Όλα ήρθαν οπως τα φώναζαν τα πουλιά
καθώς ζητούσαν τους αγγέλους
όμως
ο λιόσπορος έτρεφε τις παπαρούνες
ο λιόσπορος έτρεφε τις παπαρούνες
άλλοτε κι εκεινες απλώναν τα φουρό τους
Κι έφτασαν τα αποκαίδια γιομάτα καλάθια
απ άδικους σπόρους και δικιους καημούς
αλλά
τα δέντρα βελόνιζαν το μέλι να θρέψουν
τα δέντρα βελόνιζαν το μέλι να θρέψουν
ζωντανά του ήλιου τα άλαλα παιδιά
Εμεινε το χώμα στεγνό δίχως δάκρυ
ασκέπαστα κορμιά και που να δροσιστούν
μα κείνα τότε
τα γέλια φυτευαν αγκαλιές ξέγνοιαστα κύματα
τα γέλια φυτευαν αγκαλιές ξέγνοιαστα κύματα
μες τα κοχύλια να ξεδιψά μια σταξιά τραγούδι
πως λάτρευες τη φλόγα
πως μίσησες τη γλώσσα της
δίνη κι εκλεισε η καταπακτή
σςςςς μη μιλάς μην πεις τίποτα
σώπασε πήρε το βάρος το παιδί
μια τοσο δα μικρούλα ράχη
σε μια νυχτιά φορτώθηκε τη γη
σςςς μη μιλάς κάνε σιωπή
κλαίνε οι άταφοι νεκροί
ικέτες που ζητούν
οι ζωντανοι να βρουν το δρόμο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου