Πόσο του άρεσε να αντικρίζει το πρωτοχάραμα
εκείνες οι χρυσογκρίζες ανταύγειες που πλέκονται
ανάμεσα στα φύλλα της μέρας του έπαιρναν το νου
Ένας φλιτζάνι ζεστός αχνιστός καφές τον περίμενε
σαν πρωινή συντροφιά .
Τα μάτια του πέρασαν το διάφανο του παράθυρου
και σεργιανούσαν την ομορφιά
Το καθάριο βλέμμα του ουρανού χόρευε
στα βλέφαρα του κι η μέρα μοσχοβολούσε
μπουμπουκιασμένο αγιόκλημα .
Τέλειωσε το πετάρισμά του και σηκώθηκε
για δουλειά .
Είχαν μακρύνει πολύ τα μαλλιά το χόρτου
κι εκείνος έπρεπε να τα κουρέψει να ανασάνει
το χώμα του .
Βγήκε έξω άρπαξε την μηχανή του χρόνου
κι άρχισε να πετά τα παλιά
Έσπαζε όλα εκείνα τα μικρά αγκάθια που τύλιγαν
τα φύλλα της ελπίδας .
Οι σκέψεις άρχισαν να καλπάζουν στο λιβάδι
του σήμερα με ορίζοντα το αύριο .
Στα μάτια του φύτρωναν εκείνα τα μικρά
κίτρινα κρινολούλουδα που θα στριμώχνονταν
ανάμεσα στα πράσινα φύλλα της ομορφιάς ,
ανέμιζαν οι παπαρούνες
που σιγά σιγά θα ύψωναν το μπόι τους
δείχνοντας τα κόκκινα χείλη τους
Οι άσπρες του μαργαρίτες θα φόραγαν το φόρεμα
με τις πιέτες λικνίζοντας το κορμί στην αγκαλιά
του ήλιου.
Στην αντηλιά στέκονταν λευκές σκιές ελπίδες
που μύριζαν του γιασεμιού το πιόμα
συντρόφια του που πάλευαν να ξορκίσουν
το γερασμένο χώμα μ ανασαλέματα
από σπόρους ονείρων στα βλέφαρα
Ένα χαμόγελο απλώθηκε στο στόμα του κι εκείνο
χαρούμενο άρχισε να μουρμουρίζει το ρυθμό μιας νότας
Απέναντι του κυμάτιζε ένα χέρι σαν ένα φτερωτό γεια
Μια φωνή τον ρώταγε .. ει τι βλέπεις και γελάς ;
κι εκείνος αφήνοντας το γέλιο του να τρέξει
σαν γάργαρο νερό αποκρίθηκε .. μόλις αντίκρισα την άνοιξη!
Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2022
Με μάτια ψυχής
Ξύπνησε νωρίς
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου