρωτοι σφουγγίζουν τον αέρα μας 
Κι αν πιάσω τα αδικήματα που πραξανε χρωματιστες κορδέλες ,
τόμους πρέπει να βρω που να χωρούν κείνους 
που δένουν κατά δοκούν τους νόμους .
Γελαστήκατε κύριοι δεν τρέμει ο άνθρωπος πια την φοβέρα σας .
Πεισμώνει και ας σιωπά. Να την φοβάστε την σιωπή 
Βεγγαλικό γίνεται να φωτίσει και σπάει με κρότο και οργή
Οχι ο κόσμος γελά και θα γελά . Αργά τα βήματα του μα η μπότα του βαριά
Σιχάθηκε πια την σκουριά κι αποζητά το μέταλλο
που σβήνει την ομίχλη και ξάστερα πατά.
Ευτυχώς γεννιούνται ακόμα πουλιά πετούν παιδιά 
κι ανασαίνουν πατούσες ξυπόλυτες απο σαθρά νερά με λάβαρα μάτια ανοιχτά .

Να προσεχεις 
άνθρωπε 
πίσω απο τις βιτρίνες
κόβει 
η αλήθεια !

Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2018

Αγύριστα λυγίζει ο χρόνος 
μα κείνοι οι λεπτοδείκτες 
την ώρα της αγάπης  κρατούν

Μικρές λεπτομέρειες τα αγγίγματα 
μα απ άκρη σ άκρη 
στον ίδιο κύκλο ενώνουν τη φωτιά

Σιωπηλά που έρχεται το φεγγάρι 
λίγα μέτρα απ τα πόδια σου 
τραγουδούν τα κοχύλια το ρυθμό μας ! 

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2018

Αν κάτι ειναι πολύτιμο να δίνεται απλόχερα 
για να θυμάται ο νους να παίρνει αίμα η καρδιά 
να ακούν τα μάτια να σέρνει το χορό το χάραμα
με ένα καρβέλι γέλιου ειναι εκείνο το σπαρτό 
που κελαηδά από καρδιά αγάπη κι ακολουθεί 
δρόμο ψυχής στο φως να το θηλάζει.
Στον ήλιο ο ηλιόσπορος και ζεστασιά στο κρύο 
ετούτο ειναι ο θησαυρός σου 
Αγρύπνια ανεκτίμητη για κεινα που θα ρθουν
κι απόσταγμα για να βαστά το σήμερα 
λίγες πνοές να ξεκουράσει τ αύριο.
Κι ειναι που ακόμα καρτερά το παιδί 
να μοιραστεί το μπουκέτο του λιβαδιού
κι εκείνες οι παπαρούνες συθέμελα ανθούν !

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2018

Κι ειναι φορές 
που φοβούνται τα ανείπωτα 
μη σπάσει η σιωπή 
κι ακουστεί ο κρότος 
εκείνων που δεν είπαμε 
κι εχει μια ζεστασιά 
το άρωμα των ρόδων!


Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2018

Ο γυρισμός το χρόνου

Ξεφλούδιζε ο χρόνος άλλη μια μέρα.
Πρόσθεσε άλλο ένα σπόρο κουκουναριού
στο ακριβό του κοφίνι
Η νύχτα του χάριζε την ομορφιά της, μ
ετρούσε τα βήματα του. 

Στη γειτονιά των ανθρώπων ,στόλιζαν τα χρυσάνθεμα 
τις μικρές πέτρινες αυλές,ο βασιλικός άπλωνε το άρωμα του
κυκλώνοντας την υγρασία που έμπαζε απ τη μελαγχολία του χειμώνα
Λίγα μέτρα πιο πέρα θόλωναν οι ανάσες το ραγισμένο τζάμι
Έριξε τα μάτια του στη σχισμή του,κάτι σκιές γύρναγαν 

μα που να ξεχωρίσεις στο σκοτάδι ,μα ..να φως 
ένα φως παράξενα δυνατό ,στο τραπέζι είχε ακουμπήσει ένα ‘’ λουξ ΄΄
Φάνηκαν τα πρόσωπα . Δύο μικρά αγγελούδια έπαιζαν γύρω του
δεν είχαν ξαναδεί τέτοιο παιχνίδι.
Το φερε ο μπαμπάς και η μαμά έκλαιγε όταν το άναβαν
οι μικρές τους σκέψεις αναρωτιόταν γιατί; αφού δεν ήταν κακό
ααα... όμως η μαμά είχε μάθει με τη λάμπα κι αυτό θα την πείραξε
δεν είχαν όμως ρεύμα . Λίγο πιο κει στο καμινέτο,

άχνιζε απ την κατσαρόλα και μοσχομύριζε ο τραχανάς
τα πιάτα περίμεναν στο τραπέζι ,κι ο μπαμπάς κρατούσε στα χέρια δυο ξύλα
να ρίξει στη σόμπα να ζεσταθούν λιγο οι τοίχοι
Φτάνουνε λέει μέχρι να κοιμηθούμε . Το τρεχαλητό των μικρών ,

σβούρες που κέρδιζαν ζωή στέγνωναν τη θάλασσα των ματιών της μαμάς 
κι απλώθηκε ενα λιμάνι γεμάτο πεταλούδες χαμόγελου .
Ο μπαμπάς έχωσε τα δάχτυλα στα μαλλιά της μικρής κυρίας
να κρατήσει ζεστό το δρόμο του πηγαιμού και κείνη 
που με τσαχπίνικο ύφος και με νάζι καλούσε τον μικρό της ηρωα
να αναμετρηθεί με το ύψος της καρέκλας , φάνταζε κόκκινη νεράιδα 
που μόλις άφηνε σταξιές βατόμουρου να πιει το πάτωμα και να γεμίσει χρώματα.
Το λουξ άρχισε να κοιτά τις ρυτίδες .Εμπαινε μες το βρεγμένο βλέμμα της μαμάς,
χωνόταν ανάμεσα στη σκοτούρα του μπαμπά, 
χαμογελούσε στα απορριγμμένα μάτια των παιδιών
ακίνητος ο χρόνος … τρόμαξε .. τι έγινε; κοιμήθηκε τόσο ; ξέχασε να ξυπνήσει;
από αυτή την γειτονιά είχε ξαναπεράσει, τις ίδιες εικόνες τις ειχε ξαναδει
ειχε πάρει τα αποτυπώματα τους
ναι ..τις ήξερε απο παλιά.Μα ήταν νιός και τώρα γκρίζαραν τα μαλλιά
γιατί και ποιοι τον πήγαν πίσω; ετούτος έμαθε να προχωρά μπροστά
ποιος τώρα τη λήθη στη ράχη του ρίχνει ξανά;
αχ.. άνθρωποι αγύρτες του κλέψαν πάλι ..τα κλειδιά!


^ λουξ - φωτιστική συσκευή επιφάνειας που λειτουργεί με πετρέλαιο
(Συλλογή - Μάτια ψυχής )



Φθινοπώριασε 
Και τούτη η άνοιξη..δε σωπαίνει !

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2018

Παράξενα που χτύπησε το ρολόι 
σαν πρωτάνοιγμα πεταλούδας 
που ξέφυγε απ το κουκούλι
γυμνά να φωλιάσει η αγάπη
Βαθύς ο χρόνος της ψυχής !
Όσο μου μίλαγες σε άκουγα 
μια μια η λέξη στην κουπαστή 
Βρόχινα κύλησες στις φλέβες μου
κι από το χώμα μου βγήκε γιασεμί
Ξεδίψασε η πείνα , 
έπλυνε τα πόδια του παιδιού , 
έλουσε τα μαλλιά της ρυτίδας . 
Τα ασπρόρουχα του ήλιου 
έχουν το όνομά σου .
Την λευτεριά σου άνθισες 
κι ένας μικρός ουρανός έγινα
να κατοικήσω με τα φτερά μου 
στο απέραντο της αγάπης ! 


Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2018

Κι απο την άσκοπη φλυαρία
προτίμησε την σιωπή
Πόσες αλήθειες έκρυβε στην ανάσα της 
και πως ποιεί η ομορφιά της !

Κανένας

Ξέρεις ; μεγάλωσα 
έχω βαρεθεί τα μισόλογα 
τα πισώπλατα 
τα αναίμακτα φιλιά 
τα σκορπισμένα θάματα
τις γρίλιες που κεντούν 
λουλούδια με μαύρες κλωστές 
Αγαπάω τον ήλιο , το ξάστερο 
τις άηχες ζεστασιές 
Ξεχωρίζω πια την μυρουδιά 
του γιασεμιού 
απ τα ακριβά αρώματα 
Βλάστησε μέσα μου το χαμομήλι
κι οι ανθοί  γέννησαν
χίλιες υπομονές 
μ αγγίζουν μικρές μανόλιες
που ψηλώνουν το μποι της καρδιάς
Μ ασφαλίζουν οι θάλασσες 
που χουν στην ψίχα τους θυμάρι 
και βασιλικό 
Ένας κανένας είμαι 
μη τον ρωτάς τον άνεμο 
αν έζησα ή αν γεννιέμαι ακόμα ! 




Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2018

Πεινά το φεγγάρι 
δος του ψίχα ψυχής
να στραφταλίσει φέτα
αγάπης το ζυμάρι !

Αν διναμε οι ανθρωποι το χρόνο 
που ασχολούμαστε 
με  την κατσικα του γειτονα 
στο χορταρι να μεγαλώσει 
κι η κατσικα θα χόρταινε 
και το χορτάρι θα απλωνε τα φτερα του 
να σπειρει στο παντου ελπίδα   
και ειναι όμορφο να ριζώνει
ενα λουλούδι με φύλλα χαμόγελου 

Ει εσυ .. ναι εσυ που γελάς 
Σε ευχαριστώ για αυτό που είσαι !


Κραυγή ή λύτρωση σιωπής 

Όχι δεν θα κλάψει άλλο. 
Κλαίμε στο θάνατο, στην απώλεια, 
από ντροπή, όταν η καρδια έχει κενά, 
όταν η ψυχή περιδιαβαινει σε απειρες
και σκληρές διαδρομές χωρίς φως.
Οχι δεν θα κλάψει άλλο για κάτι που γέμισε 
και γεμιζει την ύπαρξη του,για κάτι ζωντανό, 
για ένα όνειρο που βρήκε το ξύπνημα του.
Αλλωστε στα δύσκολα μετρώνται όλοι 
και προπάντων η αγάπη.
Τα δύσκολα είναι ο μετρητής της Αληθειας  

Όχι δε θα κλάψει αλλο . 
Δεν κλαίς τον ήλιο όσο κι αν καίει 
στην πλάτη τον ρίχνεις 
και αφήνεις τους σκιερούς καιρούς 
να τρυπώνουν αργα αργα στο χρονοντούλαπο .
Τυχεροί που ναι κείνοι που γνώρισαν το δάκρυ 
βρήκαν τον δρόμο να τρέξουν στην χαρά 
Όχι δεν θα κλάψει 
Κλαίμε το παραβάν χωρίς καθρέφτη,
κείνον που δε μπορει να βρει 
τον εαυτο του μέσα στα σωθικά του 
Ποιός ξέρει πόσοι να χουν τα μάτια 
το βλέμμα τους να δουν 

Οχι δεν υπάρχει νιώθω αν ...... 
κραυγή ή λυτρωση σιωπής ;
Αστον να κλάψει το δάκρυ ειναι πιοτι 
απο ψυχή που γευονται οι δυνατοί !


Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2018

Όταν θα σβήσουν 
τα φώτα των αστεριών 
μη βιαστείς 
άσε με να περάσω 
στο βυθό σου 
κι ύστερα σφάλισε τα μάτια 
να φωτιστούν τα όνειρά μας
Ζεσταίνει ετούτη η θάλασσα  !



Τι γλέντι χρωμάτων κι αυτό
Άνοιξαν τα μπουμπούκια 
οι μαργαρίτες
και τρέχουν οι πεταλούδες
να παίξουν
στις χάντρες της Δευτέρας  
Πόσο όμορφα χαμογελούν τα μάτια
πως ζεσταίνει ένα φιλί
Παράξενος ήλιος ο άνθρωπος!


Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2018

Υγρό το φεγγάρι 
κι η θάλασσα νωρίς πλάγιασε 
ένα φιλί 
αγγίζει τα βλέφαρα σου 
μην τρομάζεις 
ειναι που απαλά 
θέλω να σε σκεπάσω! 


Σκεπάστηκε η νύχτα
με το χλωμό της ριχτάρι
φόρεσε η αυγή  το λευκό της φόρεμα
και τα καλά της παπούτσια 
κατέβαινε ένα ένα τα σκαλιά του  ουρανού
και το κορμί της λικνίζονταν 
σαν φυλλωσιά της λεύκας
τ' αγερι της φίλαγε τα μεταξένια μαλλιά
κυμάτιζαν  όπως οι πεταλούδες 
πέρασε ο ήλιος στα μάτια της 
φώτισε το αστραφτερό βλέμμα
στα ρόδινα χείλη της 
άνθιζε  το κρινένιο χαμόγελο της
η αύρα της  έπαιζε φλογέρα 
ψιθύριζε με νότες
ζωή … Καλημέρα !




Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2018

Απέθαντη πηγή 

Έζεψε η μέρα ηλιαχτίδες
γκέμια της δυό γλυκά φιλιά
στα μάτια της δροσοσταλίδες
πετούν μ’ ολόλευκα φτερά

πέπλο της έσυρε το γέλιο
σκέπασε πίκρα και λυγμούς
η άνοιξη έγραψε ευαγγέλιο
ύμνους να ψάλει αγγελικούς

πέτα το δάκρυ στη φλογέρα
να βγάλει νότες της ψυχής
στους ήχους της μια άγια βέρα
της νύφης της υπομονής

γέρνει ο ήλιος σε ανθισμένη γη
λούζεται σε κρύσταλλα του δυόσμου
με χτένι σταλακτίτη από πηγή
σε ποταμό απ ανθρωπιά του κόσμου

πιες του γεροπλάτανου πνοή
μες τη σκιά του κρύψε τη θλίψη
ντύσε το δάκρυ με του μελιού αναπνοή
κατάσαρκα να το φοράς η ερημιά να λείψει

κράτα στη λίμνη των χειλιών ένα φιλί
στην αγκαλιά του φάρου την ελπίδα
να καίει σαν ένα άσβηστο κερί
η αγάπη απέθαντη πηγή …του πηγαιμού αχτίδα !


Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2018

Οταν ανοιγεις τα φτερα
να βαφεις τις μύτες τους με χρώματα
Χαίρεται  το φεγγάρι σαν κοιτα
να παιρνει ο ουρανός ελπίδα που γελά !


Κρέμασα λιγα λουλούδια και φύτρωσαν στους τοίχους 

Όλα δοκιμάζονται 
Οι στιγμές , οι φιλίες ,οι συμπάθιες 
το σκίρτημα , το καρδιοχτύπι 
καταγραφουν κάθε κοκκινο λεπτό
δέμα προς δέμα ταξινομούνται 
οι μικρές πανοπλίες , τα λευτερα 
ηλιοβασιλέματα κι εκεινα 
τ ατέλειωτα που πάντα σμαράγδια κουβαλούν 
Μια λευκή γραμμή που σκιαγραφει 
το πέρασμα, τον ήλιο και την αντάρα .
Δεν ξέρω τι είδες δε βλέπεις που κοιτώ
σε ψάχνω στο κενό με βρίσκεις 
ξυπόλητη να περπατάω στον ήχο και στο νερό .
Που πήγε ο Μανώλης , που ειναι η Ανατολή 
τι ταχα σκεφτεται ο Ανδρέας και που μιλάει η Φανή
Ζεστάθηκε το ορφανό απο μια ακληρη πηγή
κι ενω γελάει ενα παιδί που την αλήθεια εχει δει 
ανεμος παιρνει και βοριας τα ρούχα που φοράς 
κι ειναι η γυμνια απαλή όπως το πρωτο σου φιλί 
Σποράδες που τις γιόρτασες κυκλάδες που τις χόρεψα
παραφυάδες της ψυχής γύρω απ το δέντρο της ζωής
Χρώματα , δάφνες κι ερημιά σφιχτα να δένουν αγκαλιά
κι αν πίσω τρέχει ενα γιατί ειναι που βρήκαν 
τα όνειρα τόπο να στήσουν μια κορυφή  
Και αν τραγουδώ και τραγουδάς νότες μιας ανοιχτής χαράς
ειναι που αλλιως τρέφεις τους κύκλους κι αλλιώς 
μοιράζω ψίχα που χει το χρώμα της φωτιάς 
Μα ποιός μπορεί να αρνηθεί πως ειναι όμορφη η ζωή
αν την αγάπη εχει πιει σε ενα ποτήρι με κρασί 
και πότισε η ζεστασιά αέναη νιότη και χαρά

κι όσο και να πεις σαν εχει λόγο η καρδιά 
στρώνει αγάπη το φιλί με άρωμα απο γιασεμί!






Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2018

Οχι καρδιά μου δε μίσεψε η αγάπη 
ειναι που βολικα φορέθηκε 
στο κατα το δοκούν 

Ευτυχώς αβόλευτοι και άμαθοι εμεις
κρατήσαμε το άρωμα της 
κι ειναι όμορφα τα φυλλα της 
στα χέρια μας !





Πλατεία περιστεριών

Αυτό το μικρό σαλονάκι πάντα του άρεσε ,γωνία Αριστοτέλους και Ερμού
Τα μικρά ξύλινα τραπέζια θύμιζαν παλιές φωτογραφίες του παππού Γιάννη κι εκείνος
που μαζί του πήρε μπόι, κάτι από ζεστασιά σκάλωνε στα πόδια του 
καθώς έπινε τον καφέ του ήσυχος και ήρεμος σαν μια κουκκίδα αχνιστής μυρουδιάς
Χαμήλωσε το βλέμμα απ τις φωνές κι ανέβασε τα φρύδια ρίχνοντας τα γυαλιά του
στη μέση της μύτης θαρρείς κι αν κατέβαιναν θα άκουγε καλύτερα μ αυτά
Ή που πρέπει να συμφωνεί με σένα ή που θα τον βρίζεις και θα τον σχολιάζεις
Αγανακτισμένος ακουγόταν ο Μηνάς κι από την άλλη ο Στέλιος ωχ βρε αδερφέ μυστήριος είσαι
μια κουβέντα είπαμε . Ο καυγάς για τον Πέτρο φίλος για τον Μηνά γνωστός για τον Στέλιο
Ο Πέτρος λιγομίλητος άνθρωπος . Από κείνους της παρέας που αν έχουν κάτι να πουν θα μιλήσουν
αν όχι θα μετέχουν με την σιωπή τους , με ένα χαμόγελο η με μια κουβέντα χαμηλών τόνων .
Ήξερε να ακούει και ποτέ δεν τον ένοιαζαν τα κουτσομπολίστικα
μανιφέστα ή κείνες οι γρηγοράδες της γλώσσας που τρέχαν πριν το μυαλό . 
Τα σωθικά του που λένε τα παρεδιδε μόνο στους μπιστικούς
σε τούτους κανένα καλαμάρι του κρυφό δεν ήταν
Πολιτικοποιημένο άτομο με άποψη μα όχι από κείνους
που θα χαράμιζαν το χνώτο τους για να απαντήσουν σε βρισίματα
ή ότι άλλο βάζει ο νους με σκοπό πως το ύψος της φωνής πηδάει στη ράχη και νικάει την σιγή .
Ο Στέλιος πάλι τ ανάποδο καλός και φωνακλάς με όλους
μια κόκκινα παπούτσια μια μπλε αλλά και στα κίτρινα δεν έλεγε οχι
Εύθυμος τύπος με ένα γινάτι  που σπαγε κόκαλα μα αν δεν του περνούσε
άλλαζε ύφος κι όλους τους καλοκάρδιζε πως ήθελε ο καθένας
Το μόνο που φοβόταν την μοναξιά ήταν κι έτσι κανόνιζε πάντα να χει παρέα
Κι αν έχανε κάποιον ααα εκείνος έφταιγε . Έπλαθε ιστορίες τόσο πιστευτές
που η παράσταση θύμιζε κωμικοτραγωδία που ζήλευαν ακόμη και τα σανίδια.
Δεν ήταν κακός όχι . Μα να . ετούτο το δοξάρι να ακουμπά πρώτα
στην κεφαλή του το είχε . Πρωτιά και παρτου την ψυχή .
Όπου δεν τον έπαιρνε το δρόμο και σε άλλη πόρτα . Α ! από πόρτες γεμάτος ο μπαξές . Ο Μηνάς πάλι καθ ότι τόσα χρόνια εμποράκος του μόχθου στον καφενέ χιλιόμετρα ιστορίες είχε ακούσει . Είχε μάθει να μην χώνει τη μούρη του εκεί που δεν τον έσπερναν . Κι αν πάλι κάτι χτυπούσε στα σωθικά του πλησίαζε κι έδωνε τα χέρια να το μάθει . Μα με ένα χωρατό
τα φύτευε στο γέλιο με μια ατάκα είχε τον τρόπο του . Μα τούτο το άδικο κι άσκοπο της κατινιάς καθόλου δε το χώνευε . Ο άνθρωπος μιλά όταν θέλει να μιλά κι αγκαλιάζει όλα τα λουλούδια μα άλλα τα βάζει στο δρόσο να τα θαυμάζει άλλα να τα προσέχει μη μαραθούν , τα φυτεύει στη γη του να τα κουβαλά μαζί του  κι ένα βάζει στο πέτο έλεγε. Θυμωμένος  απευθύνθηκε
στο Στέλιο . Καλά κι εγώ σε ξέρω . Αύριο που θα ρθεί ο Πέτρος όλο χαρές
θα του είσαι έτσι για να σε βλέπουν οι άλλοι . Ανοιχτός άνθρωπος λες και τέλος . Μα να σαι ανοιχτός δε γίνεσαι κριτής πίσω του και ρόιδο μπροστά του .
Άμα είσαι πως λες αύριο πες τα μπροστά του να τ ακούσουν όλοι . Σταμάτησε ο Μηνάς σώπασε κι ο Στέλιος τραβώντας την καρέκλα που σύχασε κι αυτή καθώς τρομαγμένη ήταν από τα τριξίματα και βηματίζοντας έφτασε στην έξοδο με ένα μουρμουρητό μέσα από τα δόντια που λες και μέλισσα είχε κρυφτεί και φυλακισμένη πως ήταν ζουζούνιζε το λευτέρωμα . Ο Γιάννης ήπιε τον καφέ του μάζεψε το γυαλικό του στη θήκη μη και ξεχάσει, με ενα σήκωμα του χεριού χαιρέτισε την παρέα κι έφυγε .Ο νους του γύρευε το μερτικό του στη συζήτηση να γελάσει ή να κλάψει; Τόσο ξόδεμα για την κατσίκα του γείτονα κι ούτε μια δεκάρα στην πληρωμή της αποξένωσης ξεχρέωμα να δώσει.
Μα τώρα βουρλίζονταν οι τζίτζικες της σκέψης κι η περιέργεια είχε στήσει το χορό της Θα ρχοταν κι αύριο . Να χε άραγε δίκιο ο Μηνάς; 
Αγίου Στυλιανού . Η μέρα φεγγοβολούσε τόσο γαλάζιο που η ξαστεριά της ,θάλασσα μύριζε.
Ο Γιάννης χάζευε το λευτέρωμα των περιστεριών . Το τσιμπολόγημα τους στα ψίχουλα της πλατείας το πιοτί τους στην γαβάθα του νερού και κάθε φορά της γουλιάς κοίταγμα στον ουρανό .
Να ταν ένα ευχαριστώ που γλύτωσαν και σήμερα την πείνα τους; ποιος ξέρει . Ανάμεσα στις καμάρες ένας μουσικός με το σαντούρι του άφηνε ξέμπαρκες τις νότες να βάψουν το γύρω . Το τσίγκινο κουτί γέμιζε κουδουνίσματα ευχαριστώ για το τραγούδι που χάριζε στη μέρα. Κόσμος πάει κι έρχεται φουριόζος, γελαστός , φορτωμένος από αγωνία , κόσμος. Τόσο ίδιοι και τόσο άλλοι  Ο ίδιος αδειούχος άρα αρχηγός της μέρας του . Τα βήματα του στη γωνιά που μύριζε η χόβολη κι ο αχνιστός καφές . Η παρέα όλη εκεί έλειπε ο Πέτρος μόνο . Άφησε την καλημέρα του να πλανιέται από αυτί σε αυτί κι έκατσε στο λημέρι του ανοίγοντας το χάρτινο φυλλάδιο που τα νέα θα του λεγε. Οι ψίθυροι του κένταγαν τον ήχο . Γέλια, μιλήματα που αν τα άπλωνες θα φταναν στο Λευκό Πύργο . Δεν ξεχώριζε κουβέντες μα τούτοι οι μορφασμοί που κλεβαν απ την άκρη του ματιού του όλα του τα λεγαν . Γέλασε οι ομορφάδες της καθημερινότητας ψιθύρισε σαν εγγαστρίμυθος βάτραχος . Το απότομο άνοιγμα της πόρτας τον τρόμαξε και γύρισε το κεφάλι .
Ο Πέτρος με μάτια χαμογελαστά και κρατώντας ένα μεγάλο μπουκάλι φουριόζος μπήκε. Χρόνια πολλά βρε φίλε να σαι γερός και δυνατός είπε απευθυνόμενος στο Στέλιο κι απλώνοντας το χέρι . Μουδιασμένος λίγο ο Στέλιος ψέλλισε ένα ευχαριστώ. Βάλε μας βρε Μηνά μια τσικουδιά να πιούμε για του φίλου τη γιορτή χανιώτικη είναι και μοσχοβολά πατρίδα. Κρητικός είσαι τον ρώτησε ο Στέλιος που εκείνη τη ώρα μάθαινε τη γη του. 
Ναι μωρέ και η μέρα της γιορτής σου χαρά μου έδωκε . Από αύριο πιάνω δουλειά . Ούτε κι αυτό το ήξερε ο Στέλιος . Τι ήξερε άραγε για αυτόν ; τίποτα κι ας έβρισκε να πει. Ο Μηνάς μες τη χαρα τον αγκάλιασε κοιτάζοντας λίγο λοξά τον Στέλιο . Ο Γιάννης μετείχε στη χαρά με τις ευχές του .
Το γύρω μύριζε ανθρώπινο βασιλικό . Η ώρα πέρασε γοργά. Βλέπεις όταν μιλάει η χαρά η ώρα γίνεται στιγμή μα όταν αυτή αφήνει στίγμα ζωγραφιά χρόνια ο νους την κουβαλά .
Περπάτησε λίγο να φτάσει στη στάση . Η σκέψη του μιλούσε . Να βαζε μυαλό ο Στέλιος ; μπαα 
Ίσως όμως θυμόταν που και που τα λόγια του Μηνά και άφηνε κάπου κάπου να μιλά η καρδιά.
Μικρόκοσμος τρανός που αν του δώσεις χρώματα παίρνει πνοή το βιός .