Δευτέρα 24 Αυγούστου 2020

Αντάμωμα

Να λοιπόν που έφτανε η ώρα. 
Ο χρόνος είχε γεμίσει τα πανέρια του 
αγροτριανταφυλλιές και χούφτες καλοκαιριού .
Φθινόπωρο κι η θάλασσα γελούσε 
Οι κήποι πλήρωναν τους κόπους τους 
στις γλάστρες του ουρανού .
Το τρένο είχε σταματήσει τα φουγάρα του
Τώρα πια μόνο εκείνη η παιδική λαχτάρα 
ακούγονταν απ τα στήθη . 
Είχαν και τι δεν είχαν πει. 
Ξέρουν τις γωνιές του κύκλου της ψυχής τους,
μοίρασαν τα δάχτυλα σε φωνήεντα 
που παπαρούνες άνθιζαν 
και σύμφωνα που σκουντουφλούσαν
στα κύματα των ημερών. 
Μα τούτο το παραμύθι έσπαγε τους καθρέφτες
και πηδούσε στο πάτωμα . 
Σε λίγο θα ήταν μαζί θα γεύονταν 
το τραπέζι της φιλίας .
Τα καλούδια του γεμάτα από την Μαριάννα
την τόσο δικιά άγνωστη. 
Η αγκαλιά της ένα βύσσινο στο πιάτο . 
Ο Στρατής εξομολόγος της ψυχής της 
είχε φροντίσει δανειστεί λίγες πετσέτες 
των στιγμών της κι έτσι γνώριζε κι η Μαριάννα 
τα χέρια της πριν τα κρατήσει . 
Οι βόλτες , το κρασί ,το μίλημα ,
το κέρασμα του πάρκου με τις φωνές των πουλιών,
τα φτερουγίσματα της πάπιας,καθώς καμάρωνε 
το κορμί της στα νερά του απέραντου 
Kι εκείνη η γεύση ..η γεύση ξυπνούσε 
το παιδικό χαμόγελο και την ανέμελη φορεσιά .
Τρυπούσε τη γλώσσα με ρόγες σταφυλιού . 
Πόσα να αξίζει ο δρόμος .. 
σταγόνες που φυτεύουν φιγούρες , 
νότες σε ένα πεντάγραμμο ατέλειωτης ομορφιάς.
Εκεί που σμίγει το κουκούτσι με το δέρμα 
του ροδάκινου,ίσα να ποτιστεί ο ουρανίσκος 
το μέλι μιας αμάραντης στιγμής!


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου