Πέμπτη 25 Απριλίου 2019

Το παραμύθι του κάβουρα

Σε μα σπηλιά του βράχου κοιμόταν
Είχε στήσει το μικρό του ησυχαστήριο
στη γωνιά της θάλασσας.
Λίγο απόμακρος απ τα άλλα καβούρια
μα δεμένος γερά στον ιστό της.
Γεννήθηκε λειψός κατά πως λέει το κουβάρι
Οι δαγκάνες του σπασμένες κι αυτό τον ζόριζε
πολύ στο να σκαλίζει το χώμα γα τροφή.
Με το καιρό έμαθε να χρησιμοποιεί τα χέρια του
σαν τσάπες κι έτσι μεγάλωνε κουβαλώντας
στις πλάτες το βιος σαν οπαδός της αντοχής
και της ελπίδας γιος .
Το δειλινό έβγαινε απ την κρυψώνα
κρατώντας στις τσέπες ένα μικρό φυλαχτό
που του. είχε χαρίσει ένα φύκι
Είχε πέσει πάνω του κατά λάθος με κρότο
και ράγισε την άκρη της σκεπής του
Στη φορεσιά της συγνώμης έπλεξε ένα χαμόγελο
και του το έδωσε .
Τούτο δεν το έβγαζε ποτέ από τις τσέπες
Ακόμα κι όταν αγρίευε η θάλασσα
και βάραινε το φιλί της ή όταν κάποιοι
από τους συντοπίτες του το κοίταγαν
με οίκτο, όπως παράπονο το έπιανε
κι οι μικρές του βρύσες έσταζαν,
τούτο συντρόφευε το σκούρο του βλέμμα .
Όχι δεν ήταν όλοι έτσι, πολλοί από τους συντρόφους του
αγκάλιασαν το δέρμα του , ήπιαν στο σπιτικό του
το γαλανό νερό απ το κανάτι της γης του .
Περάσανε τα χρόνια κι άρχισε να ξεχωρίζει
το μικρό του ελάττωμα
Και τούτος όμως μεγάλος πια έμαθε να το αγαπάει
να στεγνώνει πάνω του τα βρεγμένα του ρούχα
δεν φοβόταν μη σκιστούν.
Χρέωνε τα φώτα του φάρου στις κομμένες μύτες
κι έτσι φώτιζε το λυχνάρι που έκρυβε το θησαυρό του.
Είχε μαζέψει ακριβά βαλάντια
Στόλιζαν τους υγρούς του τοίχους ,κεράσματα γλάρων 

ψίχουλα που γυάλιζαν ευγνωμοσύνη ,
τραταρίσματα από ζεστά τραγούδια κοχυλιών ,
κοράλλια που φυτεμένα στην πόρτα του μύριζαν ομορφιά, .
κι όταν χυνόταν πια στο χορό της παρέας
με τα διπλά του δάχτυλα αγκάλιαζε το γύρω .
Ετούτο δω το φυλαχτό το αντίκρισε πάλι την αυγή
Α!! το πρώτο του χαμόγελο σαν μύριους ήλιους να χει δει !




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου