Κι ούτε που
ρώτησα
Βυζαίνοντας ήπια τον ήλιο
στο βάδισμα τον ουρανό
κι όταν γέλασα στη γη
ακροβατούσε ένα κλωνάρι
α! τότε θα σ είδα
κι είναι που ήρθε
η στιγμή που έδεσαν
τα δάχτυλα στο χορό
και πως ανεμίζει
το φλάουτο στο όρος της κορυφής!
πως σε λένε
μονάχα το ύψος
της παλάμης κοίταξα
καθώς μετρούσα
τα κοχύλια που χάραζαν
την άμμο
τούτα τα αρμυρίκια
σιωπή δεν έβγαλαν
ζεστά άφηναν τα φιλιά τους
μα πως πάντα σε γνώριζα!
μονάχα το ύψος
της παλάμης κοίταξα
καθώς μετρούσα
τα κοχύλια που χάραζαν
την άμμο
τούτα τα αρμυρίκια
σιωπή δεν έβγαλαν
ζεστά άφηναν τα φιλιά τους
μα πως πάντα σε γνώριζα!
Βυζαίνοντας ήπια τον ήλιο
στο βάδισμα τον ουρανό
κι όταν γέλασα στη γη
ακροβατούσε ένα κλωνάρι
α! τότε θα σ είδα
μυρίζοντας
τα
μπουμπούκια της άνοιξης
στα μισογυμνωμένα δέντρα
που
κούμπωναν τα φύλλα τους
στα κουμπάκια του
στέρνου
σαν μόλις να
γεννιόταν
νιούτσικο
καλοκαίρι
σε άχρονο τόπο
κι είναι που ήρθε
η στιγμή που έδεσαν
τα δάχτυλα στο χορό
και πως ανεμίζει
το φλάουτο στο όρος της κορυφής!

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου