Άηχη έτσι χωρίς φωνή
μη μιλάς να σωθείς
κι έχεις τόσα να πεις
να πετάξεις τ αγκάθια ψυχής
τόσες φωνές κραυγές
που θες να αφήσεις λεύτερες
να σπάσουν να ακουστούν πληγές
εικόνες θολές γυμνές
άσπρες χρωματιστές
κυματίζουν στου νου σου το χθες
Σσσσσς μη μιλάς
μη μιλάς να χαρείς
έτσι σου παν θα ζεις
Χαμηλά χαλαρά σαν βιολέτα
που γοβάκια φορά
με τακούνι χρυσό
και ασήμι σε φιόγκο διπλό
δυο γλάροι στη ματιά σου
σου θυμίζουν τα λευκά όνειρα σου
τα φτερά τους δεμένα στα μαλλιά σου
κρύψου στη γωνιά της βροχής
κει που ανθίζουν οι στάλες
στρώσε άσπρο σεντόνι
με φιλί μιας κροτίδας στιγμής
τώρα ο χρόνος σου τρέχει
σαν νεράκι κοραλλένιας πηγής
στο κελάρυσμα ρίξε μια σταξιά
από ατόφιο θυμάρι της γης
να χαράξει το δρόμο
σε στρατί μιας γαλήνης πνοής
σσς….κάνε μόνο σιγή
μη τρομάξει η αυγή
και εσύ θέλεις να πεις
για το γυάλινο κάστρο
που κρατάς μες στα χέρια
σε ένα ανέμελο άστρο
αψηφώντας τ αγιάζι
ξαγρυπνώντας στη μέρα
με του ήλιου φλογέρα
κι απ αστάρι ένα χάδι
στο περβάζι σου μείνε
και αθέατη τα λόγια τους πίνε
μην σκιαστούν και χαθούν οι σκιές
αδειανές και μικρές
πάνω στο άγιο σου σώμα
θα μιλούν για υποσχέσεις
θα μοιράζουν του κόσμου χαρές
φωτοστέφανα δάφνες φορούν
υπηρέτες σε ένα κάλπικο κόσμο
τα ψιχία τους ψάχνουν να βρουν
σου είπαν μη μιλάς να σωθείς
κι απ την τρέλα να βγεις
με αργούς τους ρυθμούς η ζωή
σου αλείφει το σώμα σε βαφτίζει ‘’ Σιωπή ‘’
Αχ να μπορούσες να δεις
την σιωπή την υφαίνουν οι αλήθειες ψυχής
να μπορούν να μιλούν οι φωνές της οργής
μα αν τσακίσει το φράγμα το θυμό θα γευθείς
κι απ την άκρη του τούνελ
ηλιαχτίδα θα φέγγει προς το φως της ζωής
‘’ είναι στιγμές που η σιωπή είναι χρυσός
μα είναι φορές που γίνεται πραμάτεια
για της ψευτιάς το βιός
είναι καιρός να πάψει του άχρωμου ήχου η βοή
να πεις το φτάνει μου σώθηκε η αντοχή ‘’
μη μιλάς να σωθείς
κι έχεις τόσα να πεις
να πετάξεις τ αγκάθια ψυχής
τόσες φωνές κραυγές
που θες να αφήσεις λεύτερες
να σπάσουν να ακουστούν πληγές
εικόνες θολές γυμνές
άσπρες χρωματιστές
κυματίζουν στου νου σου το χθες
Σσσσσς μη μιλάς
μη μιλάς να χαρείς
έτσι σου παν θα ζεις
Χαμηλά χαλαρά σαν βιολέτα
που γοβάκια φορά
με τακούνι χρυσό
και ασήμι σε φιόγκο διπλό
δυο γλάροι στη ματιά σου
σου θυμίζουν τα λευκά όνειρα σου
τα φτερά τους δεμένα στα μαλλιά σου
κρύψου στη γωνιά της βροχής
κει που ανθίζουν οι στάλες
στρώσε άσπρο σεντόνι
με φιλί μιας κροτίδας στιγμής
τώρα ο χρόνος σου τρέχει
σαν νεράκι κοραλλένιας πηγής
στο κελάρυσμα ρίξε μια σταξιά
από ατόφιο θυμάρι της γης
να χαράξει το δρόμο
σε στρατί μιας γαλήνης πνοής
σσς….κάνε μόνο σιγή
μη τρομάξει η αυγή
και εσύ θέλεις να πεις
για το γυάλινο κάστρο
που κρατάς μες στα χέρια
σε ένα ανέμελο άστρο
αψηφώντας τ αγιάζι
ξαγρυπνώντας στη μέρα
με του ήλιου φλογέρα
κι απ αστάρι ένα χάδι
και αθέατη τα λόγια τους πίνε
μην σκιαστούν και χαθούν οι σκιές
αδειανές και μικρές
πάνω στο άγιο σου σώμα
θα μιλούν για υποσχέσεις
θα μοιράζουν του κόσμου χαρές
φωτοστέφανα δάφνες φορούν
υπηρέτες σε ένα κάλπικο κόσμο
τα ψιχία τους ψάχνουν να βρουν
σου είπαν μη μιλάς να σωθείς
κι απ την τρέλα να βγεις
με αργούς τους ρυθμούς η ζωή
σου αλείφει το σώμα σε βαφτίζει ‘’ Σιωπή ‘’
Αχ να μπορούσες να δεις
την σιωπή την υφαίνουν οι αλήθειες ψυχής
να μπορούν να μιλούν οι φωνές της οργής
μα αν τσακίσει το φράγμα το θυμό θα γευθείς
κι απ την άκρη του τούνελ
ηλιαχτίδα θα φέγγει προς το φως της ζωής
‘’ είναι στιγμές που η σιωπή είναι χρυσός
μα είναι φορές που γίνεται πραμάτεια
για της ψευτιάς το βιός
είναι καιρός να πάψει του άχρωμου ήχου η βοή
να πεις το φτάνει μου σώθηκε η αντοχή ‘’
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου