Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2018


Πλανόδιος ζωγράφος
.......................................
Πόσα λίγα του χρειαζόταν 
πάντα για να χρωστά στη ζωή
Ένα χαμόγελο μια ζεστή κουβέντα να τον σκεπάζει
τις κρύες νύχτες κι εκείνη η αγκαλιά του ουρανού
που έκρυβε όλα τα ανείπωτα στις τσέπες της
φύλαγε τα μικρά του μυστικά στα χείλη της .
Μα κι όταν έβγαιναν σεργιάνι τα σύννεφα 
εκείνος έφτιαχνε το δικό του γαλανό .Έτσι και σήμερα .
Άρπαξε στο ένα χέρι τον τρίποδα την παλέτα του
στο άλλο τον καμβά φόρεσε τα χρώματα  στα μάτια του
και ξεκίνησε να βρει την άνοιξη στην αγκαλιά του χειμώνα .
Το πλατύσκαλο που χώριζε τη θάλασσα απ τα πλακάκια της γης
ήταν εκεί και τον περίμενε. Σαν να του έσκαγε 
ένα μικρό 
γελάκι ο ήλιος και εκείνος τον χαιρέτισε κουνώντας το κεφάλι .    
Το πινέλο έπαιζε στα χέρια του σαν ένα άλλο βιολί 
σκιτσάρισε τις νότες της ψυχής του στα πεζοδρόμια 
και πόσο μίκραινε ο κόσμος στη χούφτα του .
Δυο γλάροι φάνηκαν να ζηλεύουν την ηχώ των χρωμάτων του
κι έστησαν το κουβεντολόι  καταπίνοντας το ρυθμό των κυμάτων 
Τα δάχτυλά του μέτρησαν τις νότες και στα πλήκτρα της καρδιάς του
μια γλυκιά φυσαρμόνικα άνοιξε τις φυσαλίδες της να ακουστεί 
το ρεφρέν της μυγδαλιάς. Ο καμβάς του χώραγε τόσα ταξίδια 
όσα κι ο ίδιος περπατούσε στις χώρες των ονείρων του .
Μια σπίθα του νου άναψε το φως της κι άρχισε να ζωγραφίζει 
Το πινέλο χόρευε στα μάτια ενός παιδιού το χρώμα έβαφε 
τα χνότα της ειρήνης ,ο άνεμος στέγνωνε τις λευκές στάλες ,
που κούρνιαζαν στα βλέφαρα του κι ο λευκός του καμβάς 
έκρυβε τον παράδεισο . 
Θεέ μου πόση άνοιξη χωρά στο βλέμμα της ψυχής !  
Φωτογραφία: Πλανόδιος ζωγράφος

Πόσα λίγα του χρειαζόταν πάντα για να χρωστά στη ζωή
Ένα χαμόγελο μια ζεστή κουβέντα να τον σκεπάζει τις κρύες νύχτες
κι εκείνη η αγκαλιά του ουρανού που έκρυβε όλα τα ανείπωτα στις τσέπες της
φύλαγε τα μικρά του μυστικά στα χείλη της .
Μα κι όταν έβγαιναν σεργιάνι τα σύννεφα εκείνος έφτιαχνε το δικό του γαλανό
Έτσι και σήμερα . Άρπαξε στο ένα χέρι τον τρίποδα την παλέτα του
στο άλλο τον καμβά φόρεσε τα χρώματα στα μάτια του
και ξεκίνησε να βρει την άνοιξη στην αγκαλιά του χειμώνα .
Το πλατύσκαλο που χώριζε τη θάλασσα απ τα πλακάκια της γης
ήταν εκεί και τον περίμενε. Σαν να του έσκαγε ένα μικρό γελάκι ο ήλιος
και εκείνος τον χαιρέτισε κουνώντας το κεφάλι .
Το πινέλο έπαιζε στα χέρια του σαν ένα άλλο βιολί
σκιτσάριζε τις νότες της ψυχής του στα πεζοδρόμια
και πόσο μίκραινε ο κόσμος στη χούφτα του .
Δυο γλάροι φάνηκαν να ζηλεύουν την ηχώ των χρωμάτων του
κι έστησαν το κουβεντολόι καταπίνοντας το ρυθμό των κυμάτων
Τα δάχτυλά του μέτρησαν τις νότες και στα πλήκτρα της καρδιάς του μια γλυκιά φυσαρμόνικα άνοιξε τις φυσαλίδες της να ακουστεί
το ρεφρέν της μυγδαλιάς. Ο καμβάς του χώραγε τόσα ταξίδια
όσα κι ο ίδιος περπατούσε στις χώρες των ονείρων του .
Μια σπίθα του νου άναψε το φως της κι άρχισε να ζωγραφίζει
Το πινέλο χόρευε στα μάτια ενός παιδιού το χρώμα έβαφε τα χνότα της ειρήνης ο άνεμος στέγνωνε τις λευκές στάλες που κούρνιαζαν στα βλέφαρα του κι ο λευκός του καμβάς έκρυβε τον παράδεισο. Το γύρο του κόσμου στο θαύμα της ομορφιάς.
Θεε μου πόσα χρώματα χωρά το βλέμμα της ψυχής !



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου