Και το μόνο που ζήτησα
ήταν μια αλήθεια με ονοματεπώνυμο
κι όχι μια μπάσταρδη συνήθεια του καιρού
γεμάτη συνταγές , φόδρες που γέρνουν
στις μέρες αλλάζοντας
το πίσω μπρος
Έναν άλλο δρόμο ονειρεύτηκα κι ούτε που σάστισε σε ένα δάκρυ
ούτε ένα κλωνάρι δε κράτησε να καρβουνιάσει τα δάχτυλα
να καεί στην ψυχρή του ταφή
Έτσι έτσι για να βραχεί
το χώμα
να σπάσει το απόστημα ,μια μπάλα να προχωρήσει
κλωτσώντας τα γερασμένα κι αδέσποτα σανίδια του πάλκου
Ονειρεύομαι , ονειρεύομαι γελαστά παιδιά να παίζουν
σε άκαπνους τόπους τυφλόμυγα
με τα κορίτσι α του ήλιου , τους γιούς
του ανέμελου αγέρα . Φωνές γιρλάντες
να στέκονται πάνω απ το ύψος της μύτης
αγναντεύοντας το πορφυρό σουσάμι
σε ένα ατέλειωτο κουλούρι
που θα χορταίνει τα στόματα που πεινούν
Να κοιτώ κατάματα τα ρυτιδιασμένα χέρια
κι έτσι όπως θα ερωτοτροπούν στο φιλί της άνοιξης
ένα μπουκέτο να ανθίζει στα μάτια τους
Και βλέπω τον βαρκάρη να τραγουδά την ψαριά του
τον μανάβη να διαλαλεί την πραμάτεια του
και ζηλεύω τούτο
τον δρόμο που πριν από μένα περπάτησε
που και δεν έφτασε τις χούφτες
του καλοκαιριού
Να συζητούν πουλιά και να σωπαίνουν οι άνθρωποι
μεγάλοι μαθητές των μικρών δασκάλων
που ανοίγουν την ορθογραφία στα φτερά τους
Προσθέτουν το βατόμουρο και το πορτοκάλι
και το ζύγι ισο κι ανάλαφρο τους βγάνει
στο θάμνο που φουντώνει στ αγνάντι του βράχου
Ονειρεύομαι κι όπως
αδούλωτος λάτρης της
ομορφιάς
πλανιέμαι ,φορτώνω την πιρόγα μου με γράμματα
στο σεργιάνι . Δε μπορεί
θα νιώσουν τα λουλούδια
τη γεύση της ροδιάς κι έτσι όπως πετούν οι σπόροι τους
κάτι νιούτσικο θα γεννηθεί και σαν παιδί θα τρέξει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου