Κι απόμειναν τα μάτια ανοιχτά
ασάλευτα να κοιτούν τον ορίζοντα
Γρύλιζε η σιωπή στο σπασμένο τζάμι
Βάραιναν οι φωνές απ τις υγρές σταγόνες
που έπεφταν στα μάγουλα
Τι ήξερε τ ανέμι και τραγουδούσε;
Κόκκινα που φυλούσε τ άγουρο μίλι
κι ότι ζέσταινε η ρίζα φιλί αέναο ζύγωνε
Δεν κλαίνε τους γερανούς στρατιώτη
τους τάζουν μελωδίες .. κι άρχισε
αμάραντα να χτυπά η νότα
κι έγινε καμπάνα, παιδί, γρασίδι,
όνειρο, αγάπη,λουλούδι
κι ένα κόκκινο γαρύφαλλο
άνοιγε τα φτερά του
ζητούσε το αύριο .. στο βλέμμα του !
Παρών κομαντάντε!

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου