Πέμπτη 2 Ιουλίου 2020

Όταν μιλάς με ψυχή τραγουδάς ψιθυριστά

Είναι μονάχα δυο τρία κοχύλια φώναξε η Μαριώ 
Τίποτε σπουδαίο τόσα έβγαζε η θάλασσα
στο πέρασμά της
Ακόμη κι η άμμος στο ανακάτεμα της
τα έβρισκε να ξαπλώνουν ανάμεσα στην υγρασία

των ματιών της και στη ζεστασιά απ το σώμα της
Τι διαφορετικό είχαν ετούτα και τόσος σαματάς
μη στεγνώσουν στον ήλιο και πάψουν να τραγουδούν;

Για κείνον ειναι μοναδικά 
Έριξε στα χέρια του δυο στάλες από το δρόσο του καλοκαιριού τα κράτησε βυζαίνοντας την αύρα της αφήςκι απαλά χόρτασε τα χείλη του στη μυρουδιά τους Στις ρίγες τους μέτρησε τα πουκάμισα των άστρωνφόρεσε τη ματιά του φεγγαριού στο άνοιγμα τους 
κι ύστερα απλόχερα χάιδεψε τα αγέννητα μαργαριτάρια τους
Δε θα τα άφηνε να καούν μήτε απ τα μάτια του ήλιου
μήτε απ την αδιαφορία που καρτερούσε να τα χώσει στο δισάκι της .
Τούτα του φέρναν τη μελωδία της θάλασσας του,
σε ένα κομπάκι που έφτανε στα αυτιά του
σαν αστραφτερό λυχνάρι που φώτιζε τα μύχια της ψυχής του 
Ένα στενό σοκάκι που βάδιζε στα αυτιά της να ακούσει 
τη φωνή εκείνης . Τα κράτησε στα χέρια της
κι ύστερα απλόχερα του τα χάρισε σαν να ταν φυλαχτό .
Έπλεξε στο διχτάκι του τη μορφή της κι άπλωσε
τα μάτια της να γυαλίζουν τις μέρες τις νύχτες του
στο δικό τους ακρογιάλι .
Εκεί αντάμωναν τα γέλια οι χαρές οι αγκαλιές
τα χάδια και τα φιλιά τους σαν ένα αλωνάρι
που μάζευε την πιο ακριβή σοδειά .
Στο μέτωπο κρατούσε τις μικρές τους έγνοιες
μέχρι να ζεσταθεί το αντάμωμα των γλάρων
Στη μικρή τους σπηλιά γεννιόταν τα θαύματα
ανάβοντας το κερί της μιας φλόγας
στο φιλντισένιο σκάλισμα τους ανάγλυφα
τα σώματα γνώριζαν τα δάχτυλα
ανασαίνοντας σπιθαμή σπιθαμή τα χνώτα τους
Είναι δικά του και δικά τους
και πως να καταλάβει η αδερφή του η Μαριώ
α !! Βιβλίο άγνωστο η ψυχή και τις σελίδες
διαβάζει αυτή κι όσοι αγάπησαν
τα γράμματα κι ένιωσαν το αποτύπωμα
που άφησε να δει .
Μπορείς να δεις τη μια σταλιά ωκεανό να τρέφει;
Μπορείς να ιστορήσεις το πέλαο της αγάπης;





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου