Κι απόμεινε λέει ο χιονιάς να κοιτά τον ήλιο
Έτσι σιγά σιγά ξεφλούδιζε το δέρμα του
στα πεζοδρόμια και αναπτέρωνε τη φίλιωση του
με τα σύννεφα του ουρανού.
Οι συμπληγάδες όμως βάσταγαν τα γκέμια στα λημέρια τους
Κάπως ετσι άρχισαν να ξηλώνονται οι βεγγέρες και
να σφίγγουν το κουβάρι .
Απλώνοντας το βλέμμα του ο Νίκος φυλούσε την σκοπιά του καιρού.
Για δες τώρα μας εφυγε ο οπλαρχηγός και γονάτισαν τα κουμπούρια .
Κάτσε κάτσε να τα πάρουμε απο την αρχή του λεγε ο Βασίλης .
Εχουμε κυβέρνηση - αντιπολίτευση που θυμίζει
φύλλα ξερολιθιάς με αλλο κουστούμι και λίγα κόκκινα βατόμουρα
που μες την εποχή τους ξεχάστηκαν απο την μνήμη και ίσα
που ακούγονται στο ξύπνημα του κόκορα για να θυμάται
η καρδιά να ζει ανάμεσα στην κουτσουρεμένη ύπαρξη.
που ακούγονται στο ξύπνημα του κόκορα για να θυμάται
η καρδιά να ζει ανάμεσα στην κουτσουρεμένη ύπαρξη.
Και τωρα τι; Μεγαλόκαρδοι δημοσιογράφοι και παραπαίδια του παλιού
που μέχρι χθές αν έβλεπαν κουτσή πασχαλιά να περπατά αριστερά
θα την πατουσαν για μη λερωθεί το χώμα , απλώνουν το βαθύ τους χαμόγελο
σαν πατερίτσα στους θρόνους των εδράνων μην έρθει λέει ο χαμός .
Περίμενε κατι θυμήθηκε ο Νίκος. Αυτοί δεν ανταλλασαν την σκυτάλη
τόσα χρόνια να τρέξουν τ αλογα να φτάσουν στο τέρμα του πουθενά;
Ε ναι αλλα.. κομπιάζει ο Βασίλης . Τι αλλα μωρε η ψωροκώσταινα δε βύζαινε
αρχηστα σμαράγδια; βγαίνουν ποτε λουλούδια απ τον αέρα; γη θέλουν .
Ε αυτά ειναι παλιά τωρα αλλάξαν τα πραγματα . Προχωράμε μπροστα
Ναι με την όπισθεν μουρμούρισε ο Νίκος. Ανθίσαν οι μαυρες αλυσίδες κυκλοφορουν στους δρόμους κόβοντας φυντάνια ζωής. Οι τουλίπες λόρδοι πια υπηρετούν επάξια τη μπότα που τις πάτησε . Κι εμεις τι κανουμε εμεις ;
Τα χάφτουμε . Λοιπόν δες πως πάει το πράμα . Η δεξια εκ της μιας δεξιας
εβαλε τον λύκο να φυλά τα πρόβατα και τον τσομπάνο να κρατά τα χόρτα . Η κεντρώα δεξια φλερτάρει
στα ροζ φανάρια με ευρωπαικο στόλο . Τα καράβια πούλησαν τα λιμάνια
τα αεροπλάνα τα αεροδρόμια , τις άδειες τσέπες τις εφαγε ο σκόρος που μεγάλωσε κι αντε το κουβάρι να βρει ανέμη . Και εμείς ; σκεφτόμαστε .
Καλό αυτό μα φτάνει; ρωτά ο Βασίλης . Όχι ντε δε φτάνει
Ε τότε τι; τώρα τι; Φωνάζουμε μωρε φωνάζουμε πια . Χορτάσαμε δε θα πάρουμε Καιρός να δώσουμε να δώσουμε αντάρτικα τα χέρια έχουμε όπλα στην καρδιά . Τόσα γεννιούντε κάθε μέρα καιρός να βγει η τύφλα απ το χώμα κι απο το κώμα να ξυπνήσει η ξαστεριά . Τόσοι δρόμοι περιμένουν να ακούσουν πια τα δυνατά τα βήματα . Δεν παρατάμε . Δεν παρατάμε τους δρόμους μόνους φοβούντε και χάνονται . Δεν παίρνει αλλο τίποτε . Ά και τι θυμήθηκα τωρα . Ξυπνάτε ρε ξυπνάτε . Θυμάσαι τον Τζαβέλα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου