Πέμπτη 31 Μαΐου 2018

Σπόγγος

Χρειάστηκαν μόνο λίγα λεπτά 
για να καρφωθεί 
εκείνο το τρομαγμένο βλέμμα
που κρέμονταν 
από ένα μικρό ξανθό ανθρωπάκι
γέμισε ο βυθός μου 
εκατοντάδες φοβισμένα μικρά βόλια 
που τρεχαν να κρυφτούν 
από το κοίταγμα μου 
μακριά απ το μεγάλο μου δρόμο

τα βλέφαρα αρνήθηκαν 
να χαμηλώσουν 
έτσι ακίνητα κράτησαν τον τρόμο 
ανάμεσα στις γρίλιες τους 
κι ύστερα απότομα
έπεσαν καταγής 
απ το φόρτο που χαν στην ράχη τους
το βάρος από ένα δάκρυ 
έπεφτε στη ψυχή 
γ…. ω τον κόσμο μας !

πάνω που πήγα να γράψω 
ένα χαμόγελο 
σαν σπόγγος το γκρίζο 
……με έσβησε!

Συνήθεια

Φοβάμαι.
εκείνη 
την άχρωμη μορφή
που κρέμεται 
στο σπασμένο τζάμι
απ το παράθυρο
και αντανακλά 
σκουριά 
στον καθρέφτη!

Τίτλοι

Μετά το χειροκρότημα 
της Νίκης 
μέτρα τα λάφυρα 
του διωγμού
γυάλισε.. χώμα
φιγούρες του συρμού

κρύψου στη φυλλωσιά 
της σιωπής 
αυτής που ξέχασες 
να ακούς 
καθώς.. ανέβαινες 
στο έδρανο του ομιλητή

‘’ Άνθρωπε ‘’


Τετάρτη 30 Μαΐου 2018

Εξομολόγηση

Βαρέθηκα 
τις άδειες τρύπες 
δίχως μάτια 
τα στέκια 
με σπασμένους καθρέφτες 
τις γρίλιες
των χαμένων ονείρων 
τα κούφια χρώματα 
τις τάχα αγαπησιάρικες 
και συμπονετικές ματιές 
που κρεμούν καρφιά 
Πρόκες θανάτου , 
σβούρες απομόνωσης 
γαμψές αγκαλιές 

σκορπώ στον άνεμο 
το χτένι του στα μαλλιά μου 

δεν θέλω 
το πιόμα της πίκρας σας
μεθώ στο κόκκινο κρασί 
τον άνθρωπο 
τρέφω στο στόμα 
να γεννηθεί λέξη από δυόσμο 
τον ήλιο αγαπώ 
δεν ντύνομαι σκιά  
στα στήθη μου 
βυζαίνουν τριανταφυλλιές 
γλυκές σιωπές της τρυφεράδας 
ψίθυροι του αργαλειού στο χάδι 

λάτρεψα τα μάτια της χαραυγής 
στην κούνια της κορδέλας της κλαρί 

δεν ταιριάζω της συνήθειας 
το πέλμα μου φωτιά και βροχή 
να αγαπάω έμαθα
κι έσβησα κάθε ξέμπαρκο σ αγαπώ 
οι χούφτες μου λιθόστρωτες αυλές
να γεννιούνται όνειρα 
από φασκιάς να γράφουν μουσικές 
το φιλί ρουφά ουρανό 
κι αστράφτει λίμνη από καθαρό νερό 
λύστε τα ζωνάρια να φανούν οι ουλές
ειναι άγιο πότισμα του δρόμου οι μαχαιριές  
στάζουν δροσοσταλίδες κρυστάλλινες πνοές 

δε χωρώ στο παντού πετώ στο πουθενά 
φτερά μου δίνει ο μπάτης κι ανάπλι ένα γιασεμί 

βαρέθηκα 
να είμαι ένα σ οχλου βουητό 
θέλω να μαι ο σπόρος 
σ αγέννητο βυθό 
κι ας είμαι ο κανένας 
με επώνυμο κενό 
σώμα από ένα αδράχτι 
σε ένα παιδί ορφανό 
που θέλησε να κοιμηθεί 
σε χώμα άσπαρτο ζεστό 
τον άνθρωπο να αγκαλιάζει 
με νοτισμένο δέρμα 

κι ας είμαι ένα κέρμα 
που εχει για επιγραφή νόημα αληθινό !





Δευτέρα 28 Μαΐου 2018

Αντανάκλαση

Οι άνθρωποι μάτια μου
κουμπώνουν από καρδιά σε καρδιά
τόσα λουλούδια έχει η άνοιξη
Κάθε που στρώνει η θάλασσα γυαλί
μια αντανάκλαση σκάει με ένα φιλί
πόσα γεννιούνται όνειρα
Πέρα απ το βλέμμα γελά η ψυχή
ακούει στη σιωπή τη μουσική
τι όμορφα που τραγουδάς!



Τετάρτη 23 Μαΐου 2018

Τα χέρια σου

Ολάκερη μια μουσική έγινα
να τυλίξω τη νύχτα 

τόση αγρύπνια
στο χορό των άστρων

και τα χέρια σου .. α! τα χέρια σου
πόσο ζεστά στις χούφτες μου

φυλούν το νήμα της αγάπης! 


Τρίτη 22 Μαΐου 2018

Ψίθυροι

Και πως 
βροντοφωνάζουν 
κείνες οι άδειες ψυχές
μα φαίνεται το μπόι 
κάτω απ την ψυχή;
αχ και τι γλυκά 
τα κούτσικα ρυάκια
που άπλωσαν τα δίχτυα 
να ακούσουν 
ψίθυρους καρδιάς!


Κυριακή 20 Μαΐου 2018

Αδούλωτοι χοροί

Τρεχάτε χωριανοί 
τα κροκοδείλια δάκρυα
ρίχνουν αφεντικοί

Η ειρωνεία χώρισε
για ένα παρτέρι δρόμο
κι έγινε αγαπητικιά
που ξεχωρίζει τα σφαχτά
με του Ηρώδη τα φασκιά

Ποιος φόνος να χει χωρατό
καρτέρι ο πόνος να του στήσει
να βρει παγίδα η καπνιά

Γυρεύουν μάνες ορφανά 
να θρέψουν το βυζί τους
μικρά αγγελούδια του χιονιά
με μάτια φόβου ανοιχτά 
κλαίνε την άνοιξη τους

περνούν και έρχονται καιροί
σκίστε κιτάπια απο ντροπή
σαθρό είν' το καράβι κι η σημαία ακριβή

Έβγα μπροστάρη αγέννητε
και δείξε του τον Πόντο
νερά μιλήστε να φανούν
οι ουλές  από τον βαρύ σας ώμο
κότσαρι χόρεψαν στρατιές

ζωνάρι βρήκε η φωτιά,τ αθάνατο η πατρίδα
κι ενός παιδιού το δόρυ φυλάει την ηλιαχτίδα
θα ρθει καιρός να σπάσει η άγονη παρτίδα! 







Απολογισμός

Μπορείς
να πάρεις τα πάντα
το γέλιο
τα μάτια μου
τη φωνή
το άγγιγμα
την ανάσα μου 

χάρισμα σου

μα αυτό
που δεν μπορείς
είναι
να ξεριζώσεις
εσένα
από μένα

εκεί
διαλέγω εγώ!


Παρασκευή 18 Μαΐου 2018

Ανισόπεδες διαβάσεις

Είναι κι εκείνοι οι άνθρωποι 
που δεν ντρέπονται να δείξουν τα χέρια τους 
ρίζες , ρυτίδες , ουλές , στίγματα δρόμων 
με ψηλά το κεφάλι .
Οι τολμηροί που δεν περνούν από καθρέφτη 
να ανοίξουν την πόρτα τους 
Ξυπνούν με ένα γέλιο στα μάτια κι αλλάζει 
ο ουρανός μορφή .
Κείνοι που αγάπησαν τ άπιαστο και σώπασαν
Ρίσκαραν την απόρριψη και φώναξαν το εδώ 
Δίχως μεζούρες αποστάσεων 
και δεύτερης σκέψης 
Κείνοι που δεν λογάριασαν πολύχρωμες τελείες
για να κρατήσουν ένα ζεστό κάστανο  
Τολμώ θα πει βαραίνω το σώμα να αλαφρύνει η ψυχή 
Σταράτοι , ντόμπροι κι ατόφιοι άνθρωποι 
Δεν έπνιξαν το δάκρυ σε ένα φτιαχτό χαμόγελο 
με κέρδος την πλαστή ταυτότητα του καιρού
Άσπροι, κίτρινοι , λευκοί, πορφυροί 
που κλότσησαν τα θέλω τους κι όταν τα βρήκαν να μιλούν 
άρπαξαν τη συγνώμη και με τα μάτια ανοιχτά γνώρισαν την χαρά
Υπομονή έχουν σταυρό στο όνομα την προσευχή 
χίλιες φορές σπάζουν το τέλος και χτίζουν την αρχή 
σαν να ναι απάτητο σκαλί κυκλάμινο κι Ανατολή. 
Τούτους μην ψάχνεις να τους βρεις άμα τους χάσεις 
στρώνουν την ευκαιρία ανοίγοντας λευκές σελίδες να γραφτείς 
μα αν το μελάνι σου δεν νοιώθει δεν από τα σπάργανα μιλά 
κωφεύουν στο άδειο σώμα κι ότι κρατούν στο στόμα 
ένα τριαντάφυλλο που όπου κι αν σε συναντά 
με ένα χαμόγελο να αφήνει ένα γεια .
Αν τύχη και τους δεις γυμνές σταγόνες της σιωπής 
που χουν στο κούτελο καρδιάς τα μάτια της ψυχής 
Πες τους μονάχα γεια χαρά κι άστους να φύγουν μακριά 
ή δώσε τους μια αγκαλιά να σου χαρίσουν τη ζωή 
σαν να ναι πρώτο τους φιλί .
Και μην ξεχνάς ετούτοι είδαν ότι τους έδειξες εσύ 
το μέτριο ή το πολύ το λίγο τ αδειανό κουτί 
ειναι δικό σου θάμα έκαψε την αλήθεια ή κέρδισε αέναη στιγμή ! 


Βιτρίνα

Τόσοι κόμποι 
τόσος δρόμος τόσος κόσμος 
στα βάσανα 
τόσοι τροχοί στ' αγκίστρι τους 
κι εσένα 
το μόνο που σε νοιάζει 
είναι το προφίλ σου 
στον άφωνο ήλιο 

Άμοιρε εγωισμέ σπάσε τα μάτια 
να λυτρωθούν τα δάκρυα !


Πέμπτη 17 Μαΐου 2018

Γυμνά

Το πιο όμορφο ποίημα
αυτό που μοίρασε η καρδιά
σε δυο μόνο κομμάτια

τα λόγια πετούν.. η ψίχα γεννά!


Γκρίζο φτερό

Ξέφυγα
ξέφυγα πια απ το σκοτάδι σου
Γεμίζω χαμόγελα στις τσέπες 
κόντρα στ αμίλητο
Οι μόνες λευκές σκιές
τα φτερά μου 
Όχι πια 
δε θα σ αφήσω
να μπεις στα στήθια μου
Ζεστός ο καιρός
κι οι παπαρούνες
ανθίζουν
Οι συμπληγάδες κοιμήθηκαν 
κι απόμεινε στο χώμα τους
ένα Ρόδο να σε θυμίζει 
Έσβησε η συνήθεια
της πληγής
Με νόμιζες όνειρο
μα εγώ είμαι καρδιά
Πορεύομαι στα κίτρινα στάχυα
βυζαίνοντας
κάθε στιγμή κάθε ώρα 
τη ρόγα της αγάπης
Παιδί που τρέχει 
στην χούφτα του ουρανού
ξορκίζοντας γκρίζα σκιά
Ερωτευμένη με το δαδί του ήλιου
πορφύρα που γεννήθηκε 
πίνοντας μέλι και δροσιά
Καλό ταξίδι 
αγριοπερίστερο
διάλεξα .. την καρδιά! 



Μελωδία του ήλιου

Έχει μια βραχνάδα τούτος ο ήλιος
μα το τραγούδι του ποιος να σωπάσει 
Άκου τους ψίθυρους όμορφα που ριγούν!

Ανάσες με δόσεις

Μοίραζες στις πλατείες φέιγβολάν με εκπτώσεις
πουλούσες σε παστίλιες αναπνοές με δόσεις
σου ταξανε για αμοιβή νόθες χαρές στυφές γιορτές
φέτα από ζύμη με πληγή μια κούπα από αργό θάνατο
κι ένα φιλί αράχνης στους τοίχους έβαφε ‘’ζωές ‘’

στα βλέφαρα οι χρόνοι σου μικροί
τραμπάλιζαν στα μάτια σου
φόβοι που γίνονταν θεοί
προδίδονταν τα αμούστακα γινάτια σου
κανείς τους δεν το πρόσεξε στιγμή
δυο πόδια που έτρεχαν γοργά
χώραγαν σαν σκιά μες τη ρωγμή
ήταν η σιγουριά οι νόμοι κι αν τα βρουν
παιδί .. είναι θα πουν

μα εσύ μεγάλωσες πριν από κείνους
έπλεξες μες τα χέρια σου τάγματα αντοχής
φόρεσες μες το πείσμα σου χιλιάδες αρλεκίνους
φύτεψες στα δυο βόλια σου αχτίδες της υπομονής
βύθιζες χάρτινα καράβια μια μέρα το βυθό να δεις
τρύπιο το νόμισμα της ψευτιάς άδειο σακί της ερημιάς
θα μεγαλώσω … φώναζες ψιθυριστά
φουρτούνιαζε η θάλασσα που καιγε μέσα σου βαθιά
κι έψαχνε τ ‘ άγριο κύμα να βρει ένα απάνεμο νησί

γυρνούσες το απόβραδο σε κάποιο ερημόσπιτο
που σφάλιζε μια αγκαλιά κρατώντας την ψίχα της αλήθειας
έκλεινες τα όνειρα σε ένα παλιό σπιρτόκουτο
άπλωνες το βλέμμα σου ψηλά κι αντάμωνες τα αστέρια
τα χείλη σου τα άδολα ψέλλιζαν σαν προσευχή δειλά

''σαν μεγαλώσω κράτα με μακριά απ τις συνήθειες
κι άσε μες την ψυχή μου ένα παιδί να βλέπει τις αλήθειες'' 




Πόσοι τάχα νομίζαν

Σε μια άνοιξη νόθα ψάχνεις στάχυα αυγής
γεννημένη στ αμπάρι περασμένου καιρού
στο μετά σου κουβαλάς δυο σπόρους ζωής
να φυτέψεις τον ήλιο χρυσαφένιου βολβού

πόσοι τάχα νομίζαν πως σε ειχανε μάθει

χαραγμένοι οι δρόμοι στο βυθό των ματιών
μα η άμυνα σου των χρωμάτων τα πάθη
κι ένα γέλιο να σώνει τις πηγές των ευχών

στο σταθμό σου βαδίσαν τρίαινες μιας ουλής

σεργιανίσαν ανταύγειες μολυβένιας στιγμης
τραγουδούσες στ αγέρι μιας μικρής αμυχής
οδηγούσες τις νότες σε καρνάγιο ψυχής

πόσοι τάχα πως σε είδαν νομίζαν

κρεμασμένη μαρκίζα στο δικό τους νυχτέρι
να κρατάς ότι εκείνοι χρόνια γκρεμίζαν
να φορτώνεις το κρίμα στο δικό τους μαχαίρι

μια ειρωνεία μονάχα σε κοιτάει βαθιά

κι είναι εκείνη που πάντα σε κρατά σταθερά
το βιός σου όλο αγάπη πουχει νοιώσει η καρδιά
κι απλόχερα αφήνει να γλιστρά στα νερά

κι εσύ που νομίζεις πως σε εμένα εσένα κοιτάς

στα δικά μου αγγεία χτυπάς μα εσύ πολεμάς
κι αν εμένα νε χάσω μην τρομάξεις φτάνει μόνο να δεις
το δικό σου τ αχνάρι για να ρθεις να με βρεις!


Τετάρτη 16 Μαΐου 2018

Γόνιμοι κόμβοι

Όχι φίλε 
δε φταίει ο κόσμος
που χει αγκάθια 
εσύ 
τον φύτεψες
γυμνό τριαντάφυλλο
κι έτσι
μάτωσες

δυο ακριβοί
κόμβοι δροσοσταλιών 
και αναδύεται
η κορυφή!

Τρίτη 15 Μαΐου 2018

Λόγια σιωπής

Αν ήξερε 
η σιωπή 
που μένουν
οι καρδιές
καμιά 
μόνη 
δε θα ταν !

Αδάμαστοι μικροί .. τρανοί

Περσόνες ,ντίβες ,λαγωνικά 
ληστεψανε τα άστρα 
πλαστό το κουστούμι ουρανού

σμιλευουν νυχτέρια 
να σμίξουν πουλιά 
να απλώσουν τα χέρια
δεμένη να μένει η νυχτιά 

ποιό ταχατες ξόρκι μεθάει 
και τρέφει τον άδειο σταθμό 
γελά , τραγουδά πέφτει νεκρό 

πινέλα προφτάστε 
αγιάζι σαθρό και πικρό 
τυλίγει της άνοιξης δίχτυ 
το θάνατο να χει δεσμό 

πουλήστε λαγούς δικάστε αλήθειες
φιμώνουν τα μάτια 
ναύλον στεγνές κουδουνίστρες 

ξυπνήστε λαγούμια 
και δέστε σταυρό 
της πίκρας λουκούμια 
κερνάνε άθεο θεό 

Τρενάρουν τον τόπο σε άδικο βήμα 
μα κάπου ανοίγει της άνθισης νήμα 
γελά ένα δάκρυ στα μάτια παιδιού 

δε παραδίδει ζωντανός καιρός 
λάβαρο ανθρωπιάς στα χέρια του κενού !

Δευτέρα 14 Μαΐου 2018

Ανάστροφα

Περίεργα πλάσματα
οι άνθρωποι
σπουδάζουν να πυροβολούν
λόγια, λόγχες, βέλη 
όπλα, μύρια όπλα
κι όταν σκοτώνουν
μαθαίνουν 
να αγαπούν
Ανάποδα που γύρισες 
χελιδόνι!

Ατέλειωτα

Κι αρχινέψαμε 
από εκεί που είχαμε τελειώσει 
ξανά και ξανά ξυπόλητοι
σ άσβηστο κύκλο
Καινούργια κουπιά 
με ένα σκαρί που γνώριζε το δρόμο
Βαστάς;βαστάς τ αλόγατα 
της θάλασσας ;

σουρούπωσε 
κι η όχθη 
μύρισε φιλί !


Ελπίδα

Κι ως να γυρίσουν 
οι τροχοί 
θα ανάβουν 
φώτα απ τη γη 
το πράσινο 
να μη χαθεί 
σ ενός σινιάλου 
τη βοή !

Κυριακή 13 Μαΐου 2018

Δροσουλίτες

Είναι και κάτι αστέρια 
που χύνονται στη γη
σκάβουν το φως
να ανθίσουν ήλιοι
ακοίμητοι φρουροί  
των βράχων
τρυπούν το στόμα 
τον άνθρωπο να βρουν
Δροσουλίτες μαχητές
καίγονται στο νερό
χορεύουν τη φωτιά
το δρόσο της κύμα πιστό
τρέφει κοχύλια 
σε απάτητο βυθό
να βρει δοξάρι η μουσική
και λάβαρο η κορυφή

Είναι αυτοί που αν ξεστομίσουν σ'αγαπώ 

ράβουν προσκυνητάρι να ντύσουν ουρανό
μη τους ρωτάς γιατί είναι μελαγχολικοί
βλέπουν την άμμο να γελά μα οι κόκκοι της 
πουλιά αρπακτικά που κλέβουν τη λαλιά!



Παρασκευή 11 Μαΐου 2018

Πλεγμένα δάχτυλα

Εσύ,εγώ
ο κόσμος όλος
πλεγμένα δάχτυλα 
ζωή
αγάπη μου !

Πλαστογραφίες

Έρωτες
πλαστογραφίες
συναισθημάτων 
κόπιες
σε άχρωμο ουρανό
τι πουλάς;
τι πουλιέται
κι ο αγοραστής
άδειος κι ορφανός

άταφα αποτυπώματα

κι η αγορά
κούφια και νεκρή!




Νιούτσικα βότανα

Ποτέ δε θα μάθεις
πόσο κοστίζουν
τα δράμια της ψυχής

Οκάδες,οκάδες
έμαθες να μετράς
Οκάδες φορτωμένες
με λόγια

άνθρωπε
Κι έτσι η ζυγαριά
πάντα το χώμα 
κοιτούσε

Ευτυχώς
που απ το αρμυρίκι
καρπίζουν
οι τριανταφυλλιές !


Ξένε διαβάτη

Δρόμοι κλειστοί , φώτα σβηστά
και συ γυρεύεις στα τυφλά
τον ίσκιο σου ψάχνεις να βρεις 
μιας περασμένης σου ζωής
τον αντικρίζεις στα στενά
μες του μυαλού τα σκοτεινά
φωτογραφία σου θολή
και έχει ραγίσει το γυαλί

ξένε διαβάτη ....

που γυρνάς; 
τι θέλεις άραγε που πας;
σε ποιό ακρογιάλι
έχεις πιεί στυφό νερό
απο πληγή; 
ποιον όμορφο κόσμο 
αναζητάς και σε πονάει 
ότι κοιτάς;

η ανημποριά παρηγοριά

κι η πίκρα σου μια αγκαλιά
κλείνεσαι μέσα σε κλουβί
ο εαυτός σου μη σε βρει
κρατάς την πόρτα σου κλειστή
σε όποιον περαστικό διαβεί
διπλό το μάνταλο γερό
να αντέχει χρόνο και καημό

ξένε διαβάτη 

σβήσε απ τα μάτια σου το δάκρυ
είναι η ζωή ρουλέτα 
την ξέχασε ένας θεός 
σε μια μεγάλη πέτρα
κάθε της κύκλος 
ανάσας ο σταματημός 
κάθε της μπίλια
καινούργιος νιόφερτος παλμός

κόκκινο και τραβάει μπροστά

μαύρο και πίκρα σε κερνά
μα όσο κι αν σε τυραννά 
φέρνει το γέλιο τη χαρά
χιόνι ...κι αν σε πλακώνει 
ήλιος... θα σ’ ανταμώνει
βροχή ..κι αν θα σου φέρει 
κοίτα ...από κάπου εκεί ψηλά 

Χαμογελά …..ένα αστέρι!



Ανένταχτη

Μένω ανένταχτη
μακριά από επιγραφές
δίχως τις αλυσίδες που με κρεμούν
στο κάδρο του χρόνου
ντύνομαι
με στοχασμούς που πληγώνουν
μ αναζητήσεις που καίνε
αγκαλιά με φύλλα πεταμένα στο χώμα
κρατώντας στη χούφτα λίγο ουρανό
ξεδιψώντας τα χείλη με στάλες βροχής
στάζοντας αλμύρα στις πληγές
κουβαλώ στις πλάτες
ερειπωμένες Κυριακές
ματωμένα σαββατόβραδα με γέλια λυγμών
φυτεύω κρίνα στ αστέρια
αγγίζοντας υγρά σύννεφα πεθυμιών
ανένταχτη
φευγάτη από μικρούς κύκλους δήθεν
απόμακρη από τα ίχνη του τάχα
περιπλανώμενη στιγμή του κενού
συνεχόμενη ανάσα βυθού
βάφομαι
με πικρούς στεναγμούς σκιών
σκιαγραφώ μανδύα πορφυρού δειλινού
αφήνοντας στα ακροδάχτυλα
πέταλα βελούδινου φιλιού
πυγολαμπίδα στο δάσος μικρών αγριολούλουδων
λουσμένα σε καταρράκτη του ήλιου
φεγγαρολουσμένη ηλιαχτίδα
στον κήπο των αισθήσεων
μπλεγμένη στις παραισθήσεις του ονείρου
βαφτισμένη στη λέξη.... άνθρωπος !