Δευτέρα 30 Μαρτίου 2020

Άτιτλο

Από εκείνη τη σιωπή 
έμαθε τις λέξεις 
που είχε το νόημα 
Πέταξε 
σαν πιο ψηλά απ τον ήλιο
Δεν εχει γη .. η αγάπη
κείνος που αγαπά 
ακούραστα πετά !

Άτιτλο

Τώρα που βραδιάζει
σφράγισε τα λόγια
στο χρονοντούλαπο της μέρας
κι άσε την ψυχή
να τραγουδήσει
να μυρίσει τα τριαντάφυλλα
του κήπου της
να φτερουγίσει
πλάι απ το φεγγάρι
άστη να πλατσουρίσει
στις όχθες της σιωπής της
να σκεπάσει απαλά το όνειρό της
μιλώντας με τον ήχο
των χτύπων της να νιώσει .. να νιώσει
Τίποτε πιο ζεστό απ το χνώτο της
και τόσο όμορφη κουβέντα

ετούτο το.. αύριο πάλι
αύριο μια άλλη μέρα
Καληνύχτα να προσέχεις !


Χόρεψε ήλιε

Τόσο μπλε
ένα κοχύλι υγρό φιλί 
μια γουλιά 
απ το κρασί της θάλασσας 
λευκό κατάρτι η ψυχή
κι η κουπαστή ταξίδι 
χόρεψε ήλιε
κύματα φλόγας στα νερά
να στάξει η μελωδία 
κόκκινα άνοιξης πανιά ! 

Κοιμήσου και αγνάντευε

Για τον Μανώλη Γλέζο 

Μίλησε μου
για κείνα που λέγαμε ιδανικά
θυμάσαι πως σβούριζαν
στο κεφάλι μας ασκέπαστα
σαν φύλλα που ξέφυγαν
απ τον κορμό της συνήθειας

Θύμισε μου
ήταν ο ήλιος που ξύπναγε
κάθε πρωί φορτωμένος
με το λιοπύρι της καυτής ανάσας
ή εκείνο το άλμπουρο
που ζήλευε τα ταξίδια μας

Πες μου
σε ποια κιτάπια γράφτηκαν
οι ιδέες του λεύτερου χορού
που αρμένιζαν στα κύματα
κι άγγιζαν το λυχνάρι
του άδικου λυτρώνοντας το στάχυ

μα άκου με
δεν τέλειωσαν τα ανήμπορα
δεν σώθηκαν οι μπόρες
στα χέρια έμειναν σταυρός
και λόγχες που φωνάζουν
άγουρο πηγαιμό τα νώτα να διαβάζουν

Δες πόσα άφησες να ζουν
στης νιότης το κανάτι
αμάραντο έχει η ψυχή
ενός παιδιού το δάκρυ
Κοιμήσου  και αγνάντευε
πως θα ρθει εκείνη η ώρα

που θα βαδίζει η φωνή
με μιας χροιάς τα δώρα!





Γλυκοχάραμα

Χαράζει 
τα χρώματα του ουρανού 
χτίζουν την δική τους 
φωλιά τραγουδώντας  
Απόλυτη ησυχία
Τούτη την ώρα σωπαίνουν 
οι σκέψεις των ανθρώπων 
κι ακούγονται τα οράματα των πουλιών
Το θρόισμα των φύλλων στα δέντρα 
ζεστή μουσική που απλώνει 
τα δίχτυα της στον άνεμο 
Ρουφά η πεταλούδα το μέλι του πρωινού 
στη γύρη της μαργαρίτας 
Ακολουθώ τα ανοίγματα 
απ τα φτερά του ήλιου 
σκανδαλιαρικες μικρές πιρουέτες 
στο χορό της γεμάτης κοιλάδας 
Α! όμορφη που σαι άνοιξη 
που και σε μυρίζω μέσα μου 
αλλιώτικα ανθίζει ο κήπος του κόσμου!

Σάββατο 28 Μαρτίου 2020

Θόρυβοι

Τα δύσκολα να κοιτάς κατάματα 
κάνουν κρότο τα εύκολα !







Άτιτλο

Μαθαίνεται η γλώσσα της θάλασσας
την ώρα που κάθε φεγγάρι μετρά τα κύματα
να αφήσει το γέλιο του !

Μεθυσμένο τζιτζίκι

Φτηνές κατασκευές
προκάτ που αλφαδιάζουν
το στερέωμα
σε σάπια σανίδια
να ζαλίσουν το χρόνο

άνοιξε τα μάτια σου άνοιξη
πως θόλωσες στην ίδια σου τη γύρη

μεμβράνες σε χαλεπούς καιρούς
πως να κρατήσουν
της φυλλωσιάς το βάρος

τραβάς το κρόσσι να ξηλώσεις το χαλί
μα αλλού βαρούν οι κόμποι
κι άλλου της άκρης η διάφανη κλωστή

κι εσύ εκεί πείσμα αγονάτιστο
να τραγουδάς τα όνειρα που κουβαλάς
τζιτζίκι που βαλε παλτό τον ήλιο
κλάδεψε μια φέτα ουρανού
και μέθυσε απ της ελπίδας το νερό!


Παρασκευή 27 Μαρτίου 2020

Άτιτλο

Κι ειναι φορές 
που προτιμώ την μοναξιά μου 
εδώ .. μαζί σου !

Υπόγεια θέα

Όταν ολα θα έχουν τελειώσει 
τι μακρύς κι αόριστος δρόμος 
Μα εγώ δεν θέλω όταν 
εδώ θέλω να είσαι , τώρα 
Τώρα που δύσκολα περνά η μέρα 
κι απλώνει τη μοναξιά το φεγγάρι 
Τώρα να μένεις δίπλα μου
να γεμίζει το δωμάτιο φωνές και γέλια
Να σου μαντάρω τις πληγές που κρατάς 
στο λαιμό κοιτώντας τα δάχτυλά σου 
Να δακρύζω για σένα κι εσύ να γελάς 
Ασπόνδυλα πουλιά εμείς να κοιτάμε , 
τα λυπημένα συννεφα 
που ψάχνουν να ρίξουν το είναι  τους 
και σαστισμένα κοιτούν μια τον καπνό 
μια το φόβο . Που να γείρουν ; 
να θέλει βροχή κείνο το ριχταρι που πουλά 
άδικα κορμιά στο στόμα του λύκου 
μη λογαριάζοντας μήτε τις λαλιές της θάλασσας 
μήτε το κλάμα απ το χώμα;να χρειάζονται δάκρυα 
να ξεπλυθούν τις ψυχές που άσκοπα παραδόθηκαν; 
Λογάδες , λογάδες να μαστε που αναζητούν 
το αίνιγμα στον κόμπο της παγίδας 
Εδω να σαι να μπορώ να ράβω τ αστρα 
ένα ένα στο μαξιλάρι σου να κρατηθούν τα όνειρα 
Να γελώ στην άδεια καρέκλα σου 
κι αυτή να ζωγραφίζει την μορφή σου 
Τα κρύα χέρια σου να μπαίνουν 
σαν άνεμος στη χούφτα απ το μαϊστράλι 
που πλεγμένο είναι απ τα μαλλιά 
της τρυφεράδας κι από το Α του ατέλειωτου 
Να συλλαβίζεις τα φωνήεντα κι εγώ τα σύμφωνα, 
να σου δίνω γεμάτα φως από μια μπάντα καλοκαιριού, 
έτσι που κάθε νότα να χει το ταίρι της
Να βρει το λόγο η μουσική 
που η φλογέρα που απλώνει τα φτερά της 
να παίξουν χαρούμενα παιδιά , το κρυφτό του ήλιου 
στην τραμπάλα της σκονισμένης άνοιξης 
σκεπάζοντας τα φύλλα με τη γύρη της .
Εδω να σαι να ανοίγει η πόρτα της γης 
στο γαλάζιο σακάκι του ουρανού 
καρφιτσώνοντας στο πέτο 
ένα κόκκινο μολύβι να κουβαλά το νόημα ! 



  

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2020

Άτιτλο

Όπου γελούν
τα πουλιά να κοιτάς
όσους ανέμους
κι αν πέρασαν
μήτε η λαλιά 
μήτε τα φτερά τους
παραδόθηκαν
..στη γη !



Τρίτη 24 Μαρτίου 2020

Άτιτλο

Μονολογούν τα φύλλα
η άνοιξη θα ρθει 
κι εκείνη άπλα σιγοψιθυρίζει 
το τραγούδι της λίμνης 
στον ίσκιο της ελπίδας !


Στο άσπρο δωμάτιο

Επαναλήψεις
Κουρντισμένες σαν από άλλη εποχή
Ξαναζεσταμενες αυταπάτες
γυρνώντας το κουτάλι και το κυνηγητό
ηδονής , αυταρέσκειας , κι ίσως
η νέα μικρή πια να του ανήκε
Άνθρωπος που χόρταινε πια
στο βυζί του σίγουρου
και ξεροστάλιαζε για λίγο κενό .
Το ιστορικό του διάβαζε ο γιατρός
που τον πρόσεχε .
Σπασμένοι κύκλοι και ξανά κύκλοι που ούτε
μια άκρη δεν βρίσκαν να ενωθούν
Και τώρα κύριε Φώτη έχετε κανέναν
να σας ακούσει κάποιον να σας ξυπνά το πρωί
ραντίζοντας τη μέρα με ένα δροσερό φιλί ;
Ξέρετε κοροϊδεύουμε τη ζωή
μα εχει κι αυτή τις μικρές σφαίρες
στηρίζει έναν καθρέφτη στον άνεμο
κι έρχεται κάποια στιγμή που εκεί καρφώνει
όλο το βιος του καθενός μας .
Σκεπτικός στεκόταν ο κύριος Φωτης
Ξαφνικά θυμήθηκε το κοριτσάκι του ,
τον άνθρωπό του όπως την αποκαλούσε
Η Αννουλα ήταν για καιρό σύντροφος του
πρωι , μεσημέρι, βραδυ εκει
Να μιλούν , να γελούν, να απλώνουν
το αλφα της στιγμής και να τους βρίσκει το ωμεγα
της μέρας , και πάλι απ την αρχή .
Κάποια στιγμή ομως η Αννουλα άνοιξε την πόρτα
και του ειπε να περάσει εξω .
Βλέπεις δεν εμοιαζε με καμια . Δε φοβόταν να παλεψει .
Ειναι κι αυτές οι γυναίκες που δήλωσαν την δική τους δυναμη
οχι στη φωτογραφια αλλα στη σφραγίδα τους
Αλλάζει όμως το χούι; Μόλις βαριόταν απ τα δύσκολα
ανέμιζε σε άλλες πλατείες . Κοροιδευε το παλιό
και κανακευε το καινούργιο . Μια γλυκια νοσταλγία πέρασε
μέσα του . Αλλα μόνο για μια στιγμή .
Κυριε Φώτη κάτι σας ρώτησα . Άυριο μπαινετε χειρουργείο
Ποιόν να ειδοποιουσουμε ; αμήχανος ο κυρ Φώτης .
Κοίτα τωρα αυτός που μιλουσε για ψυχές
ουτε μια δεν εβρισκε . Η Αννουλα που ναναι η Αννούλα;
Συμβιβάστηκε με την άδεια πορεια .
Τους συγγενείς μου γιατρέ . Μοναχα αυτούς .
Ολα καλα κυριε Φωτη ολα θα πανε καλά .
Ετούτη η φραση του θυμιζε τα λόγια της .
Ησύχασε ολα θα πανε καλα αυτό του έλεγε εκεινη .
Η θύμιση του γέλιου της τον γέμισε δύναμη
Αχ κυριε Φωτη περαστικοί έρωτες πολλοι
μα να ξερες ποσα φυλά η αγάπη !


Δυνάστες

Έρποντας έφτασαν στο αρχείο του κόσμου 
τράβηξαν την περόνη ανάμεσα απ τους κόμπους που έχτισαν,
κι αργά αργά έσβηνε ο ήλιος 

η θάλασσα περιμένει να παίξουν παιδιά 

Φίμωσαν τα στόματα μη χυθεί η λάβα 
του ανέραστου καιρού της Περσεφόνης 
μη πέσουν τα μαλλιά της στη γη και φυτρώσουν πνοές

το δίχτυ του ψαρά χαϊδεύει κοράλλια 

Άμορφοι όμοιοι δικοί ξένοι φορώντας τα λευκά τους γάντια, 
να κρυφτεί το γηραλέο κεφάλι που φορούν στα δάχτυλα, 
κι η φλέβα του πλούτου που σβήνει το ύψος του δούλου  

η άνοιξη καρτερά τον χορό των πεταλούδων 

γέμισαν τους τοίχους κελιά να μαστιγώσουν τα λουλούδια 
φωνή δεν ακούγεται να ουρλιάζει, 
να κόψει τη σκουριά  αιώνων,
στιγματισμένη  θα γυρνά πάλι ,
πόρνη πολυτελείας  μονάχα για μια ανάσα

η ρυτίδα γυρεύει τη ζεστασιά στα μέτρα του καλοκαιριού 

Μα θα  σκοτωθεί ο θάνατος στον αριθμό του ,
σκιαγμένος από ακτίνες ματιών , 
πολύχρωμα φιτίλια του απέραντου δάσους,
γέλια αγέννητων Σποράδων  
θα ανοίξουν τα αμπάρια να παίξουν τα ανεμακια,
να γεψει η φυλλωσιά το πρώτο της φιλί 
Θα βγουν από την αρχή κυκλάδες 
κι ορεινές κορφές μπροστάρη να χουν τις ελιές
θα ρθει  γλυκό το πρωινό 
στο ζυμωτό ψωμί ο άνθρωπος τον άνθρωπο να βρει !




Δευτέρα 23 Μαρτίου 2020

Άτιτλο

Άφησε
το νοιάζομαι σε μια κούπα κρασί 
το να προσέχεις στον άνεμο 
πως μέθυσαν τ άστρα 
την ώρα που σε ένα φιλί 
ανέμελα γελά η αγάπη !


Άτιτλο

Γνώριζα τα μάτια σου 
πριν  αντικρίσω 
τα κύματα του ουρανού
Κάτι από ήχο μελάνης είχαν 
κι ανέσπερο φως 
Ένιωσα την αγωνία σου 
Λαχανισμένη προχώρησα 
να κρατήσω τα δάκρυα 
μη ξεχειλίσει η αλμύρα 
και χαθεί η φωνή σου 
απ το βλέμμα  
Ρίγωνα στο παγωμένο σου σώμα 
να σου φορέσω τον κίτρινο κύκλο 
Έσπασες μέσα στα χέρια μου 
ρόδι που γέμιζε τους κήπους 
κοκκινέλι απ το στόμα 
Μη φοβάσαι σου είπα 
Κανείς δεν φεύγει 
Νοικιάζει μόνο το δρόμο του 
στα πεζοδρόμια 
μα εδώ .. εδώ εχει γη 
εδώ εχει φεγγάρι 
τραγανό ζεστόψωμο 
να χορταίνει η άβουλη πείνα
γυμνώνουν οι άνοιξες 
να ράψουν τα πανωφόρια μας  
εδώ εδώ κατοικούν 
οι ανάσες μας !



Σάββατο 21 Μαρτίου 2020

Άτιτλο

Θέλω ένα ποίημα 
ίδιο με τα μάτια σου!

Δρόμοι και δρόμοι

Κάποτε θα καταλάβεις ,ήταν οι μόνες λέξεις 
που βγήκαν απ το στόμα της 
κι έτσι ησυχα κι απλά τον χαιρέτησε .
Καλοτάξιδος νάσαι φίλε μου 
στα ανοιχτα σου μονοπάτια .
Δυσκολο πραγμα να μιλήσεις 
Έτσι ήταν η Γιώτα σιωπηλά κι αθόρυβα 
τα βήματα της. Ετσι ηταν κι οταν 
άνοιξε την πόρτα της  διχως δευτερη σκεψη . 
Μετρούσε συμπεριφορές .Αλλαζονεία , ψέμα 
Χριστέ μου πόσο ψέμα κι απέραντη υποκρισία 
Μια μάσκα για κάθε ανθρωπο κι ανάλογα τα αυτιά 
οι νότες της μουσικής . Φίλοι και φίλοι λοιπόν 
αλλα σκαλια για να δουν και να φυγουν
κι αλλα αληθινα να σ αγκαλιάσουν
Τρόμαξε κι έτσι σιγά σιγά 
απλωνε το βήμα της στις παπαρούνες .
Εκει ανάσανε . Θυμόταν τα λόγια του Πατέρα 
να συγχωρεις για να μπορεις να προχωράς . 
Τον πρωτο καιρό της φαινόταν αδιανόητο 
πως να συγχωρήσει τόσο κακό κι ακόμα
κι αν συγχωρούσε ,πως να συγχωρούσε
τον εαυτό της που το επέτρεψε . 
Ο χρόνος όμως της έδειξε τις μυγδαλιές
που πλαι της φυτούσαν,εκεινα τα ροδοκόκκινα 
μάγουλα που κάθε μέρα μαζί της γελούσαν, 
τις μικρές πορτοκαλιές που γευονταν γύρω της
τον ίδιο ζωμό στα χείλη. 
Κι εκεινοι οι πλάτανοι , στημένοι χρόνων φιλίες , 
γέλια και καμώματα του καιρού,που δίπλωναν
την κάθε ώρα του φεγγαριου στη σκέψη 
της καρδιάς της .
Η Γιώτα θυμήθηκε , θυμήθηκε τα λόγια 
της γιαγιας της. Μπένιμ κιζ (κορίτσι μου )
μήτε οι τίτλοι μήτε το άκομψο μπόι 
χωράνε στην καρδιά. Αιμα και χτύπο να χει 
να λαχταρουν οι φλέβες στο αντάμωμα .
Άρπαξε στα χέρια κείνο το κιτρινισμένο βιβλίο,
του χαμογέλασε,να πας στο καλό του είπε 
μα τα ράφια μου γεμάτα ειναι απο πολύχρωμες
σελίδες και κείνες οι λευκές περιμένουν 
κεινα τα νιούτσικα βλαστάρια να γεννηθούν. 
Άνοιξε το συρταρι κι εχωσε το βιβλίο στα περασμένα. 
Μονάχα μου δίδαξες σε ευχαριστώ. 
Ενα σπουργίτι βάδιζε κορδωμένο στο μπαλκόνι 
λες κι ειχε κατακτήσει τον κόσμο κουνώντας
την ουρά του απο πλακάκι σε πλακάκι .
Τα λίγα σουσαμένια ψίχουλα στο πιατακι 
που βρισκόταν στη γωνιά του μπαλκονιού 
λουκούλλειο γεύμα στο τραπέζι του .
Το κεφάλι του πέρα δώθε να ερμηνεύει
τον ουρανό  Στα σύρματα απ το κολώνα της Δεη 
ισορροπούσε με τους μικρους της μίσχους 
μια μικρή παρέα . Σαν μικροί συνομώτες χαμήλωσαν 
το βλέμμα και το σπουργίτι του μπαλκονιού 
ψήλωσε τα μάτια. έφτασε μια στιγμή να δει η Γιώτα 
τα μυτερά τους στόματα στο ίδιο πιάτο . 
Άραγε να καταλάβαιναν πόσο πολύτιμος 
ειναι ο φίλος που τους πρόσφερε απ το φαγητό του; 
Μα και μήπως το ένιαζε το κανε γιατι τόθελε .
Αυτό λοιπόν ηταν το νόημα . Η μοιρασιά 
και το πόσο όμορφα ενιωθε εκείνο που μοιραζόταν 
Ενα μικρό χελιδόνι πέταξε μέσα της . 
Γέλασε μουρμουρίζοντας. Πόσο δίκιο είχες Πατέρα !


Άτιτλο

Κάποτε πίστευα 
πως οι ποιητές 
ήταν αγέννητα λουλούδια 
και οι ποιήτριες 
τα μαλλιά της άνοιξης 
μέχρι που κατάλαβα 
πως είναι .. άνθρωποι !΄



Ποίηση

Στόμα  παιδιού,
σπαθί του αδικημένου,
ανάσα του έρωτα,
του τρύγου το σταφυλι,
ίσκιος καλοκαιριού,
ασύνορα πανιά
στης λεύκας το λιοπύρι,
βύζαγμα της βροχής,
του άστεγου γιοφύρι,
ψυχής αμπέλι στο Νοτιά,
επαναστάτης του Βορρά ,
του άγουρου ορίζοντας ,
αστροφεγγιάς το πέπλο,
αιώνια άνοιξη της γης,
αμάραντο που χύθηκε
στην αγκαλιά της ομορφιάς
και σ ήλιου πατητήρι,
να σβήσει η φωτιά νερό
σε ρόδο κόκκινο ακριβό !






Παρασκευή 20 Μαρτίου 2020

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2020

Άτιτλο

Γαλήνεψε η θάλασσα 
τα αστέρια της είναι στην αγκαλιά της 
φιλί το φιλί βαδίζουν !

Άτιτλο

Στα κλαδιά του ουρανού θα πετώ 
τιτιβίζοντας τα φύλλα της γης μου 
ρίχνοντας σπόρους αιώνιας νιότης 
φυτεύοντας στην άκρη του ουρανίσκου 
τα αμάραντα του δάσους 
έως να γεννηθώ κόκκινο πουλί !


Άτιτλο

Να τρέχεις ,να τρέχεις όπου θες 
να κουβαλάς στις πλάτες 
γαλάζια σημάδια του ουρανού
να φουσκώνεις τα στήθια σου
με βιολέτες και ζουμπούλια 
να χρωματίζεις τον άνεμο 
με τα δάχτυλα 
άλλα να τρέχεις
σε κεινα που αληθινά αγαπάς 
τούτο ειναι το θάμα !
Αποτέλεσμα εικόνας για χαρα ζωης



Η μιλιά της παπαρούνας

Πόσο με κούρασες,ανεβοκατεβαίνω κάθε μέρα 
τα σκαλιά σου κι εσύ ούτε ένα καινούργιο χαλίκι,
μήτε μια φυλλωσιά βρε αδερφέ να πετάγεται 
απ το πουθενά φυσώντας απ την αρχή .

Μονολογώντας ξεκίνησε να χτενίζει τη μέρα του, 

σήμερα ο Ανδρέας.Αφού δεν άλλαζε λοιπόν το σοκάκι
θα άλλαζε δρόμο αυτός.Κει πέρα λίγο απ την ματιά του,
το δρομάκι που έβγαζε στο χωράφι του
έσταζε πέτρινες θαρρείς αγκυροβολημένες γωνιές
Μα ανάμεσα τους φτέρωνε ο κισσός σαν άλλο 
χορτάρι
με πόδια που σκαρφάλωνε να πιάσει κουβέντα μ ' ουρανό.

Γελούσαν στο βήμα του κάτι μικρά κιτρινωπά
αγριολούλουδα που τον έβλεπαν να προσέχει
την πατημασιά μη τα πλακώσει το χνάρι του


Στο διάβα του συνάντησε ένα τσούρμο παπαρούνες
λυγιστές και με νάζι σκερτσόζικο του γνεψαν 

καλημέρα .. κουνώντας τα φύλλα
Ε! κοπελιές θα μου σκάστε ένα χαμόγελο τις φώναξε
Μια τους που αρχηγός φαινόταν κοντοστάθηκε
με ύφος επιμελητή έτοιμη να κουνήσει τη βίτσα


Α!! να σου πω . Περίεργοι που είσαστε οι άνθρωποι
Ζητάτε χαμόγελα , μυρουδιές , φορέματα να αλλάζουμε
της ομορφιάς κι εσείς τι;
Απλώνεστε στο που θα φυτευτεί ο πανσές
που θα κουρνιάσει ο βασιλικός που θα χωρέσει η λεμονιά
δίχως να σκέφτεστε ποτέ πως έχουμε ανάσα και μιλιά
Για δες τόση γη όμορφα που μας δένει .
Καμιά φορά κάτι ζιζάνια φυτρώνουν ανάμεσα μας
μα βγαίνοντας στην αυλή της αυγής πιάνουμε

το κουβεντολόι κι όλα περνούν. 
Λύνονται οι κόμποι με το μίλημα τ ακούς;
Κοίτα τον αγέρα ελεύθερος ειναι .
Τη θάλασσα..κυλά δίχως να στέκεται στις φουρτούνες. 

Φιλιώνει στον ήλιο αγκαλιάζει τη βροχή ,
θρέφεται στη ζεστασιά του καλοκαιριού , 

γελά με τα αρμυρίκια.

Αμίλητος , σκεπτικός ο Ανδρέας έμεινε 

να παρακολουθεί τα λόγια της.Τούτη την ώρα 
σφύριζε στα αυτιά του η αχνιστή φωνή της Αθηνάς .
Τα λυπημένα μάτια της βούιζαν μες το νου του.
Την άρπαξε απ τα μούτρα το πρωί . 

Και τι του ζήτησε ένα χαμόγελο
Μα κείνου οι σκοτούρες βαριά καθόταν στα χείλη του .
Μα μήπως ήξερε η δόλια ; μπααα όλα δικά του τα ήθελε
και κοίτα τώρα μια παπαρούνα τόσα του είπε.


Χάιδεψε τα φύλλα της μικρής κυράς 

κι έτσι κόκκινη πως ήταν γέμισε το τσεπάκι της καρδιάς 
γρήγορους χτύπους .

Γύρισε πίσω με ένα τρεχαλητό να του τυλίγει τα πόδια
Η Αθηνά σκούπιζε την αυλή . Απορημένη τον κοίταξε . Ανδρέα !!
Μήτε την άφησε να πει λέξη . Ένα φιλί του σφράγισε 

το στόμα κι αμέσως μετά φωτεινά τα χείλη του 
κέρασαν το χαμόγελο .
Φτιάξε ένα καφέ Αθηνά κι έλα να τον πιούμε παρέα
τα ανείπωτα να ειπωθούν . 

Α ! τι όμορφα μοιράζεται ο καφές !

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2020

Άτιτλο

Στο πρωινό χαμόγελο του ήλιου 
εκεί θα κοιμηθώ 
αφήνοντας τα άστρα 
στο μαξιλάρι της αγάπης !

Άτιτλο

Ωρίμασαν πια τα νερά 
κι απ την άκρη της θάλασσας 
το χελιδόνι ακούγεται 
να παίζει στα μαλλιά της άνοιξης !

Άτιτλο

Τι όμορφη που ναι η άνοιξη 
     στο γέλιο σου !

Τρίτη 17 Μαρτίου 2020

Απλή που ειναι η ομορφιά

Κι εκεί που χαράζει το χιόνι την ομορφιά του 
ένα κλαδί γεννά την άνοιξη 
Γίνηκα φύλλο που έπινε τον αέρα της 
μοσχοβολούσαν μικρές νιφάδες 
που στόλιζαν τις κορφές των βουνών 
Άπλωσα τα μάτια μου να δεις 
το λυγερό κορμί του Αυγερινού 
Τα δίχτυα του μικρά φυντάνια 
που ψάρευαν τα κοχύλια της θάλασσας 
Άκου πως γελά ο αέρας 
στο καλάθι του οι πασχαλιές ανθίζουν !

Κούφιοι ανθρωποι

Τόσες παρενθέσεις 
Κίρκη , Σαλώμη, Γοητεία ,Υποκρισία 
κι ακόμη σε ένα κόμμα κοιμάσαι 
ψάχνοντας την Ιθάκη 
σε μια ανοιχτή απόστροφο 
να γεμίσεις το κενό μιας άνοιξης !

Μη λυπάσαι

Μη λυπάσαι
κείνους που κοίταξαν 
τον πόνο κατάματα 
γραντζούνισαν 
τα χέρια τους πάνω του 
κόψαν 
τα κύτταρα τους 
στις ουλές 
βύζαξαν
το μαστό του 
με ματωμένα χείλη 


τούτοι θα βρουν 

το δρόμο που διψά η χαρά 
κι ότι ποθούν 
θα το κερδίσουν 
τραβώντας του ήλιου 
τα φτερά 

μονάχα αυτούς 
που τρόμαξαν 
και στη σκιά του μόνο 
και κρύφτηκαν  
σε πινελιές 
που δειχναν άδειο νόμο 


τούτους 

να τους λυπάσαι 
που ίσκιοι μείνανε δειλοί


δεν έμαθαν 

πως πιότερο γλυκό φιλί 
δεν έχει 
από την αστραπή 
που πέρασε και χάθηκε 
στου ουράνιου τόξου
τη μορφή !


Κυριακή 15 Μαρτίου 2020

Άτιτλο

Κανένας ήχος 
δε σκεπάζει .. τις σιωπές μας !


Άτιτλο

Σώπασε η πόλη 
τα μάτια της στον ουρανό 
ένα τραγούδι 
στην αγκαλιά του κόσμου!

Σε κείνα που θα ρθουν

Σε κείνα που θα ρθουν
μην πεις πως φοβάσαι
δεστο σαν μυστικό στο λαιμό
κι άσε να δουν τα μάτια τους
έναν  άδειο ουρανό

αλυχτούν οι φοβέρες
να ορθώσουν σπαθιά
μα εσύ κράτα ασπίδα
ορθάνοιχτη στο βλέμμα
μια νέα ηλιαχτίδα

κουρνιάζουν πόρνες ώρες
να κυλήσουν το αίμα γοργά
μα εσύ ανάχωμα γίνε
να πετρώσει το άδικο πέλμα
να φωνάζει η φωτιά εδώ μείνε

σε κείνα που θα ρθουν
πικρή γκιλοτίνα θα βγει
στάσου ατσάλινη λεπίδα
απ το βωμό της να συρθεί
του ονείρου η ελπίδα

μην ηττηθείς στα σύνορα
ξεκούρδιστες ηχούν καμπάνες
η λευτεριά ασύνορα πετά
καμιά εκκλησιά δεν χτίζεται
αν τα θεμέλια ειναι σαθρά

κι αν κλάψεις  μην ντραπείς
βόλι κρυστάλλινο το δάκρυ
απόσταγμα  ειναι  ψυχής
που βγαίνει από δυνατούς
κρότος από τα χείλη

μιας παιδικής ευχής!


Σάββατο 14 Μαρτίου 2020

Καινούργιοι δρόμοι

Έλα πάμε
να δεις που όσο καιρό εμείς ταξιδεύαμε
νέα μονοπάτια βγήκαν να περπατήσουμε
Αχ και πως γέννησαν νιούτσικα αγριολούλουδα
ίσα με εδώ μύρισαν πριν ακόμη τα πλύνει η γη
Έλα να πάμε κι ας σφυρίζουν οι θάλασσες
κρατάνε ...τα πανιά μας!