Μήτε η πρώτη σταγόνα
ήταν μήτε η δευτερη
ειχε ξεχειλίσει το ποτήρι
κι οτι του έμελλε ηταν να πιεί
δροσάτο νερό απ το πάτωμα
Τα νύχια βαραιναν πια
κι ειχε πολύ κουράσει ετούτος
ο θολός καθρέφτης
Τα παρατάς; του μήνυσε ο ήλιος
σπας το σχοινί; του φώναξε η φωνή
μπλέκεις στα δίχτυα μου
ζωγράφιζε η σιωπή
γέρνεις στων γλάρων την αυλή
και τούτη η ακρογιαλιά
ήρεμη προς τη θάλασσα γελά
πως να ιστορίσει
πως η καρδιά που αγαπά
δεν ξέρει τι ειναι ερημιά
φοιτά με φύλλα χρυσοκόκκινα
και πλέκει ομορφιά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου