Σάββατο 30 Μαΐου 2020

Απ τη γωνιά που ήλιος είχε φανεί

Θυμόταν ακόμη
την πρώτη τους συνάντηση
σε κείνη τη μικρή κρεπερί τον γνώρισε .
Λιγομίλητος και σοβαρός πάντα
στο καθημερινό του μενού
βρισκόταν ένας ελληνικός καφές
κι ένα κουλούρι σουσαμένιο .
Είχε μάθει πια τις συνήθεις του
μα να ειναι που εκείνη η καρδιά της
κάθε φορά χτύπαγε το ίδιο δυνατά .
Ούτε που ήξερε γιατί
ίσως το βλέμμα του ίσως εκείνη
η τόσο τρυφερή του ματιά .
Καλημέρα σας το γνωστό; τον ρώτησε
με ένα χαμόγελο
κι εκείνος κούνησε το κεφάλι
με ένα σκίρτημα των χειλιών
που έμοιαζε με θάλασσα .
Απ τη γωνιά ο ήλιος είχε φανεί
Μα σήμερα λες και ήθελε να του πει τα πάντα
ότι δεν ήξερε για κείνη .
Θαρρούσε πως αυτά τα μάτια τα χε μαζί της
από τότε που γνώριζε .
Τον πλησίασε δειλά ρωτώντας του
έχετε λίγο χρόνο ;
Για σένα πάντα της απάντησε
Κι αυτό την έκανε να σηκώσει ψηλά το μπόι
κι αναθάρρεψε. Λύθηκε ακόμη κι ο κόμπος
που της κρατούσε το λαιμό .
Άρχισε να του διηγιέται την χτεσινή της μέρα
πόσο δύσκολη της έγινε όταν κάποιοι νόμιζαν
πως μαζί με το χαμόγελό της μοιράζει 

και την ψυχή της .
Του είπε λοιπόν για κείνο το περιστατικό
της φούστας της που ήταν πάνω απ το γόνατο .
Στο μπροστινό τραπέζι κάποιοι βιάστηκαν
να της πουν πως πρέπει να ντύνεται σεμνότερα .
Κυρίες βλέπεις που συνόδευαν τα μικρά τους
κι είχαν ακόμα το νου πως η γάμπα ειναι το κακό .
Στο απέναντι τραπέζι κάποιος της είπε πως αδικείται
με τέτοιο σώμα να κουβαλάει δίσκο με ένα ποτήρι και νερό .
Στο πίσω της φώναζε το αφεντικό
πως αν δεν το γεμίσει πάλι το μόνο που θα έβλεπε
θα ταν το λογιστήριο με ένα ασήμαντο μερτικό.
Την άκουγε να του μιλά το ειναι του γελούσε .
Μη γελάς ψιθύρισε με πνίγει που σαν άνθρωπο 
μου κρύβουν το ήλιο και προχωρώ τα χτένια του να βρω
και κλέβω φως από τα στήθια μου με ένα μπορω 
Τι όμορφες οι θύμισες κι ακόμα η στιγμή ξυπνά
κείνη τη μελωδία που άκουσε απ τα χείλη να πηδά .
Μην νοιάζεσαι μην απαντάς εγώ ξέρω ποια είσαι
για αυτό είμαι εδώ . Κάνε αυτό που νιώθεις
κι εγώ στο πλάι σου θα αρμενίζω τον καιρό
με ένα καφέ κι ένα κουλούρι τα δυο σου μάτια θα κοιτώ .
Πως έγινε δρόμος κοινός και  οδηγός  κι ο κόσμος όλος
βγήκε απο το κελί κι αυτή ελεύθερο πουλί
κρατώντας του τα χέρια να σεργιανά με ήλιο και βροχή!



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου