Παρασκευή 29 Ιουνίου 2018

Χορός μελωδίας

Θα μάθουν 
θα μάθουν κάποτε 
τα πουλιά να μιλούν 
και τότε αγάπη μου
χελιδόνια θα πετάξουμε
κοιτάζοντας μόνο την άνοιξη! 

Ηλιόλουστα

Τόσο ζεστά που αγκάλιασε 
ο άνεμος τη λιακάδα 
που στο στόμα 
δένουν οι παπαρούνες
το δροσερό φιλί μας !                                                          

Στοιχειωμένο σπίτι

Μια τελευταία μάτια στις γωνιές του σπιτιού 
Άνοιξα το σεντούκι να δω τα λάθη 
κανένα δεν έλειπε άλλα μαραμένα , νεκρά 
απ την πληρωμή του χρόνου 
κι άλλα νωπά να ζητούν το μερτικό τους 
Κουδούνιζαν στις τσέπες βαλάντια καρδιάς
εξόφληση ζητούσαν .
Άφησα στα χέρια και τις τελευταίες δεκάρες 
έτσι κι αλλιώς γυμνά πια θα βάδιζα .
Πόση καταχνιά πως μου λειψε το φως 
Περπατώντας τόσο στις καταιγίδες 
πως ξέχασα το δροσερό φιλί της θάλασσας
Σκέπασα τα λάθη μου θα σας θυμάμαι είπα 
ευχαριστώ γιατί με μάθατε να ψάχνω άλλο δρόμο.
Μάζεψα τους φόβους μου απ το πάτωμα 
αρκετά τους μήνυσα και με ένα μπορώ 
στο χρονοντούλαπο τους κλείδωσα 
πετώντας το κλειδί στον άνεμο 
Είδα τη δρασκελιά μου  πόσο είχε μεγαλώσει 
κι ας πέρασαν μονάχα λίγα χρόνια 
Επιτέλους μου φώναξε μετέωρη ξεφλούδιζα τις μέρες 
Γέλασα με τα λόγια της πόσο δίκιο ειχε 
Το πιο μεγαλο βήμα πόσο μικρά το μέτρησα
Οτι κρατούσα στα χερια του χρόνου μια καρδιά 
και μια φέτα ήλιου μη και πνιγώ στο σκοτάδι 
Τελικά πόση δύναμη εχει μια φέτα 
καρπούζι που ατελείωτα αιματώνει την αορτή 
μη και σωπάσει σε μια ακίνητη στιγμή 
Τα ρούχα μου κρεμασμένα στο πόμολο 
μιας ντουλάπας με αναμνήσεις 
Άνοιξα για λίγο να δω .. πως τρόμαξα 
αραχνιασμένα τα χρώματα μου σκουντούσαν ιστούς
απλώνοντας μου το χέρι να τα τραβήξω απ το βυθό
Δυο δάχτυλα και στήριξαν το δοκάρι της γέφυρας 
Ξέφυγαν .. ξέφυγαν χοροπηδώντας πάνω μου 
σαν μικρές πιρουέτες που χαίρονταν το φουρό του χορού
Ξύπνησα τα όνειρα σηκωθείτε είπα καιρός να αγκαλιαστούμε 
Μια βαλίτσα μου ζέσταινε την παλάμη , διάλεξε έγραφε 
Ότι μου χρειαζόταν πια ήταν εκείνη η δρασκελιά 
να μου θυμίζει να μην ξεχνώ το βάδισμα 
και τα μικρά μου χρώματα να παίξουν στην παλέτα 
του γυρισμού μου στον πίνακα της ζωής 
Ετούτες οι αποσκευές μου για το ταξίδι στο άγνωστο
Τώρα πια ήξερα πως ειναι να φτιάχνεις το φως 
Έκλεισα την πόρτα πίσω μου και βγήκα 
απ το στοιχειωμένο..εντός μου σπίτι 
Κι εχει τόσες ηλιόπετρες ο δρόμος !





Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

Κόκκινο αστέρι

Τόσα που 
χώρεσε η νύχτα
ποιο κόκκινο αστέρι 
κρατά το διάφανο
βλέμμα σου
στα μάτια μου!



Ατιτλο

Πολλοί  νόμιζαν
πως με σκότωσαν
μονάχα ο ήλιος
ήξερε
πως απλά .. κοιμόμουν!

Μίλα ποιητή

Ξύπνα ποιητή 
βελάζουν οι τριανταφυλλιές 
βουίζουνε τα χώματα 
αστράφτει η σιωπή 
κι η άνοιξη αργει 

Δωσε το αιμα στη γενιά 
ονείρατα δέσε της γης 
φύτρες να νιώσει ο άνεμος 
σε ένα δυνατό φιλί ζωής 
το απόστημα να πεσει καταγής

Ξύπνα να βρουν τα λάβαρα
με ένα στασίδι μοιρασιάς 
να λύσει κόμπους η πληγή
πανιά να κρατηθούν  
τα αχρωμα χρόνια να κοπούν

Ολοχαρος ο κόσμος
της θλίψης τρώει το ψωμί 
φώναξε σπάσε τα βουνά 
σφεντόνα να βρει το παιδί
γεννα να δώσει νεα αρχή  

Ξύπνα λυγούν τα  γόνατα 
κι η αντοχή μια κυρά 
παέι να βρέξει το γιατί 
με ενα σεντόνι αποκοτιά 
ναχει η αδιαφορία ζεστασιά 

Πες για του ήλιου την καρδιά 
τη χαραυγή που ολονυκτίς 
βυζαίνει αγεννητα μωρά 
στις ίριδας τα χρώματα
δρόμο να δουν που περπατούν 

βηματα με ολόδροσα νερά 
οι λίγοι πουναι οι πολλοί
να τραγουδήσουμε μαζί 
ειμαστε ακόμα ..ζωντανοί ! 


Ατιτλο

Όπως και να βαφτίσεις
τον άνθρωπο
τις λέξεις
με την ψυχή του .. ακούει !

Τετάρτη 27 Ιουνίου 2018

Δρόμοι

Υπάρχουν εκεινοι 
που θρέφονται με ψυχές 
εκεινοι που ανασαίνουν 
στον ήλιο 
οι αλλοι που εμπιστευτηκες
κι αναψαν μαυρο κρίνο 
κείνοι που γινανε δαδιά 
να κρύψουν τις σκιές 
ολοι δρόμοι δικοί σου 
χάραξες κι ανοιξες στοές 
μοναχικες γιορτές 
νυχτες που γιόρτασαν φιλί
κι αλλες που γιναν θειάφι 
και κάψαν την πληγή 
μέρα γλυκιά που ξύπνησε πνοή
αγάπη άνθισε γιασεμί

μα αν την ρωτησεις την ψυχή 
τι εμαθε με μια φωνή 
αντίλαλος θα γίνει να σου φωνάξει τη ζωή 
προχώρα με τα χέρια 
ανθίζει η άμμος 
και βρέχει η γη σε ουρανού αυλή!



Γυρολόγος

Μέσα στις ρωγμές του χρόνου
σε ανελέητους χτύπους του πόνου
σέρνεσαι να βρεις ουρανό
να ξεπεράσεις σκόνες βουνό
να πιεις ανάσας καθάριο το νερό

μετράς χάντρες του γέλιου και σφιχτά τις κρατάς 
στ ακριβό τους το χάδι τη ματιά σου κυλάς
στα κελιά των χεριών σου τις κλειδώνεις διπλά
μη και χάσουν τη λάμψη μη τις βρει παγωνιά

κυνηγάς τις σκιές και σκορπάς 
μες στις στάχτες μια σπίθα ζητάς
κομματιάζεσαι μα άστρα κοιτάς
κουβεντιάζεις μα ποτέ δε μιλάς 
τη σιωπή στην ψυχή σου κεντάς

των ονείρων τα κάστρα κύκλωσαν χίλιοι ιστοί
στα θολά σου τα μάτια ειν οι κήποι κλειστοί
να μπορούσες να δεις μονοπάτι αυγής
να θρηνούσες το χθες με βιγόνιες λευκές 

βουτηγμένη η ανάσα σε τοπίο πικρό
και το χνώτο που βγαίνει νεκρό
ξεδιψάς με αλμύρας ποτάμι
ξαποσταίνεις σε σταυρού το λιμάνι
η πληγή στην καρδιά σου σημάδι 

σε μαρμάρινους τοίχους ζωγραφίζεις φωνές
παίρνεις χρώματα ήχους να ντυθούν γιορτινές
τις ελπίδες σαν βρέφη τις θηλάζεις να πιούν
γάλα κόκκινο δάκρυ κάποιο ήλιο να δουν!


τι πιστεύεις..τι γυρεύεις..που πας; τ άγνωστο συναντάς
        μα ακόμα … ακόμα 
την αγάπη στα στήθια κρατάς και μ αυτήν …προχωράς!


Τρίτη 26 Ιουνίου 2018

Αθέατοι

Ποιος να μας γνωρίσει
αόρατοι  γίναμε  
κρατώντας απ το χέρι
την αγάπη  !



Ξέστηθα

Γυμνός να πετάς
λευτερος που είσαι
λιακάδα στο χιόνι !

Με κείνα τα λιγοστά βαγόνια
γυρίζει η ανέμη των λουλουδιών!

Φύσα αγέρι
να σκορπιστεί η σκόνη
θηλάζουν οι φλογέρες !

Μοιράσου τον ήλιο
να κρατηθούν οι παπαρούνες !

Ένα πουλί
δάσκαλος να μου γίνει
να κελαηδώ τον κόσμο !

Μια φέτα από φιλί
να ξοδευτεί η αγάπη !

Χόρεψε ο έρωτας
γλώσσες φωτιάς
άναψαν το καντήλι !

Να απλώνεις το χέρι
μικραίνει ο ουρανός !



Δευτέρα 25 Ιουνίου 2018

Ενα φιλί

Ότι χωρά στην αγκαλιά
ένα φιλί
αυτό που ενώνει
την ώρα που τρυφερά
απλώνει το χέρι
η καρδιά !

Κυκλάμινο και γιασεμί

Αλλιώτικο τούτο το καλοκαίρι
φοβέρες , καπνοί , σπασμένες ιδέες
βροχές του χαμού σε άγνωστο τόπο
ένα σημειωματάριο  με ψηλά τις σημαίες
χαμηλά κοντάρια  και κρόσσια
που δένουν κενά

κι έχει έναν φως  να κρυφογελά

παιδιά που βαδίζουν χωρίς προορισμό
σε άγνωρους δρόμους κι αφέντη καιρό
Δοξάρια που σμίγουν στου χτες τη βολή
χορδές που θροΐζουν μια σκάλα
να ανέβει στον ήλιο γυμνή η πατούσα
το χώμα να βρει γιασεμί

νιούτσικο πως σφυρίζει κι η φυλλωσιά γυαλίζει

ρυτίδες που τρέμουν την παλιά τους σκιά
μη ζυγώσει το αμπέλι  το σκιάχτρο
που απαλά τη σφεντόνα κρατά
που να πήγε ο Γκάτσος που γυρνά η Αμοργός
σε ποιάς δόξας το χέρι μυρίζει κοπάδι
που χει φάει ο λύκος κι έμεινε ο σκορπιός

πως το κυκλάμινο θωρεί του βράχου τη ρωγμή

Αλλιώτικο τούτο το καλοκαίρι
μα κοίτα πως έλιωσε η άνοιξη σε ένα του φιλί
κι ο αργαλειός χτυπά βελόνι την αυγή
πλέκει τον άνεμο η κλωστή με χρώματα της ίριδας
να κρύψει το μωρό που θήλασε γάλα από βυζί
που χε φωτιά στο στέρνο από ελπίδας γη

μοσχοβολά ο μίσχος που τρέφει άγουρη πνοή
με δυό δροσοσταλιές σε κόκκινη πηγή !






Σάββατο 23 Ιουνίου 2018

Άτιτλο

Άτιτλα γνωρίζεις τις γωνιές του κύκλου
κι εχει τόση ομορφιά το πέρασμα
σε ένα κελάηδημα αηδονιού!



Ερμηνείες

Ανιχνεύεις 
την ψυχή μου 
σπιθαμή προς σπιθαμή 
λέξεις και όρια 

κομματιάζεις 
κάθε αντοχή μου
που σπάει θρύψαλα
σε γυμνό γυαλί

ιχνηλάτης στου κόσμου μου
την ασημένια γη 
μαζεύοντας σπόρους 
αστείρευτης βροχής

ψηλαφίζεις 
την ανάσα μου 
κεντάς τον χτύπο της καρδιάς μου
σε ανέμη της στιγμής

κοιτάς
μα πες μου ..
αλήθεια …. με βλέπεις ;


Βήματα ήλιου

Έφηβος ξύπνησες
τα μάτια σου χρωματιστή κολόνια
να ξεδιψά η αλμύρα
Ένα μπουκέτο σπυριά από κεράσια
φυτρώνουν ανέμελα στο φως
Μυρίζει ακόμα η μουσική το φλάουτο
Βλέπεις όλη τη νύχτα
νανούριζες τις γέννες της καρδιάς
πως να μη ζηλέψει η χαραυγή
το διάφανο πουκάμισο
Η χλόη ζωντανή, οι παπαρούνες
κοπελιές καμαρωτές στον άνεμο
και τούτο το σχήμα
πως θάλασσα απλώνει

ζεστό το χάδι της τρυφεράδας κυλά 
κι εχει έναν ήλιο το περπάτημα!



Παρασκευή 22 Ιουνίου 2018

Γλυκιά μου αγκαλιά

Γιοματάρι μεσημεριανού.
Οι φωνές στους δρόμους λιγόστεψαν
τα στεγνά τους βήματα
Ήταν καιρός πια να τραγουδήσουν
τα γαρύφαλλα κι οι ανεμώνες.
Βάραινε και η τροφή του αγέρα
σκεπάζοντας τα πόδια των περιστεριών.
Μήτε που ήξερα τι μου συνέβαινε
Αλλιώτικη μέρα. Τα χέρια σου
έγραφαν στα δαχτυλά μου,
τα μάτια μου φευγάτα
σε άλλες γειτονιές.
Η φωνη μου χαμενη γυρνουσε
στο στομα σου, να ακουστω ηθελα
κι ετρεχε απ τα χειλη μου το χαμογελο σου
Τι εγινε; που πηγα,που χαθηκα;
Τρομαξα κι ο πανικος μου σε καλουσε
το κορμί μου γύρευε επιβεβαίωση
της υπαρξης του, κι εκεινη η καρδια μου
άλλο ψιθύρισμα δεν είχε παρά μονάχα
το " δε μένω εδώ "
Άρχισε να τρέχει η ανάσα μου
Να σε ψάχνει στις πλατείες των αστεριών.
στο συντριβάνι της γαλήνης,
στα πεζοδρόμια των φύλλων, 
στο στέκι των ονείρων ,
στα μικρά καφενεδάκια των ψυχών,
στο ξάγναντο του έρωτα
που να σαι. Σε χρειάζομαι.
Σαν από μηχανής θεός ένα γλυκό κουδούνισμα
ένα μικρο ντριν, μου χτύπησε το παράθυρο
της ύπαρξης μου. Άνοιξα με λαχτάρα
κι ένα τραγούδι μου μιλούσε απ τα χείλη σου 
Τα φιλιά του ένα ένα κυρίευαν τα κύτταρα μου 
Πνοές που πέφταν δροσοσταλιδες να φανεί 
το σώμα μου. Άρπαξα μια μελωδία απ το χέρι
Τρέχα τρέχα της φώναξα και πες του
Πες του να προσέχει τα μάτια του
τσουζουν τα βλέφαρα μου στα δάκρυα τους
Τα χέρια του..τα χέρια του να αφήνει στο φως
να κρατούν οι χούφτες μου ηλιαχτίδες
Να γελάει να χαίρεται η λίμνη στα στήθια μου
Α!κι αν δεις πως πλησιάζει τ αγέρι πάνω του
σκέπασε τον.Να σου δίνω την ψυχή μου 
να την φορέσει.
Αντάλλαξαν τα λόγια τους οι μουσικές
και με ένα φιλί έκλεισαν 
το επόμενο ραντεβού τους
Ησύχασα..ήξερα πια που θα με βρω.  
Έκλεισα τα μάτια και πατώντας
 στις μύτες των ποδιών 
μη σε ξυπνήσω ξάπλωσα πλάι σου.
Άνοιξα σιγά σιγά την πόρτα του ονείρου
και σιγανά ακούστηκα σςςςςς εγώ είμαι.
Ένιωσα την καρδιά σου 
να ανοίγει την αγκαλιά της 
κουρνιασα μέσα της.. εκεί ήμουν
Αγκαλιά στο όνειρο μας!





Συμπληγάδες

Γεννήθηκες 
σαν μια μικρή πυγολαμπίδα
απο κοιλιά μιάς απνοης νύχτας
σε κουκούλι πρωιμης ηλιαχτίδας
κούρνιασες
σε μια γωνιά λευκής στιγμής
αντικρύζοντας το λαμπερό του πάγου
απ το παράθυρο λουλουδιασμένου ουρανού
ζεστάθηκες 
απο τα χνώτα της ατέρμονης ζωγραφιάς
τυλιγμένη στα στάχυα χρυσαυγής
δεμένη στον ομφάλιο λώρο της αλήθειας
βύζαξες 
γλυκόπικρο γάλα απ της θηλές του ονείρου
ξεδιψώντας τα χείλη στην κρήνη των άστρων
ματώνοντας τον ουρανίσκο 
η αλμύρα άχρωμου χρόνου
κι ... ύστερα ... ύστερα 
σε κύκλωσαν στοιχειωμένες ανάσες χιονιού
δράκοι που καίγαν τα πέταλα της ψυχής
χάραζαν το δέρμα με νύχια διπρόσωπης οχιάς 
ρίζωσε ο φόβος στα σπλάχνα της ανασαιμιάς σου
άπλωνε κλαδιά η αγριάδα της υποκρισίας 
κρύβοντας το μωβ της ανεμώνης σου
πάγωσε το φιλί του δειλινού σε θολά χρώματα
κάλπικα νομίσματα διπλού γκρίζου γέλιου
γονάτισε η αντοχή ... 
κύρτωσε το φωτεινό σου βλέμμα
πάγωσαν τα φτερά σου ... σταλαχτίτες οι ήχοι
χάθηκες ... πνίγηκες ....
ανάμεσα στη γαλανή σου θάλασσα 
και στις συμπληγάδες ενός κήπου με κισσούς 
πλεγμένες στα δίχτυα λέξεων .. άηχων λόγων
κάποια αγριολούλουδα στέκονταν όρθια ακόμα
στις μαυρες σφαίρες των ματιών σου 
φώτιζαν σαν λαμπιόνια σε στρατί σκοταδιού
μα εσυ .. εσυ ... έπαψες να ανασαίνεις 
έγειρες στα σέπαλα μιας γλυκιάς βραδιάς
έκλεισες τη φωνή σα θρόισμα 
στο πέρασμα απ τ άγγιγμα του αγεριού
κι έμεινες μια κηλίδα ... σε άγραφη σελίδα!


Παλέτα και πινέλα

Τι ειρωνεία!
Αυτοί που σου καψαν
τα χρώματα 
να σου δείχνουν 
την παλέτα 
που εσυ 
στα χέρια τους 
παρέδωσες 
με πινέλο καρδιάς

κι ακόμα αμετανόητη 

τους χτύπους σου κρατάς !

Αποτυπώματα

Ειδαν 
οτι κοιτούσαν 
καμμενα χαρτιά
τσαλακωμενες εικόνες 
μουντζουρωμένα χρώματα
άδεια καθίσματα 
γκρί συναισθήματα 

είπαν 
καταθλιπτικός 
απόκοσμος
εγωκεντρικός
απαισιόδοξος
εσωστρεφής
συμπαθής
λυπηρός

πως η ανάγκη 
γράφει ιστορία 
πέταξε..
κανείς δεν είδε 
οτι ήταν 
άνθρωπος; 



Γυμνό

Μένω εδω να βουρλίζομαι 
με την πολυλογία του ήλιου 
αναμμενη 
στα νερά της γύμνιας 
να μιλώ 
με μια γλώσσα που δεν ξέρω
στα αρμιρίκια
και τα στεγνά των βράχων 
Δεμένος με μια κλωστή 
να ισορροπώ το αδύνατο 
και γέννες τριανταφυλλιάς να σπάει 
ανήκουστος αέρας 
στις πρασινες φυλλωσιές 
του άσπρου δρόμου 
δίχως χέρια μονάχα 
ένας ζυγός κανένας 
που όλα τα αγκαλιάζει 
με δάχτυλα βουτηγμένα
στα χρωματα της πεταλούδας 
Μένω εδω ζυγιασμένος 
στα χείλη των ρόδων 
αμέθυστος στη ράχη της ηλιόπετρας
αόρατος να γεννιέμαι 
σπόρος στο φώς μικρός 
να ανατέλλω 
σε μιας δροσοσταλιάς
την αγκαλιά 
πρωτότοκος της γιός !


Αν

Αν ήξερε η άγνοια
πόσο κακό
της εχει κάνει
η πονηριά
τα ρούχα τα λευκά της
θα έβαφε με λυγμό
σε ένα ποτάμι
μελανό!  

Φύλακας άγγελος

Κι αν κάποτε 
εκείνα που στέκουν
ανάμεσα μας
τις μάσκες τους πετάξουν
μη φοβηθείς 
ένα λουλούδι φύτεψα 
στα βλέφαρα σου
να σκεπάσει τον τρόμο 

μην πεις τι έχασες 

ποτέ δε θα χαθώ
θα μαι 
φεγγάρι στις νύχτες 
στο πρωινό πουλί
που κελαηδά
μια γωνιά στη σκέψη σου
να σου κρατάει συντροφιά

κι αν κάποτε φύγω ψηλά

θα μαι 
μια λεύτερη καρδιά
φύλακας άγγελος σου
για αγάπη να μίλα
στόμα με ένα ροδο
βαστώντας ένα όνειρο
κι εσένα αγκαλιά !


Πέμπτη 21 Ιουνίου 2018

Ασυμβίβαστα

Τίποτε λιγότερο
απ την αγάπη δε μ αγγίζει

τίποτε πιότερο 

από σένα δεν με κυβερνά!



Αλλάζουν οι άνθρωποι

Αλλάζουν οι άνθρωποι αλλάζεις κι εσύ 
Κόσμος παει κι ερχεται 
κάτι τους πήρες κάτι σου πήραν 
κι εκεινα που χρωστας ακόμη δεν ήρθαν
και τ άλλα που έδωσες 
πετάχτηκαν σαν χάρτινα μπαλόνια 
μα ακόμη κι αν τα λογάριαζες 
οι χούφτες ανοιχτές πάλι θα μεναν
Ηθελες και τα δωσες για σένα 
ειναι όμορφο να δίνεις σε κάνει 
καλύτερο άνθρωπο ετσι ελεγε η γιαγια 
κι εμελε να μάθεις πως το ωραιότερο 
παραμύθι ειναι αυτό που γράφει η ζωή 
κάποιοι περπάτησαν τόσο μεσα σου 
που ενα με σενα γιναν 
αλλοι πάλι φορτώσαν το σκάφαντρο 
της σιωπής κι εμαθες το τραγούδι της 
Καμάρωσαν τα αισθήματα το μπόι τους 
κι εσυ σαν Δον Κιχώτης 
σε ενα μπαλκόνι στη Δουλτσινέα σου μιλάς 
μήτε που ξές αν θα σ ακούσει 
μα ειναι ζεστό να μυρίζεις το γιασεμί 
στα χείλη της . 
Κάθε σου σ αγαπώ κι ενα λουλούδι 
που διαφανο φιλά τον ουρανίσκο 
Για τίποτε μην πεις δεν αξιζε 
έμαθες , γνώρισες , λάτρεψες 
έκλαψες , γέλασες κι αφέθηκες 
στη γευση του φιλιού 
κι ολα μαθήματα που αδιάβαστα τα πέρασες 
και τίτλοι σου γινήκαν 
Φιμώνεις το στόμα της ασχήμιας 
φοράς το πατίνι και πάλι στο δρόμο κοιτάς
ας  ειναι .. τα καραβάκια κοιτούν τη θάλασσα 
ο ήλιος φιλά στο στόμα την κορυφή του βουνού
ενα τζιτζίκι σπάει το χορό της πεταλούδας 
απο ενα μάτι της τριανταφυλλιάς 
μικρό ξεπεταρούδι σεργιανά
και τούτος ο κόσμος εσυ 
εσυ εισαι εκεινος κι εκεινος εσυ 
τόσο αλλιώτικα ίδιος 
που φτάνει άνθρωπος να πεις 
κι ακούγεται εμείς 
κι αναμεσα στο σούρουπο κι ένα γιατί 
άσβηστη φλόγα θα καίει σαν κερί 
Το κέρδος σου κι η ατέλειωτη αρχή!