Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2021

Υφαίνοντας ζωή

Να που γύρναγε πάλι 
το κουβάρι στην ίδια ανέμη .
Μα είχαν μάθει πια .
Η βελόνα περίμενε να αρχίσει 
να περπατά από την γνώριμη αφετηρία.
εκείνη που κρυβόταν ανάμεσα στο στέρνο του
Το τακ τακ είχε ήδη αρχίσει να ακούγεται από τα τακούνια της 
Στο πέρασμα της χτυπούσαν τα κύματα 
που έφερναν οι σκέψεις 
Άλλοτε κάλμα κι άλλοτε ανταριασμένα σαν να έψαχναν 
βράχο για να ξεσπάσουν. 
Σε κάθε σκουντούφλιασμα της, τρυπούσαν 
τα δάκτυλα των ονείρων και μάτωνε 
το αυλάκι του υφαντού 
μα πάντα στα κρόσσια έμενε ένα καινούργιο χνάρι τους 
Εκείνοι του έριχναν το λάβδανο των χρωμάτων 
και την καλούσαν να προχωρήσει στα σχέδια 
που λογάριαζαν οι χτύποι τους σκιαγραφώντας 
λευκά περιστέρια σε πολύχρωμο κήπο .
Οι δαντελένιες κορδέλες χτίζανε το φράχτη 
της αυλόπορτας μη και περάσει το γκρίζο 
Τα νήματα γύριζαν το γαϊτάνι του χρόνου 
απλώνοντας τα  χείλη της θαλπωρής, 
κι ένα γαλάζιο φόντο καρτερούσε 
τα φτερά του ουρανού .
Συνέχιζε το υφαντό  με μια θλίψη 
να περνά πίσω από τα χαρακώματα του 
΄΄ Αργαλειού ΄΄ κι έναν άγνωστο ορίζοντα
που βάφτιζε το δρόμο .
Μα τους έφτανε .. τους έφτανε που ένιωθαν 
τα χέρια που τον αγκάλιαζαν 
κι αχ ! σαν ερχομός της άνοιξης 
τι όμορφα του χαμογελούσαν! 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου