Γεμάτος εκσταση χάζευε το ηλιοβασίλεμα
η μικρή του ποδιά φορτωμένη
μύρια λουλούδια που περίμεναν
ένα του νευμα να κλείσουν τα πορτόφυλλα
Το κόκκινο γαρούφαλλο εμπαινε στην πρωτιά
πίσω σαν ένας γενναίος ιππότης
έτοιμος να υπερασπιστει τη φυλλωσια
ενα αραχνούφαντος υακινθος
πιο πίσω γυμνή η πορτοκαλλια
θα σκέπαζε τα βλέφαρα με τ ακριβό της ριχτάρι
Ακόμη κι εκεινο το χρυσοκέντητο πέπλο
έτοιμο να πλαγιάσει στην κλίνη του βουνού
κι ύστερα πάλι θα ζεσταινε τον κόρφο του
στα απαλά σεντόνια της θάλασσας
Κουρασμένος θα γυρνούσε ο ήλιος
μα τα νερά κεντούσαν αλαφροισκιωτο προσκέφαλο
Ανάμεσα στις γρίλιες των ματιών του
ακούγονταν ψίθυροι .
Γκρίνιαζε το γκρί . Βραδιάζει νύχτα ξερή
Ουφ πάλι δε θα φαίνομαι ..δυσανασχετησε το καφέ
Ωραια θα απλωθώ παντου ειπε τεντώνοντας τα χέρια
το μαυρο. Ανοιγόκλεισε τις κουρτίνες των ματιων
σαν ναθελε να πετάξει τη σκόνη που εμπόδιζαν
το φως του .Μα ειναι τόσα χρώματα .. μονολογούσε
Σαν να ακουσαν οι κορες του βυθού του
κι ένα μωβ φουρό άπλωσε τα φτερά του
Τον πήγαινε σε μέρη όπου φυλούν
τα όνειρα συναισθήματα .
Ειδε το γαλάζιο να σκουραίνει χαμογελώντας
το κίτρινο , το μπλέ να γίνονται αστέρια
που κρατούσαν στις μύτες ευχες
το πορτοκαλί να δίνει το χυμό του να δροσιστούν
τα χείλη,σε ένα φιλί ανατολή
το λευκό να του μιλά για κείνα τα μικρά μπαλόνια
που βάσταγαν ψυχές .
Το ρόζ να πλημυρίζει το δώμα του στέρνου
με το τραγούδι μιας άρπας .
Το πράσινο να φυτευει χορτάρι να ντύσει το χώμα του .
Κι όταν αντίκρισε τον κόκκινο καταρραχτη ενιωσε
ανάγλυφα να κυλά πάνω του , πλένοντας το πρόσωπο,
το κορμί, το ειναι του .Φωτιά που σβήνει το νερό ..
Γύρισε απότομα το βλέμμα στο βυθό που αμίλητα
καρτερούσε τη φωνή του .
Δες αγάπη μου πόσα χρώματα εχει το σκοτάδι.. ψιθύρισε
γεμίζοντας την αγκαλιά του με το χάδι
Φτάνει τα δάχτυλα της καρδιάς να αγγίζουν την παλέτα!
η μικρή του ποδιά φορτωμένη
μύρια λουλούδια που περίμεναν
ένα του νευμα να κλείσουν τα πορτόφυλλα
Το κόκκινο γαρούφαλλο εμπαινε στην πρωτιά
πίσω σαν ένας γενναίος ιππότης
έτοιμος να υπερασπιστει τη φυλλωσια
ενα αραχνούφαντος υακινθος
πιο πίσω γυμνή η πορτοκαλλια
θα σκέπαζε τα βλέφαρα με τ ακριβό της ριχτάρι
Ακόμη κι εκεινο το χρυσοκέντητο πέπλο
έτοιμο να πλαγιάσει στην κλίνη του βουνού
κι ύστερα πάλι θα ζεσταινε τον κόρφο του
στα απαλά σεντόνια της θάλασσας
Κουρασμένος θα γυρνούσε ο ήλιος
μα τα νερά κεντούσαν αλαφροισκιωτο προσκέφαλο
Ανάμεσα στις γρίλιες των ματιών του
ακούγονταν ψίθυροι .
Γκρίνιαζε το γκρί . Βραδιάζει νύχτα ξερή
Ουφ πάλι δε θα φαίνομαι ..δυσανασχετησε το καφέ
Ωραια θα απλωθώ παντου ειπε τεντώνοντας τα χέρια
το μαυρο. Ανοιγόκλεισε τις κουρτίνες των ματιων
σαν ναθελε να πετάξει τη σκόνη που εμπόδιζαν
το φως του .Μα ειναι τόσα χρώματα .. μονολογούσε
Σαν να ακουσαν οι κορες του βυθού του
κι ένα μωβ φουρό άπλωσε τα φτερά του
Τον πήγαινε σε μέρη όπου φυλούν
τα όνειρα συναισθήματα .
Ειδε το γαλάζιο να σκουραίνει χαμογελώντας
το κίτρινο , το μπλέ να γίνονται αστέρια
που κρατούσαν στις μύτες ευχες
το πορτοκαλί να δίνει το χυμό του να δροσιστούν
τα χείλη,σε ένα φιλί ανατολή
το λευκό να του μιλά για κείνα τα μικρά μπαλόνια
που βάσταγαν ψυχές .
Το ρόζ να πλημυρίζει το δώμα του στέρνου
με το τραγούδι μιας άρπας .
Το πράσινο να φυτευει χορτάρι να ντύσει το χώμα του .
Κι όταν αντίκρισε τον κόκκινο καταρραχτη ενιωσε
ανάγλυφα να κυλά πάνω του , πλένοντας το πρόσωπο,
το κορμί, το ειναι του .Φωτιά που σβήνει το νερό ..
Γύρισε απότομα το βλέμμα στο βυθό που αμίλητα
καρτερούσε τη φωνή του .
Δες αγάπη μου πόσα χρώματα εχει το σκοτάδι.. ψιθύρισε
γεμίζοντας την αγκαλιά του με το χάδι
Φτάνει τα δάχτυλα της καρδιάς να αγγίζουν την παλέτα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου