Κυριακή 30 Ιουνίου 2019
Λευκός χορός
Κι αφού ο ουρανός
ειναι αντανάκλαση της θάλασσας
ειναι αντανάκλαση της θάλασσας
εκείνα τα λευκά του κρίνα
που βάφουν τις φτερούγες του
ειναι τα βότσαλα ,ή μήπως
η ηλιοπετρα που στάζει η ψυχή σου
υπάρχουν πιο ωραία κύματα
από κεινα που τραγουδούν στη σιωπή
και χορεύουν πατώντας στις μύτες
του δαντελένιου βυθού;
ένας απέραντος ωκεανός
πως λούζει την αγάπη στο χτένι του γαλάζιου!
που βάφουν τις φτερούγες του
ειναι τα βότσαλα ,ή μήπως
η ηλιοπετρα που στάζει η ψυχή σου
υπάρχουν πιο ωραία κύματα
από κεινα που τραγουδούν στη σιωπή
και χορεύουν πατώντας στις μύτες
του δαντελένιου βυθού;
ένας απέραντος ωκεανός
πως λούζει την αγάπη στο χτένι του γαλάζιου!
Σάββατο 29 Ιουνίου 2019
Αντικριστά του ήλιου
Αλλόκοτη τούτη η ζεστασιά
βροχή και φλόγα την φυλά
Κόντρα στη κόντρα
απανθρωπιά και ανθρωπιά
πόλεμος και πνοή
αγάπη και μίσος
Μονάχα οι κήποι
κι η μουσική να ταξιδεύουν
ονειροπόλους μυστικούς
κόντρα στον άνεμο
και στη γιορτή
να σημαδεύουν τη οργή
η ελπίδα και η προσμονή
Κόντρα και θα ρθει ένα πρωί
που θα ακουστούν οι ψυχές
στο άγουρο και στο λυκαυγές
να στήνουν τόπο και γιορτή
μες τα πλοκάμια σου πνοή
Θα βγουν ελεύθερες
να τριγυρνούν στα κάστρα
που πότισαν ροδόσταμο
δάκρυ απ των στρατιών τα άστρα
Κόντρα θα ρθουν περγαμηνές
από του βράχου τις σιωπές
για να λυθούν ορμήνιες
που άγραφες είχαν μνήμες
Θα ρθει εκείνη η φυλλωσιά
που θα μυρίζει ήλιο
και μέντα θα χει αναπνοή
Κόντρα λοιπόν με τον καιρό
λάβαρο στήνουν και σταυρό
κείνοι που ακόμα αποζητούν
απ της κηρήθρας τη ζωή
να στάζει μέλι στου δρόμου το σκαλί !
Κόντρα στη κόντρα
απανθρωπιά και ανθρωπιά
πόλεμος και πνοή
αγάπη και μίσος
Μονάχα οι κήποι
κι η μουσική να ταξιδεύουν
ονειροπόλους μυστικούς
κόντρα στον άνεμο
και στη γιορτή
να σημαδεύουν τη οργή
η ελπίδα και η προσμονή
Κόντρα και θα ρθει ένα πρωί
που θα ακουστούν οι ψυχές
στο άγουρο και στο λυκαυγές
να στήνουν τόπο και γιορτή
μες τα πλοκάμια σου πνοή
Θα βγουν ελεύθερες
να τριγυρνούν στα κάστρα
που πότισαν ροδόσταμο
δάκρυ απ των στρατιών τα άστρα
Κόντρα θα ρθουν περγαμηνές
από του βράχου τις σιωπές
για να λυθούν ορμήνιες
που άγραφες είχαν μνήμες
Θα ρθει εκείνη η φυλλωσιά
που θα μυρίζει ήλιο
και μέντα θα χει αναπνοή
Κόντρα λοιπόν με τον καιρό
λάβαρο στήνουν και σταυρό
κείνοι που ακόμα αποζητούν
απ της κηρήθρας τη ζωή
να στάζει μέλι στου δρόμου το σκαλί !
Παρασκευή 28 Ιουνίου 2019
Μέσα από μένα
Επειδή
Άνοιξα τα χέρια μου
Άνοιξα τα χέρια μου
κι έτσι απλά
σου χάρισα την ζεστασιά
Έσπασα το βλέμμα μου στα δυο
κι έτσι μοίρασα το φως μου
έκοψα την ανάσα μου
κι έμαθα να αναπνέω στο βήμα σου
περπάτησα στα ποτάμια μου
αφήνοντας το πέλμα μου σε σένα
επειδή αγάπη σε βάφτισα
κράτησα το όνομα μου
να βαδίζεις σ ατέλειωτη θάλασσα
Έτσι μπορώ να σε ζω
να σ αναπνέω .. εσένα μέσα από μένα
μου μιλάς απ τα χείλη μου
μ ακούς απ τη φωνή σου
επειδή σου χαρίστηκα
δε σε ψάχνω!
σου χάρισα την ζεστασιά
Έσπασα το βλέμμα μου στα δυο
κι έτσι μοίρασα το φως μου
έκοψα την ανάσα μου
κι έμαθα να αναπνέω στο βήμα σου
περπάτησα στα ποτάμια μου
αφήνοντας το πέλμα μου σε σένα
επειδή αγάπη σε βάφτισα
κράτησα το όνομα μου
να βαδίζεις σ ατέλειωτη θάλασσα
Έτσι μπορώ να σε ζω
να σ αναπνέω .. εσένα μέσα από μένα
μου μιλάς απ τα χείλη μου
μ ακούς απ τη φωνή σου
επειδή σου χαρίστηκα
δε σε ψάχνω!
Δρόσο καλοκαιριού
Κουδουνίσματα να ξυπνήσει ο ήλιος
στην κουπαστή του καιρού
Μια γλυκιά τρυφεράδα απλώνει
τα δίχτυα της στο λιβάδι των ματιών
Στις μύτες κύκνοι σκιαγραφούν
το νόημα της αγκαλιάς
Σε βρίσκω στο αναγνωστήριο της ψυχής
Μυρίζει προζύμι έτοιμο να αναμειχθεί
με τα φτερά της παπαρούνας
Γελώ στον άνεμο κι αυτός
με ένα τραγούδι απαλό μου απαντά
Γελάς και παίρνει η νότα χρώμα
να ζωγραφίσει κήπους με ρόδα μες το στόμα
Πως το γέλιο από δροσοσταλίδα μια σταλιά
χωρά ολάκερο τον κόσμο
στην κουπαστή του καιρού
Μια γλυκιά τρυφεράδα απλώνει
τα δίχτυα της στο λιβάδι των ματιών
Στις μύτες κύκνοι σκιαγραφούν
το νόημα της αγκαλιάς
Σε βρίσκω στο αναγνωστήριο της ψυχής
Μυρίζει προζύμι έτοιμο να αναμειχθεί
με τα φτερά της παπαρούνας
Γελώ στον άνεμο κι αυτός
με ένα τραγούδι απαλό μου απαντά
Γελάς και παίρνει η νότα χρώμα
να ζωγραφίσει κήπους με ρόδα μες το στόμα
Πως το γέλιο από δροσοσταλίδα μια σταλιά
χωρά ολάκερο τον κόσμο
μες το τσεπάκι σου καρδιά
Σε ένα καλάθι φράουλες τρέχει ένα φιλί!
Σε ένα καλάθι φράουλες τρέχει ένα φιλί!
Πέμπτη 27 Ιουνίου 2019
Λεπτομέρειες
Ναι .. έτσι έχουμε μάθει
να τραγουδάμε εκεί που ανασαίνουν οι γλάροι
προδίδοντας τις χαρακιές του κορμιού .
Περπατάμε με τα χέρια αφήνοντας την ψυχή
να χαμηλώσει το βλέμμα
στα μικρά σπασμένα κύματα
Μετρώντας σπιθαμή προς σπιθαμή
το άρωμα , τη γεύση , το νήμα
που αντικρίζει το βελούδινο .. κάτι
Αυτό που ανεμίζει στα φτερά
της ανυποταγής
και κρύβει τα στέκια του παραδίνομαι
Άγρια πουλιά που γεννήθηκαν
στα χρόνια της νηνεμίας .
Χαμόγελα που..
ράγισαν . τσάκισαν
μα πάντα αλυχτούν στα ίδια χείλη
Ναι .. εμείς οι μικρές λεπτομέρειες
φορτώσαμε στις πλάτες έναν μεγάλο σάκο
που τον είπαμε ..ζωή
κι έτσι ανθίζει ήλιος
κάθε .. χαραυγή !
να τραγουδάμε εκεί που ανασαίνουν οι γλάροι
προδίδοντας τις χαρακιές του κορμιού .
Περπατάμε με τα χέρια αφήνοντας την ψυχή
να χαμηλώσει το βλέμμα
στα μικρά σπασμένα κύματα
Μετρώντας σπιθαμή προς σπιθαμή
το άρωμα , τη γεύση , το νήμα
που αντικρίζει το βελούδινο .. κάτι
Αυτό που ανεμίζει στα φτερά
της ανυποταγής
και κρύβει τα στέκια του παραδίνομαι
Άγρια πουλιά που γεννήθηκαν
στα χρόνια της νηνεμίας .
Χαμόγελα που..
ράγισαν . τσάκισαν
μα πάντα αλυχτούν στα ίδια χείλη
Ναι .. εμείς οι μικρές λεπτομέρειες
φορτώσαμε στις πλάτες έναν μεγάλο σάκο
που τον είπαμε ..ζωή
κι έτσι ανθίζει ήλιος
κάθε .. χαραυγή !
Τετάρτη 26 Ιουνίου 2019
Άραγε σπάει το κλουβί;
Μάθαμε .. μάθαμε να λέμε
κάνε τούτο κανε το άλλο
μίλα μου , γελα μου , νιώσε με
κατάλαβε με όλα σε έναν άλλο τόνο .
Αλλου και πάντα για τους άλλους
κι αλήθεια γιατί οχι εμεις;
κι αν οι άλλοι φοβουνται αυτο που φοβόμαστε;
Μας λείπει το θάρρος για την αλήθεια
αυτό το να σου πω που κέρναγε τον ήλιο
σε σένα κι οχι αδειες πινελιές
προτότυπες , ιδανικές που να κερδίζουν
τα άδεια χειροκροτώντας ένα ψέμα
Τι ειναι ο φόβος τελικά ..ενα τίποτε
ενα κενό που κάποτε μας ορίζει
σαν ακέφαλος εγωιστής που κραδαινει
μονάχα το όνομά του .
Κι άραγε γιατι στο φοβο μιας ανοστης τριχιάς
απορριψης χάνουμε ζωή
Τι φταιει και δεν μαθαίνουμε μα μόνο κοιτάμε
κι αμπάριζα τον δυόσμο και τ αγκάθι
βγάζουμε απ το καλάθι
δίχως απ το ζύγι να ακουστει το βάρος του
κι η αποκοτιά να γέρνει όπου βρεί .
Ποιός μας πήρε τη γλώσσα και τραγουδάμε
ποιός ήχος έκλεισε τη μουσική και ζωγραφίζουμε
στους τοίχους αυτά που λέει η ψυχή
Τι άραγε ζητάμε το πέπλο του ονείρου ή το όνειρο
Κι όμως μετρώντας τα σκαλιά της στιγμής
ανθίσανε φιλίες άπλωσαν κλωνάρια και δεθηκαν
φύλλα καρδιάς . Ποιός εισαι ποιά ειμαι μη μιλάς
κι ολα ενα δίχτυ με μόνο αγκίστρι τον άνεμο.
Ποιός στο πρωτο βήμα θα φανεί
κι άραγε σπάει το κλουβί;
Μόνιμοι και περαστικοί , μουγγοί κι αθώοι ένοχοι
φλύαροι και ακτιβιστές σε γνωριμες πλαγιές
δέσμιοι στου χρόνου μας το εκκρεμές!
κάνε τούτο κανε το άλλο
μίλα μου , γελα μου , νιώσε με
κατάλαβε με όλα σε έναν άλλο τόνο .
Αλλου και πάντα για τους άλλους
κι αλήθεια γιατί οχι εμεις;
κι αν οι άλλοι φοβουνται αυτο που φοβόμαστε;
Μας λείπει το θάρρος για την αλήθεια
αυτό το να σου πω που κέρναγε τον ήλιο
σε σένα κι οχι αδειες πινελιές
προτότυπες , ιδανικές που να κερδίζουν
τα άδεια χειροκροτώντας ένα ψέμα
Τι ειναι ο φόβος τελικά ..ενα τίποτε
ενα κενό που κάποτε μας ορίζει
σαν ακέφαλος εγωιστής που κραδαινει
μονάχα το όνομά του .
Κι άραγε γιατι στο φοβο μιας ανοστης τριχιάς
απορριψης χάνουμε ζωή
Τι φταιει και δεν μαθαίνουμε μα μόνο κοιτάμε
κι αμπάριζα τον δυόσμο και τ αγκάθι
βγάζουμε απ το καλάθι
δίχως απ το ζύγι να ακουστει το βάρος του
κι η αποκοτιά να γέρνει όπου βρεί .
Ποιός μας πήρε τη γλώσσα και τραγουδάμε
ποιός ήχος έκλεισε τη μουσική και ζωγραφίζουμε
στους τοίχους αυτά που λέει η ψυχή
Τι άραγε ζητάμε το πέπλο του ονείρου ή το όνειρο
Κι όμως μετρώντας τα σκαλιά της στιγμής
ανθίσανε φιλίες άπλωσαν κλωνάρια και δεθηκαν
φύλλα καρδιάς . Ποιός εισαι ποιά ειμαι μη μιλάς
κι ολα ενα δίχτυ με μόνο αγκίστρι τον άνεμο.
Ποιός στο πρωτο βήμα θα φανεί
κι άραγε σπάει το κλουβί;
Μόνιμοι και περαστικοί , μουγγοί κι αθώοι ένοχοι
φλύαροι και ακτιβιστές σε γνωριμες πλαγιές
δέσμιοι στου χρόνου μας το εκκρεμές!
Τρίτη 25 Ιουνίου 2019
Κει που το μπόι γυρνά θα φτάνει
Κι είπα να αρχίσω τις συνταγές
μα πάλι τόσες σκέφτηκα
έχει το άδειο κουτί
Διαφημιστικές καμπάνιες
δε με χωρούσαν
τα παπούτσια μου μικρά
στις κίτρινες κόπιες
κι η βλασφήμια
μια στυγνή πέτρα
που σέρνει αμύρωτα κιούπια
Το μπόι μου δεν έφτανε
μήτε εκείνες τΙς μόρτικες γρίλιες
μήτε στα μισοφορέματα
που πούλαγαν ξυστές
ναφθαλίνες άλλου θεού
κι έτσι πήρα το καλάθι της ελιάς
με τα κόκκινα μήλα μου
τα πορτοκάλια της μυγδαλιάς μου
φόρτωσα τα σταφύλια
στο τσεπάκι που φύλαγε
ο μέρμηγκας της καρδιάς
Χτύπησα δυο φορες τα χέρια
να ξυπνήσει το βήμα
και βρέθηκα στην κλωστή
μιας παπαρούνας
Απόψε θα τραγουδήσω
μόνο για μας !
μα πάλι τόσες σκέφτηκα
έχει το άδειο κουτί
Διαφημιστικές καμπάνιες
δε με χωρούσαν
τα παπούτσια μου μικρά
στις κίτρινες κόπιες
κι η βλασφήμια
μια στυγνή πέτρα
που σέρνει αμύρωτα κιούπια
Το μπόι μου δεν έφτανε
μήτε εκείνες τΙς μόρτικες γρίλιες
μήτε στα μισοφορέματα
που πούλαγαν ξυστές
ναφθαλίνες άλλου θεού
κι έτσι πήρα το καλάθι της ελιάς
με τα κόκκινα μήλα μου
τα πορτοκάλια της μυγδαλιάς μου
φόρτωσα τα σταφύλια
στο τσεπάκι που φύλαγε
ο μέρμηγκας της καρδιάς
Χτύπησα δυο φορες τα χέρια
να ξυπνήσει το βήμα
και βρέθηκα στην κλωστή
μιας παπαρούνας
Απόψε θα τραγουδήσω
μόνο για μας !
Δευτέρα 24 Ιουνίου 2019
Κυριακή 23 Ιουνίου 2019
Άτιτλο
Έχει μια γλυκιά μελαγχολία ετούτο το βράδυ
από κείνα που θαρρείς πως αν σου ξεφύγει
ένα χαμόγελο θα πέσει στη χούφτα
κάποιου άλλου .
Κι αν πάλι κλείσεις τα μάτια
θα είσαι εκείνος .
Και μήπως τι ; Δεν ξέρουν τα ταξίδια οι καρδιές
Αχ βρε κόσμε μικρός που είσαι
Μια σκέψη έστειλα και τρύπωσα στο βλέμμα σου!
από κείνα που θαρρείς πως αν σου ξεφύγει
ένα χαμόγελο θα πέσει στη χούφτα
κάποιου άλλου .
Κι αν πάλι κλείσεις τα μάτια
θα είσαι εκείνος .
Και μήπως τι ; Δεν ξέρουν τα ταξίδια οι καρδιές
Αχ βρε κόσμε μικρός που είσαι
Μια σκέψη έστειλα και τρύπωσα στο βλέμμα σου!
Πέμπτη 20 Ιουνίου 2019
Βουτιά στα πέλαγα
Σάμπως να μην άκουγε
κείνος ο γλάρος
μα έμενε στα χέρια σου
κουβαλώντας μια θάλασσα
περπάτησες στα κοχύλια της
να μάθεις τα μυστικά
που κρύβουν άγρια φύκια
ζύγιασες τα κοράλλια
μ ότι πιότερο μεθούσε
αλμύρα και γλυκό κρασί
παιδιά ξελογιασμένου βράχου
πως σβήνει το νερό σε ένα τραγούδι
τούτη η φωτιά το δρόσο της
κι ανασαιμιά λυγίζει !
κείνος ο γλάρος
μα έμενε στα χέρια σου
κουβαλώντας μια θάλασσα
περπάτησες στα κοχύλια της
να μάθεις τα μυστικά
που κρύβουν άγρια φύκια
ζύγιασες τα κοράλλια
μ ότι πιότερο μεθούσε
αλμύρα και γλυκό κρασί
παιδιά ξελογιασμένου βράχου
πως σβήνει το νερό σε ένα τραγούδι
τούτη η φωτιά το δρόσο της
κι ανασαιμιά λυγίζει !
Πηγή λαλιάς
Ειναι φορές που σωπαίνεις
να ακούσεις το ηλιοβασίλεμα
να χορτάσεις ψωμί ουρανού
στις κοιλάδες του μπλέ
διψάς να φιλήσεις
το στόμα της βροχής
που μεγαλώνει ανθούς
Ειναι φορές που ακροβατείς
σε ενα κλαρί ελιάς
χορευοντας στο λίκνισμα
των χρυσοκόκκινων φύλων
να ζεστάνεις φωλιά στα πουλιά
να ακούσεις το ηλιοβασίλεμα
να χορτάσεις ψωμί ουρανού
στις κοιλάδες του μπλέ
διψάς να φιλήσεις
το στόμα της βροχής
που μεγαλώνει ανθούς
Ειναι φορές που ακροβατείς
σε ενα κλαρί ελιάς
χορευοντας στο λίκνισμα
των χρυσοκόκκινων φύλων
να ζεστάνεις φωλιά στα πουλιά
ω!!! άνθρωποι ωραία που κελαηδάτε !
Τετάρτη 19 Ιουνίου 2019
Σπόρος ψυχής
Σε κείνα που δεν φωνάζουν να ακουστούν
στις ζεστές παραλίες που παίζουν πουλιά
στα μικρά μπουκέτα που σπέρνουν την ομορφιά
στους τρελούς που έμαθαν να μιλούν με ψυχή
σ συτους που λάτρεψαν το γιασεμί τους πέτο
κοιτώντας κατάματα τις στέπες της λεύκας
μεγαλώνεις. αγέννητος ,μαθαίνοντας
τόσα που γνώρισες στη γλώσσα των παιδιών
Μα να δεις τι όμορφα
που κελαηδούν τα νυχτοπούλια !
στις ζεστές παραλίες που παίζουν πουλιά
στα μικρά μπουκέτα που σπέρνουν την ομορφιά
στους τρελούς που έμαθαν να μιλούν με ψυχή
σ συτους που λάτρεψαν το γιασεμί τους πέτο
κοιτώντας κατάματα τις στέπες της λεύκας
μεγαλώνεις. αγέννητος ,μαθαίνοντας
τόσα που γνώρισες στη γλώσσα των παιδιών
Μα να δεις τι όμορφα
που κελαηδούν τα νυχτοπούλια !
Άδειο κουτί
Σταμάτησαν πια να ακούγονται
τα καπνισμένα νερά
ξεχάστηκαν
και κείνα τα σπασμένα κουπιά
γιόρτασε και η λήθη
τη ρουφηξιά του άστεγου
και του αδειου πιάτου
χόρτασε κι η αποκοτιά
το πισωγύρισμα
με σάπια τα σανίδια
κι αποκαιδια απο φτερά
Φύσηξε άραγε πλοκάμι
που ξόρκισε τα φονικά ;
αχ !! άδειο κουτί
Τυφλόμυγα παίζεις
με χρηματαποστολή
Γέμισες φανφαρόνους
που στρώνουν τη στρατηγική
σε τρύπιους κούφιους νόμους
Αγκάθινο το χάδι σου
σε άχρωμη στολή .
Κι εσύ μνήμη που ακούς;
σπάσε το το θολό γυαλί
κι αρνήσου ..την υποταγή !
ξεχάστηκαν
και κείνα τα σπασμένα κουπιά
γιόρτασε και η λήθη
τη ρουφηξιά του άστεγου
και του αδειου πιάτου
χόρτασε κι η αποκοτιά
το πισωγύρισμα
με σάπια τα σανίδια
κι αποκαιδια απο φτερά
Φύσηξε άραγε πλοκάμι
που ξόρκισε τα φονικά ;
αχ !! άδειο κουτί
Τυφλόμυγα παίζεις
με χρηματαποστολή
Γέμισες φανφαρόνους
που στρώνουν τη στρατηγική
σε τρύπιους κούφιους νόμους
Αγκάθινο το χάδι σου
σε άχρωμη στολή .
Κι εσύ μνήμη που ακούς;
σπάσε το το θολό γυαλί
κι αρνήσου ..την υποταγή !
Τρίτη 18 Ιουνίου 2019
Τόσο σε ξέρω
Τόσο που χώρεσα σε μια σπίθα
π' άνθισαν τ άστρα του χιονιά
Πάντα ήξερα που ήσουν
δεν ξέρω πως αλλά το ήξερα
ίσως τότε που κράτησα
ένα σπόρο στα χέρια μου
κι έπιασε βροχή
Φύτρωσες
ανάμεσα στα δάχτυλά μου
κι έβγαλα τον ήλιο
να σ αγκαλιάσει
ίσως πάλι
να ταν όταν σκαρφάλωνε
κείνη η μπουκαμβίλια
να φτάσει το φουρό του ουρανού
κι άπλωσα τα χέρια
να νιώσω τα φύλλα της
Ναι σε ήξερα
πριν ακόμα μάθω για μένα
ήταν καιρός που άκουγα
τα καναρίνια
κι άνοιγα τα μάτια
να φτιάξω το δάσος
τότε σε γνώρισα
Eιχε ένα άρωμα η τριανταφυλλιά
που μήναγε τον ερχομό σου
Άλλο δεν μάθαινα
απ το να ποτίζω τα λουλούδια
α!! να βλεπες τα παρτέρια μου
διψούσαν το πέρασμα σου
η μολόχα μου μιλούσε αδιάκοπα
για κείνα τα αμάραντα
Μα ναι έτσι σε είδα
π' άνθισαν τ άστρα του χιονιά
Πάντα ήξερα που ήσουν
δεν ξέρω πως αλλά το ήξερα
ίσως τότε που κράτησα
ένα σπόρο στα χέρια μου
κι έπιασε βροχή
Φύτρωσες
ανάμεσα στα δάχτυλά μου
κι έβγαλα τον ήλιο
να σ αγκαλιάσει
ίσως πάλι
να ταν όταν σκαρφάλωνε
κείνη η μπουκαμβίλια
να φτάσει το φουρό του ουρανού
κι άπλωσα τα χέρια
να νιώσω τα φύλλα της
Ναι σε ήξερα
πριν ακόμα μάθω για μένα
ήταν καιρός που άκουγα
τα καναρίνια
κι άνοιγα τα μάτια
να φτιάξω το δάσος
τότε σε γνώρισα
Eιχε ένα άρωμα η τριανταφυλλιά
που μήναγε τον ερχομό σου
Άλλο δεν μάθαινα
απ το να ποτίζω τα λουλούδια
α!! να βλεπες τα παρτέρια μου
διψούσαν το πέρασμα σου
η μολόχα μου μιλούσε αδιάκοπα
για κείνα τα αμάραντα
Μα ναι έτσι σε είδα
ανθό ή γύρη
κερί ή νερό δε θυμάμαι
Σε ήξερα
όπως τα δάχτυλα που ακουμπούσα
στο τραπέζι μου
κι απ τα ίχνη τους πετάγονταν πεταλούδες
το στόμα τους μύριζε μια γαλάζια λίμνη
κι εγώ ένας μικρός ακροατής
στο τραγούδι της .
Κι αν ακόμα δε σου μιλήσω ποτέ
τόσα που έχω νιώσει
μου φτάνουν να βλέπω τον παράδεισο
κι αν δεν σε πάρω στα χέρια μου
τόση ζεστασιά σου χάρισα
που στην αγκαλιά μου κοιμάσαι
Τόσο σε ξέρω που χάραξα
στο βλέμμα σου τη ματιά μου
κι ειναι τόσο όμορφο
να σε κοιτώ
μέσα από μένα!
κερί ή νερό δε θυμάμαι
Σε ήξερα
όπως τα δάχτυλα που ακουμπούσα
στο τραπέζι μου
κι απ τα ίχνη τους πετάγονταν πεταλούδες
το στόμα τους μύριζε μια γαλάζια λίμνη
κι εγώ ένας μικρός ακροατής
στο τραγούδι της .
Κι αν ακόμα δε σου μιλήσω ποτέ
τόσα που έχω νιώσει
μου φτάνουν να βλέπω τον παράδεισο
κι αν δεν σε πάρω στα χέρια μου
τόση ζεστασιά σου χάρισα
που στην αγκαλιά μου κοιμάσαι
Τόσο σε ξέρω που χάραξα
στο βλέμμα σου τη ματιά μου
κι ειναι τόσο όμορφο
να σε κοιτώ
μέσα από μένα!
Μια θάλασσα προικιό
Ακόμη κι αν χώριζε η λέξη Ζωή
τα γράμματα της ,σε διάφορους φακέλους
θα αρμένιζαν οι πνοές της .
Να πολεμάς για την δική σου ορμήνια
με κυνηγούς τα λούλουδα του κήπου σου
αντρειωμένους θαυμαστές τ άρματα
που όρισες να σου κρατούν τα βόλια και τα στάχυα
Δικός σου ειναι ο ουρανός δικό σου το βελόνι
Προικιό ειναι η ζέστη προικιό ειναι και το χιόνι
Στους άδηλους καιρούς συ να σαι ο αντάρτης
του αγέννητου οπαδός και της συνήθειας σβησμένο φως
Κι αν σε λογιάζουν γνωστικοί κι υποταγμένοι
κι αυλικοί σαν ένα γιο μες τους τρελούς
πες τους από τρελούς πήρα μια ελιά
και γέμισα στο πιάτο μια θάλασσα για φαμελιά
πως γνώρισες Θεούς με ανθισμένους κεραυνούς
μα αγάπησες μια φλογέρα του βοσκού
με νότες μπολιασμένες που πάνω τους ζέσταναν φωτιές
κι αντιλαλούν οι άνοιξες σ όλες τις εποχές .
Πάρε απ τον Γκάτσο Αμοργό του Ελύτη τ ατέλειωτο φυντάνι
ρίξε στους ποιητές σπίθα να ανάψουν το μαγκάνι
γέννημα θρέμμα το βιολί σε ανυπότακτου σεργιάνι
Κι αν το μπορείς κι αν το μπορώ για να το πεις για να το πω
δεν θέλω να σ αλλάξω λίγο από σένα να κρατώ
κάτι από μένα να σου χαρίσω να χεις το φλάμπουρο σταυρό
τότε θα βρεις θα βρω το στοιχειωμένο μου εγώ
να σπάζει το αδράχτι κι από την άκρη της κλωστής
να απλώνει σπόρο ουρανού το άστεγο εμείς
στο ασυμβίβαστο ξυπνά ο ήλιος πιο νωρίς!
τα γράμματα της ,σε διάφορους φακέλους
θα αρμένιζαν οι πνοές της .
Να πολεμάς για την δική σου ορμήνια
με κυνηγούς τα λούλουδα του κήπου σου
αντρειωμένους θαυμαστές τ άρματα
που όρισες να σου κρατούν τα βόλια και τα στάχυα
Δικός σου ειναι ο ουρανός δικό σου το βελόνι
Προικιό ειναι η ζέστη προικιό ειναι και το χιόνι
Στους άδηλους καιρούς συ να σαι ο αντάρτης
του αγέννητου οπαδός και της συνήθειας σβησμένο φως
Κι αν σε λογιάζουν γνωστικοί κι υποταγμένοι
κι αυλικοί σαν ένα γιο μες τους τρελούς
πες τους από τρελούς πήρα μια ελιά
και γέμισα στο πιάτο μια θάλασσα για φαμελιά
πως γνώρισες Θεούς με ανθισμένους κεραυνούς
μα αγάπησες μια φλογέρα του βοσκού
με νότες μπολιασμένες που πάνω τους ζέσταναν φωτιές
κι αντιλαλούν οι άνοιξες σ όλες τις εποχές .
Πάρε απ τον Γκάτσο Αμοργό του Ελύτη τ ατέλειωτο φυντάνι
ρίξε στους ποιητές σπίθα να ανάψουν το μαγκάνι
γέννημα θρέμμα το βιολί σε ανυπότακτου σεργιάνι
Κι αν το μπορείς κι αν το μπορώ για να το πεις για να το πω
δεν θέλω να σ αλλάξω λίγο από σένα να κρατώ
κάτι από μένα να σου χαρίσω να χεις το φλάμπουρο σταυρό
τότε θα βρεις θα βρω το στοιχειωμένο μου εγώ
να σπάζει το αδράχτι κι από την άκρη της κλωστής
να απλώνει σπόρο ουρανού το άστεγο εμείς
στο ασυμβίβαστο ξυπνά ο ήλιος πιο νωρίς!
Δευτέρα 17 Ιουνίου 2019
Πέρα από τα μάτια
Έσπασα την ομίχλη με τα δάχτυλα
Οι φουσκαλήθρες γίνανε
μικρές πυγολαμπίδες ,
στενά σοκάκια που πότιζαν
τη ράχη της ηλιόπετρας
Άρπαξα απ το χέρι
τα μάτια και προχώρησα
Οι μικρές λαχτάρες
άπλωναν τον ήχο
φυτρωμένα στο στόμα
χρυσάνθεμα και ρόδα
Πατώ στην άσφαλτο
και γελά με τα καμώματα
της σκιάς
Κορδέλες τα χρώματα
του δειλινού στα μαλλιά
σε φτάνω
στα λόγια που τρέχουν
στην ανάσα που φυσά
στο ανεμάκι
που γυαλίζει το δρόμο
στο μουρμουρητό
που χώρεσε στη φλέβα
στο πράσινο μίλι
που φόρτωνε κλαδιά της θάλασσας
στο φως που άστρο κοιμήθηκε
και ξύπνησε φλόγα
Tόσο που έτρεξα
κι ούτε που πρόσεξα
πως ..σε φορώ!
Οι φουσκαλήθρες γίνανε
μικρές πυγολαμπίδες ,
στενά σοκάκια που πότιζαν
τη ράχη της ηλιόπετρας
Άρπαξα απ το χέρι
τα μάτια και προχώρησα
Οι μικρές λαχτάρες
άπλωναν τον ήχο
φυτρωμένα στο στόμα
χρυσάνθεμα και ρόδα
Πατώ στην άσφαλτο
και γελά με τα καμώματα
της σκιάς
Κορδέλες τα χρώματα
του δειλινού στα μαλλιά
σε φτάνω
στα λόγια που τρέχουν
στην ανάσα που φυσά
στο ανεμάκι
που γυαλίζει το δρόμο
στο μουρμουρητό
που χώρεσε στη φλέβα
στο πράσινο μίλι
που φόρτωνε κλαδιά της θάλασσας
στο φως που άστρο κοιμήθηκε
και ξύπνησε φλόγα
Tόσο που έτρεξα
κι ούτε που πρόσεξα
πως ..σε φορώ!
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)