Κοιτούσα απ το παράθυρο
Πάλι εκεί στο ίδιο σημείο καθισμένος
στο δικό σου βράχο
Τόσο δεμένος με τα δάχτυλα της θάλασσας
κάθε που τ άπλωνε το βλέμμα σου χόρευε
στο πάλκο της την πιο αντρίκεια ζεϊμπεκιά
Τι να περίμενες ; Φορές ένιωθα
πως το καράβι σου δεν είχε φτάσει
κι έτσι καρτέραγες να σκάσει μύτη
στο φως των ματιών σου .
Άλλοτε πάλι μαγείρευα τα ακούσματα της
και ρίχνοντας κανέλα και θυμάρι
σε έβλεπα να γεύεσαι τη νοστιμιά της σιγής
Και κάποτε ένα νανούρισμα ψιθύριζα να σπάσει
το τζάμι και να ρθει να σ αγκαλιάσει .
Να χα μια χαραμάδα του νου να μπω στη σκέψη σου
Έβλεπα το βλέμμα σου ανάμεσα απ τα μικρά της λευκά
άλογα που ξαπόσταιναν στην άμμο
Χτισμένα σε φυλλωσιές , μικρά κάστανα
με γρίλιες που ανεβοκατέβαιναν να χορτάσουν θάματα.
Πλησίασα πως είστε Κύριε σου είπα σας κοιτώ
αιώνες τώρα κι οσα χρόνια ξεφλούδισα
αναλλοίωτη η μορφή σας στο ίδιο σημείο .
Τι περιμένετε; Ένα απορημένο γιατί;
χώθηκε στις φλέβες μου σαν ακάλεστο βαλς
σε αγέννητη μουσική . Ντράπηκα για την αυθάδεια μου
μα ασίγαστα η μέσα μου φωνή στρογγυλοκάθισε
στο πλάι σου . Δε με νοιάζει συνέχισα μη πείτε
τίποτε που δεν θέλετε. Άρχισα να μυρίζω το αλάτι
της σιωπής σου κουκούτσια από πιπέρι
μου δείχναν το διάβα σου στις μπόρες .
Γέμισα μια χούφτα άμμου στο χέρι μου
κύμινο και μπαχάρι θαρρείς κι αγαπήθηκαν
σε ένα αγκάλιασμα τους . Ερωτικές μυρουδιές
της παραζάλης στη δίνη του μικρού φτερωτού.
Τα δάχτυλα μου δαφνόφυλλα που άπλωσα
να πέσουν πάνω τους τα χέρια σου να κοιμηθούν
στο στρώμα του ονείρου .
Η φλόγα δυνάμωσε και οι ατμοί έβρεξαν τα βλέφαρα μου
Άνοιξα το παράθυρο περίμενα να ρθείς .
Γύρισες το κεφάλι και μου χαμογέλασες
Ήξερες πως πάντα ήμουν εκεί .
Ήξερα πως ήρθες για να μείνεις
Ποιος αντιστέκεται στο μαγειρειό της αγάπης !
Πάλι εκεί στο ίδιο σημείο καθισμένος
στο δικό σου βράχο
Τόσο δεμένος με τα δάχτυλα της θάλασσας
κάθε που τ άπλωνε το βλέμμα σου χόρευε
στο πάλκο της την πιο αντρίκεια ζεϊμπεκιά
Τι να περίμενες ; Φορές ένιωθα
πως το καράβι σου δεν είχε φτάσει
κι έτσι καρτέραγες να σκάσει μύτη
στο φως των ματιών σου .
Άλλοτε πάλι μαγείρευα τα ακούσματα της
και ρίχνοντας κανέλα και θυμάρι
σε έβλεπα να γεύεσαι τη νοστιμιά της σιγής
Και κάποτε ένα νανούρισμα ψιθύριζα να σπάσει
το τζάμι και να ρθει να σ αγκαλιάσει .
Να χα μια χαραμάδα του νου να μπω στη σκέψη σου
Έβλεπα το βλέμμα σου ανάμεσα απ τα μικρά της λευκά
άλογα που ξαπόσταιναν στην άμμο
Χτισμένα σε φυλλωσιές , μικρά κάστανα
με γρίλιες που ανεβοκατέβαιναν να χορτάσουν θάματα.
Πλησίασα πως είστε Κύριε σου είπα σας κοιτώ
αιώνες τώρα κι οσα χρόνια ξεφλούδισα
αναλλοίωτη η μορφή σας στο ίδιο σημείο .
Τι περιμένετε; Ένα απορημένο γιατί;
χώθηκε στις φλέβες μου σαν ακάλεστο βαλς
σε αγέννητη μουσική . Ντράπηκα για την αυθάδεια μου
μα ασίγαστα η μέσα μου φωνή στρογγυλοκάθισε
στο πλάι σου . Δε με νοιάζει συνέχισα μη πείτε
τίποτε που δεν θέλετε. Άρχισα να μυρίζω το αλάτι
της σιωπής σου κουκούτσια από πιπέρι
μου δείχναν το διάβα σου στις μπόρες .
Γέμισα μια χούφτα άμμου στο χέρι μου
κύμινο και μπαχάρι θαρρείς κι αγαπήθηκαν
σε ένα αγκάλιασμα τους . Ερωτικές μυρουδιές
της παραζάλης στη δίνη του μικρού φτερωτού.
Τα δάχτυλα μου δαφνόφυλλα που άπλωσα
να πέσουν πάνω τους τα χέρια σου να κοιμηθούν
στο στρώμα του ονείρου .
Η φλόγα δυνάμωσε και οι ατμοί έβρεξαν τα βλέφαρα μου
Άνοιξα το παράθυρο περίμενα να ρθείς .
Γύρισες το κεφάλι και μου χαμογέλασες
Ήξερες πως πάντα ήμουν εκεί .
Ήξερα πως ήρθες για να μείνεις
Ποιος αντιστέκεται στο μαγειρειό της αγάπης !
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου